ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Τι κάνετε με τις ανθεκτικές στα φάρμακα ουρολοιμώξεις

Οι ουρολοιμώξεις μπορεί να γίνουν επικίνδυνες. Μάθετε πώς να τις αναγνωρίζετε, να τις αντιμετωπίζετε και να τις προλαμβάνετε.

Kathimerini.gr

Κάθε χρόνο στις ΗΠΑ καταγράφονται πλέον περισσότερες από 2,8 εκατομμύρια λοιμώξεις ανθεκτικές στα αντιβιοτικά, σύμφωνα με έκθεση του αμερικανικού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), η οποία δημοσιεύθηκε τον Νοέμβριο του 2019. Μεταξύ αυτών, όλο και περισσότερες ουρολοιμώξεις δεν μπορούν πλέον να αντιμετωπιστούν με τα συνηθισμένα αντιβιοτικά. 
«Οι ουρολοιμώξεις που είναι ανθεκτικές στα αντιβιοτικά αυξάνονται διαρκώς από τις αρχές της δεκαετίας του 2000», δηλώνει η δρ Lisa Bebell, καθηγήτρια στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και ειδική λοιμωξιολόγος στο Massachusetts General Hospital. Η τάση αυτή είναι ιδιαίτερα ανησυχητική για τις γυναίκες στις οποίες οι ουρολοιμώξεις είναι πολύ συχνές: μία στις δύο γυναίκες θα εμφανίσει ουρολοίμωξη κάποια στιγμή στη ζωή της. 

Κατανοώντας το ουροποιητικό σύστημα

To ουροποιητικό σύστημα αποτελείται από διάφορα μέρη. Το πρώτο είναι οι νεφροί, οι οποίοι παράγουν τα ούρα φιλτράροντας το αίμα και απομακρύνοντας μη χρήσιμες ουσίες και την περίσσεια νερού. Από κάθε νεφρό ξεκινά ένας μικρός σωλήνας, ο οποίος ονομάζεται ουρητήρας και μεταφέρει τα ούρα στην ουροδόχο κύστη, όπου αποθηκεύονται. Τα ούρα αποβάλλονται από την ουροδόχο κύστη μέσω ενός άλλου σωλήνα, ο οποίος ονομάζεται ουρήθρα και τα μεταφέρει έξω από τον οργανισμό. 

Ουρολοίμωξη μπορεί να εκδηλωθεί σε διάφορα σημεία του ουροποιητικού συστήματος, συνήθως όμως αφορά την ουροδόχο κύστη, όπου τα βακτήρια έχουν την ευκαιρία να συγκεντρωθούν και να αναπτυχθούν. Μια άλλη συνηθισμένη εντόπιση της λοίμωξης είναι η ουρήθρα. Η ουρολοίμωξη που εντοπίζεται στους νεφρούς ονομάζεται πυελονεφρίτιδα και μπορεί να είναι πιο σοβαρή· συνεπώς πρέπει να αντιμετωπίζεται αμέσως. Αν δεν αντιμετωπιστεί, θα μπορούσε να προκαλέσει βλάβη στους νεφρούς ή να εξελιχθεί σε μια απειλητική για τη ζωή λοίμωξη. 

Ανάπτυξη μικροβιακής αντοχής

Αν είχατε ποτέ ουρολοίμωξη, γνωρίζετε ότι μπορεί να προκαλέσει διάφορα δυσάρεστα συμπτώματα, όπως συχνουρία, θολά ούρα και –λιγότερο συχνά– πόνο στην περιοχή της κοιλιάς, πυρετό ή αίμα στα ούρα. 

Αν και οι λοιμώξεις αυτές ήταν πάντοτε ενοχλητικές, στο παρελθόν η αντιμετώπισή τους ήταν συνήθως εύκολη με έναν σύντομο κύκλο θεραπείας με κάποιο συνηθισμένο αντιβιοτικό, όπως η τριμεθοπρίμη/σουλφαμεθοξαζόλη, η νιτροφουραντοΐνη ή η σιπροφλοξασίνη. 

Οι ανθεκτικές στα φάρμακα ουρολοιμώξεις, ωστόσο, έχουν κάνει τη θεραπεία πολύπλοκη, γιατί ορισμένα συνηθισμένα αντιβιοτικά ενδέχεται να μην είναι πλέον αποτελεσματικά εναντίον τους. Αυτό μπορεί να προκαλέσει καθυστέρηση στη λήψη του κατάλληλου αντιβιοτικού και ενδεχομένως να οδηγήσει σε επιπλοκές, όπως η επέκταση της λοίμωξης στους νεφρούς ή στο αίμα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ενδέχεται να χρειαστεί να καταφύγουν οι γιατροί σε ενδοφλέβια χορήγηση αντιβιοτικών για τη θεραπεία αυτών των λοιμώξεων. 

Μικροβιακή αντοχή αναπτύσσεται αν κάποιοι μικροοργανισμοί επιβιώσουν από την έκθεση σε ένα συγκεκριμένο αντιβιοτικό, καταφέρουν να αναπαραχθούν και κληροδοτήσουν αυτό το πλεονέκτημα επιβίωσης στους «απογόνους» τους. Αυτό καθιστά τα μικρόβια ανθεκτικά στη θανατηφόρο για τα ίδια δράση του φαρμάκου.

Κίνδυνοι μετά την εμμηνόπαυση

«Οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, ειδικότερα, διατρέχουν κίνδυνο ουρολοιμώξεων, λόγω των μεταβολών που επέρχονται στη φυσιολογία του οργανισμού και στις ορμόνες μετά την εμμηνόπαυση», σημειώνει η δρ Bebell. Οι αλλαγές αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν λέπτυνση των ιστών του κόλπου, δυσκολία στην πλήρη κένωση της ουροδόχου κύστης και χαμηλότερο επίπεδο οιστρογόνων, μιας κατηγορίας ορμονών που ευνοούν την ανάπτυξη των καλών βακτηρίων, τα οποία συμβάλλουν στο να διατηρούνται υπό έλεγχο οι λοιμογόνοι μικροργανισμοί. Για τον λόγο αυτόν, ορισμένες μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες μπορεί να ωφεληθούν από μια κολπική κρέμα οιστρογόνων. 

Ωστόσο, παρότι οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες είναι πιο επιρρεπείς στις ουρολοιμώξεις, το αν θα εκδηλώσουν μια ανθεκτική στα φάρμακα λοίμωξη εξαρτάται από το ιατρικό ιστορικό τους, την προηγούμενη χρήση αντιβιοτικών και την περιβαλλοντική έκθεση, επισημαίνει η δρ Bebell. 

Μείνετε υγιείς

Ορισμένες ουρολοιμώξεις –αλλά όχι όλες– είναι δυνατόν να προληφθούν. «Τα περισσότερα από τα βακτήρια που προκαλούν ουρολοιμώξεις και άλλους τύπους λοιμώξεων στον άνθρωπο ζουν μέσα στον οργανισμό μας. Τα βακτήρια που προκαλούν ουρολοιμώξεις προέρχονται συνήθως από το γαστρεντερικό σύστημα και μπορεί να εισχωρήσουν στο ουροποιητικό υπό ορισμένες συνθήκες», εξηγεί η δρ Bebell. 

Ένας τρόπος πρόληψης των ουρολοιμώξεων είναι η καλή ενυδάτωση του σώματος. Η συχνή ούρηση μπορεί να απομακρύνει τα βακτήρια από το ουροποιητικό σύστημα πριν αυτά αρχίσουν να πολλαπλασιάζονται. Όταν χρησιμοποιείτε την τουαλέτα, να σκουπίζεστε πάντα μετακινώντας το χαρτί τουαλέτας από εμπρός προς τα πίσω. Με αυτόν τον τρόπο, τα βακτήρια που ζουν κοντά στον πρωκτό (περιοχή στην οποία δεν δημιουργούν προβλήματα) δεν έρχονται σε επαφή με την ουρήθρα. Επίσης, μην τρίβετε υπερβολικά την περιοχή, μην κάνετε κολπικές πλύσεις και μη χρησιμοποιείτε σκληρά καθαριστικά προϊόντα, γιατί μπορεί να καταστρέψετε το δέρμα κι έτσι να είναι πιο εύκολη η λοίμωξη. 

Αν και δεν έχει αποδειχθεί ότι η ούρηση μετά τη σεξουαλική επαφή μειώνει τη συχνότητα των ουρολοιμώξεων, ορισμένοι ειδικοί τη συνιστούν. Και, πάντως, κακό δεν κάνει, υπογραμμίζει η δρ Bebell. 

Αντιμετώπιση των ουρολοιμώξεων

Αν υποψιάζεστε ότι έχετε ουρολοίμωξη, μιλήστε με τον γιατρό σας. Μπορεί να σας συστήσει εξέταση ούρων προκειμένου να ελεγχθεί η παρουσία βακτηρίων στα ούρα σας. 

Για να λάβετε την καλύτερη δυνατή θεραπεία για την ουρολοίμωξη, κάντε τα εξής: 

Δώστε στον γιατρό σας όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες. Φροντίστε να αναφέρετε στον γιατρό σας το ιστορικό προηγούμενων ουρολοιμώξεων και τα αντιβιοτικά που είχατε λάβει στο παρελθόν, καθώς και κατά πόσο είχατε ανθεκτικές λοιμώξεις, συνιστά η δρ Bebell. Αυτό θα επιτρέψει στον γιατρό σας να αποφασίσει κατά πόσο χρειάζεστε έλεγχο μικροβιακής αντοχής, κάτι το οποίο θα εξαρτηθεί όχι μόνο από το προσωπικό ιστορικό σας, αλλά και από τα μέρη στα οποία έχετε ζήσει ή ταξιδέψει. Ο έλεγχος αντοχής περιλαμβάνει καλλιέργεια ενός δείγματος ούρων στο εργαστήριο και εξετάσεις, προκειμένου να διαπιστωθεί ποια αντιβιοτικά είναι αποτελεσματικά έναντι του συγκεκριμένου μικροβίου από το οποίο έχετε μολυνθεί. Έτσι θα διασφαλιστεί ότι θα λάβετε το σωστό αντιβιοτικό από την αρχή και θα αποφευχθεί η χρονοβόρος διαδικασία δοκιμής διαφορετικών αντιβιοτικών, η οποία μπορεί να παρατείνει τα συμπτώματά σας ή και να τους αφήσει περιθώριο να επιδεινωθούν. 

Μη ζητάτε αντιβιοτικό αν ο γιατρός σας πιστεύει ότι δεν το χρειάζεστε. Ο στόχος πρέπει να είναι να χρησιμοποιούνται αντιβιοτικά μόνο όταν είναι απολύτως απαραίτητα. Η περιορισμένη χρήση τους βοηθά να προληφθεί η ανάπτυξη στελεχών ανθεκτικών στα αντιβιοτικά. 

Δείτε έναν ειδικό. Οι γυναίκες που είχαν υποτροπιάζουσες λοιμώξεις στο παρελθόν, ιδίως αν αυτές ήταν ανθεκτικές στα φάρμακα, ίσως πρέπει να δουν κάποιον ειδικό, για να διαπιστωθεί αν υπάρχουν άλλες επιλογές για την αντιμετώπιση της κατάστασης.

Συμβουλές για την αποφυγή άλλων λοιμώξεων

Το CDC προτείνει τις εξής πρόσθετες στρατηγικές για την αποφυγή των λοιμώξεων: 

❱ Διατηρείτε τα χέρια σας πάντοτε καθαρά, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος λοίμωξης. 

❱ Εμβολιαστείτε· τα εμβόλια μειώνουν επίσης τον κίνδυνο λοίμωξης. 

❱ Τηρείτε τις απαραίτητες προφυλάξεις για την ασφάλεια των τροφίμων, όπως πλύσιμο των χεριών, σωστή φύλαξη των τροφίμων και μαγείρεμα των τροφών στη σωστή θερμοκρασία. 

❱ Λαμβάνετε προφυλάξεις για την αποφυγή των λοιμώξεων όταν ταξιδεύετε.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Υγεία: Τελευταία Ενημέρωση