ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ο προορισμός του θεάτρου είναι να μιλά

Η Αννίτα Σαντοριναίου εξομολογείται στην «Κ» πώς είναι να ανεβάζει για δεύτερη φορά το «Μπουφάν της Χάρλεϊ»

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Η Αννίτα Σαντοριναίου υποδύεται για δεύτερη φορά τον ρόλο της μάνας στον μονόλογο του Βασίλη Κατσικονούρη «Μπουφάν της Χάρλεϊ» σε σκηνοθεσία Γιώργου Μουαΐμη, που παρουσιάζει ο Πολιτιστικός Λαογραφικός Όμιλος Λευκωσίας και συζητάμε μαζί της για τον ρόλο της μάνας και για τον μονόλογο. Η κ. Σαντοριναίου με την πηγαία ευγένειά της μου λέει ότι με αυτόν τον ρόλο δοκιμάστηκε η ψυχή της και ότι αυτή η καταβύθιση στις οδύνες της ανθρώπινης ψυχής έχει κόστος για τον ηθοποιό αυτή, αλλά αυτό το κόστος είναι και κέρδος. Στην ερώτησή μου τι φοβάται περισσότερο μου τονίζει ότι φοβάται τον κάθε είδους φανατισμό, «τον θεωρώ σαν έναν απ’ τους μεγαλύτερους κινδύνους σήμερα». Ο μονόλογος αυτός του Βασίλη Κατσικονούρη αυτή τη φορά για την Αννίτα Σαντοριναίου η μάνα του «Μπουφάν» είναι πιο ανθρώπινη.

–Κυρία Σαντοριναίου, τι έχει αλλάξει από την πρώτη φορά που ανεβάσατε το «Μπουφάν της Χάρλεϊ»;

Έχουν περάσει έξι χρόνια. Πολύ ωμά θα έλεγα ότι έχει μακρύνει ο κατάλογος των θυμάτων της ασφάλτου. Των θυμάτων της οικογενειακής ασυνεννοησίας. Των θυμάτων της συνθηκολόγησης μέσα στα κοινωνικά στεγανά. Των θυμάτων βίας στην οικογένεια (και η βία ίσως είναι πιο τραυματική όταν είναι ψυχολογική). Των θυμάτων της απόγνωσης και της σιωπής. Τα αδιέξοδα, δυστυχώς, οι κοινωνίες τα συντηρούν ή τα ανέχονται. Το θέατρο πρέπει να μιλά. Αυτός είναι ο προορισμός του.

–Τι σας έκανε να θέλετε να το ξαναπαίξετε;

Όλοι οι λόγοι που σας προανέφερα. Αλλά και ένας ακόμα πολύ σημαντικός. Το «Μπουφάν της Χάρλεϊ» είναι ένα από τα ουσιαστικότερα κείμενα της νεοελληνικής δραματουργίας. Ένα διαμάντι. Χωρίς να κάνει ούτε στιγμή κήρυγμα, έμμεσα, απλά και απέριττα, μπαίνουν μπροστά μας όλα τα προβλήματα και οι αναπηρίες της σύγχρονης οικογένειας, της σύγχρονης κοινωνίας, στους ελληνόφωνους τόπους, στον ενεστώτα χρόνο.

–Τι σας δυσκόλεψε σε αυτόν τον ρόλο; Αυτή τη δεύτερη φορά έχετε δει διαφορές στην προσέγγισή σας;

Δεν με δυσκόλεψε ο ρόλος. Όμως δοκιμάστηκε η ψυχή μου, όπως δοκιμάζεται σε κάθε βύθιση σ’ έναν σημαντικό ρόλο ή σ’ ένα σπουδαίο κείμενο. Ο τρόπος που θα το μεταδώσεις προς το κοινό, πρέπει να έχει τη δύναμη να διαπεράσει το κοινό, να το διεγείρει, να το πείσει για τις αλήθειες, με ειλικρίνεια, αλήθεια, ποίηση και ομορφιά. Έχει κόστος για τον ηθοποιό αυτή η καταβύθιση στις οδύνες της ανθρώπινης ψυχής. Αλλά αυτό το κόστος είναι και κέρδος.

Αυτή τη δεύτερη φορά που ξανασυναντιέμαι με τη μάνα του «Μπουφάν», νομίζω ότι είναι πιο ανθρώπινη. Μια μάνα όπως πολλές. Στο προηγούμενο ανέβασμα είχα χρησιμοποιήσει την «κλοουνερί», τις τεχνικές του κλόουν, για να βγάζω το κωμικοτραγικό.

–Λέτε ότι πρόκειται για ένα έργο απολογίας των παλαιότερων γενεών προς τις νεότερες, έκανε τόσα πολλά λάθη η προηγούμενη;

Όταν κάνουμε ένα έστω λάθος δεν πρέπει να απολογηθούμε γι’ αυτό; Και ποιος είναι ο αναμάρτητος αυτός και ο αλάνθαστος επίσης, που δεν έπεσε σε σφάλμα κάποτε; Γι’ αυτό το σφάλμα δεν πρέπει να μιλήσει; Να απολογηθεί; Εάν κάνουμε την υπόθεση ότι τα λάθη είναι όλα των άμυαλων νέων, η αιτία των λαθών τους πού βρίσκεται; Δεν βαραίνει τους σοφότερους παλαιότερους; Η παιδεία, ο πολιτισμός, η κοινωνία, η πολιτεία, η οικογένεια, έδωσαν όπλα; Διεξόδους, εκπολιτισμό, προοπτική; Χώρο στο δικό τους όνειρο; Πέρα απ’ τα δικά τους ματαιωμένα όνειρα; Η κάθε γενιά πρέπει να συναισθάνεται τα λάθη της και να απολογείται στην επόμενη, γιατί έτσι προχωρά με στερεότερα ποδάρια η ιστορία του ανθρώπου.

–Η ηρωίδα τελικά απολογείται ή βρίσκει ευκαιρία να μιλήσει για όλα όσα φοβόταν ή δεν είχε την ευκαιρία άλλοτε;

Αχ, αυτή η μανούλα, αυτή η σαλλή μανούλα, πάει εκεί στη φρουρά του εύζωνου γιου της για να του πει όσα δεν του είπε ποτέ. Θα απολογηθεί, θα ονειρευτεί, θα δικαιώσει, θα εξομολογηθεί και θα απαιτήσει να μην πει ποτέ το παιδί της «πάλι καλά» ή «θα περάσουμε», όπως λέμε εδώ στην Κύπρο. «Άμα θέλει να ’ναι λεύτερο, λεύτερο να ’ναι».

–Πώς θα σκιαγραφούσατε τη γυναίκα που υποδύεστε; Ταυτίζεστε με αυτήν;

Μια μάνα… Με ό,τι περιλαμβάνει η έννοια και η ουσία. Και παρόλο που δεν έκανα παιδιά δικά μου, νομίζω είμαι μάνα κι εγώ. Άρα ταυτίζομαι, ναι.

–Ιδανικά τι θα θέλατε γι’ αυτή την παράσταση;

Το ιδανικό είναι άπιαστο. Έτσι θα σας απαντήσω ότι για μένα ιδανικό θα ήταν να περπατούσα στους δρόμους, μέσα στα λεωφορεία, στις πλατείες, στις καφετέριες, στα υπουργεία, στους συνδέσμους γονέων, στα καφενεία, στις ταβέρνες, στα μπαράκια και να έλεγα αυτό το κείμενο σ’ όλους αυτούς. Φτάνει «ιδανικά» να υπήρχαν άνθρωποι με ανοικτά αφτιά, ανοικτές ψυχές για να ακούν.

–Πόσο δύσκολο είναι να κάνετε αυτόν τον μονόλογο; Πώς σας φαίνεται αυτό το θεατρικό είδος;

Οι μονόλογοι είναι γενικά σκληρό έδαφος. Δεν είναι καθόλου εύκολη η διαχείριση για πολλούς λόγους. Και για τον ηθοποιό και για το κοινό. Είναι ένα στοίχημα που πρέπει να κερδίσεις μόνος. Αλλά στην ουσία δεν είσαι μόνος. Έχεις συμπαίκτες, συμπαραστάτες, συγκοινωνούς σου, το κοινό. Και αν καταφέρεις το κοινό να πηδήξει μέσα στο όχημά σου, γίνεται ένας υπέροχος και ολοζώντανος συνταξιδιώτης και συμπαίκτης. Όσο για το δεύτερο σκέλος της ερώτησης, πιστεύω πως όταν ένας μονόλογος έχει στόχο καθαρό και ουσία, δεν έχει διαφορά από οποιοδήποτε πολυπρόσωπο έργο.

–Φεύγοντας από την παράσταση τι θα θέλατε να έχει πάρει ο θεατής;

Ανάταση, ανασκόπηση, αυτοκριτική, ανάβλεψη, αφύπνιση.

–Ποιος νομίζετε ότι είναι σήμερα ο μεγαλύτερος κίνδυνος; Εσείς τι φοβάστε περισσότερο;

Θα ήμουν πολύ αφοριστική αν έδινα όνομα σε έναν μόνο κίνδυνο. Είναι πολύ μεγάλο θέμα. Θέμα από μόνο του. Θα έλεγα όμως πως φοβάμαι τον φανατισμό. Όποιου είδους. Ίσως τον θεωρώ σαν έναν απ’ τους μεγαλύτερους κινδύνους σήμερα. Νομίζω ότι ο φανατισμένος άνθρωπος ούτε ακούει, ούτε βλέπει, ούτε γεύεται και σε τελευταία ανάλυση ούτε ζει. Φανατισμός ίσον «Τρόμος και Αθλιότητα» (Μπέρτολτ Μπρεχτ).

–Τι ζήτησε ο σκηνοθέτης από την Αννίτα Σαντοριναίου σε αυτόν τον ρόλο;

Την απλή, απέριττη αλήθεια.

Πληροφορίες: «Το μπουφάν της Χάρλεϊ», του Βασίλη Κατσικονούρη, Θέατρο Μελίνα Μερκούρη. Σκηνοθεσία Γιώργος Μουαΐμης. Παραστάσεις: 13, 15, 17, 20, 22, 24, 27 Φεβρουαρίου, ώρα 8:30 μ.μ.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Θέατρο-Χορός: Τελευταία Ενημέρωση

X