
Kathimerini.gr
Σε έναν κόσμο που κλυδωνίζεται από γεωπολιτικές αναταραχές και οικονομικές αβεβαιότητες, ο χρυσός επιβεβαιώνει τον ρόλο του ως απόλυτου καταφυγίου. Με την τιμή του να έχει εκτοξευθεί στα 3.328,3 δολάρια η ουγγιά, σημειώνοντας μια άνοδο της τάξεως του 27% από την αρχή του έτους, το πολύτιμο μέταλλο βρίσκεται στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος. Πρωταγωνίστριες σε αυτή την επενδυτική μανία και οι κεντρικές τράπεζες, που αναζητούν επίσης ασφάλεια και σταθερότητα σε περιόδους κρίσης, έχουν προχωρήσει ωστόσο σε μια στρατηγική αναθεώρηση.
Το υψηλό κόστος του μετάλλου, σε συνδυασμό με τα έξοδα μεταφοράς, τις προμήθειες των τραπεζών και τα ενδιάμεσα κόστη, καθιστούν την αγορά χρυσού μια ολοένα και πιο δαπανηρή υπόθεση. Ως απάντηση σε αυτή την πρόκληση, παρατηρείται μια σαφής στροφή προς την εγχώρια παραγωγή. Αντί να βασίζονται λοιπόν αποκλειστικά στις διεθνείς αγορές, οι κεντρικές τράπεζες επενδύουν πλέον στην ανάπτυξη και υποστήριξη της εγχώριας εξόρυξης χρυσού, συχνά σε μικρότερα, πιο ευέλικτα ορυχεία. Αυτή η προσέγγιση προσφέρει πολλαπλά οφέλη, όπως επισημαίνει ο Σαοκάι Φαν, παγκόσμιος επικεφαλής κεντρικών τραπεζών στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσού (WGC): «Παρατηρούμε ότι ορισμένες κεντρικές τράπεζες, ειδικά στην Αφρική και στη Λατινική Αμερική, αρχίζουν να αγοράζουν χρυσό απευθείας από εγχώρια, μικρής κλίμακας χρυσωρυχεία, τα οποία έχουν πολλαπλασιαστεί λόγω της υψηλότερης τιμής». Πράγματι, 19 από τους 36 ερωτηθέντες στην τελευταία έρευνα του WGC δήλωσαν ότι αγοράζουν χρυσό απευθείας από εγχώριες, μικρής κλίμακας εταιρείες εξόρυξης χρυσού σε τοπικό νόμισμα. Αυτό είναι ένα ελαφρώς υψηλότερο ποσοστό από την περυσινή έρευνα, όταν περίπου 14 κεντρικές τράπεζες αγόραζαν απευθείας από εγχώριες πηγές.
Αντί να βασίζονται αποκλειστικά στις διεθνείς αγορές, επενδύουν πλέον στην ανάπτυξη και υποστήριξη της εγχώριας εξόρυξης του πολύτιμου μετάλλου
Χώρες όπως οι Φιλιππίνες, ο Ισημερινός, η Κολομβία, η Τανζανία, η Γκάνα, η Ζάμπια και η Μογγολία έχουν ήδη υιοθετήσει αυτή την πρακτική, ενισχύοντας τα αποθέματά τους με χρυσό που εξορύσσεται «στην αυλή τους». Το Συμβούλιο Χρυσού της Γκάνας –ο κρατικός φορέας που διαχειρίζεται τις αγορές χρυσού για λογαριασμό της κεντρικής τράπεζας– τον Απρίλιο εξασφάλισε συμφωνίες με αρκετές εταιρείες εξόρυξης για την αγορά του 20% της παραγωγής χρυσού τους, ανέφερε το Reuters. Τον περασμένο Σεπτέμβριο, η Αρχή εξόρυξης της Τανζανίας έδωσε εντολή σε όλους τους εξαγωγείς χρυσού να αποθηκεύουν τουλάχιστον το 20% της παραγωγής τους για να το πουλήσουν στην κεντρική τράπεζα.
Η αγορά χρυσού απευθείας από εγχώρια ορυχεία είναι συχνά φθηνότερη από την προμήθεια από τη διεθνή αγορά, καθώς οι κεντρικές τράπεζες μπορούν να εξασφαλίσουν το μέταλλο με μια μικρή έκπτωση. Επιπλέον, περιορίζονται σημαντικά τα έξοδα μεταφοράς και οι δαπάνες που σχετίζονται με τις διεθνείς συναλλαγές και τις προμήθειες χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, οι οποίες είναι αναπόφευκτες όταν ο χρυσός διακινείται μέσω μεγάλων τραπεζών, όπως αυτές που εδρεύουν στο Λονδίνο. Ενας άλλος σημαντικός παράγοντας είναι η νομισματική ευελιξία. Παραδοσιακά, οι κεντρικές τράπεζες αποκτούν χρυσό μέσω της παγκόσμιας εξωχρηματιστηριακής αγοράς, όπου οι τιμές καθορίζονται σε δολάρια ΗΠΑ, ευρώ ή λίρες Αγγλίας. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ανταλλάξουν ένα αποθεματικό περιουσιακό στοιχείο (όπως δολάρια) με ένα άλλο (χρυσό). Αντιθέτως, η αγορά εγχώριου χρυσού με τοπικό νόμισμα επιτρέπει στις κεντρικές τράπεζες να αυξήσουν τα αποθέματά τους χωρίς να «θυσιάσουν» πολύτιμα ξένα συναλλάγματα. Η στροφή προς την εγχώρια παραγωγή χρυσού έχει όμως και κοινωνικές προεκτάσεις. Οι κεντρικές τράπεζες υποστηρίζουν τις μεταλλευτικές δραστηριότητες στο εσωτερικό μιας χώρας και αυτό, με τη σειρά του, δημιουργεί θέσεις εργασίας και τονώνει την τοπική οικονομία. «Οι κεντρικές τράπεζες μπορούν να αξιοποιήσουν την τεράστια αγοραστική τους δύναμη για να κάνουν καλό στις μικρής κλίμακας εξορυκτικές επιχειρήσεις που αποκτούν μια νόμιμη διέξοδο για να πουλήσουν τον χρυσό τους. Αυτό όχι μόνο εκτρέπει τις ροές μακριά από τα εγκληματικά δίκτυα, αλλά βελτιώνει και την ιχνηλασιμότητα και τη λογοδοσία. Ετσι μιλάμε για μια κατάσταση win-win», καταλήγει ο Φαν του WGC. Υπάρχουν και προκλήσεις. Ο εγχωρίως εξορυσσόμενος χρυσός συχνά χρειάζεται επεξεργασία και καθαρισμό για να πληροί τα διεθνή πρότυπα LGD, το de facto διεθνές σημείο αναφοράς για μεγάλες ποσότητες χρυσού. Αν μια χώρα δεν διαθέτει εγχώριες εγκαταστάσεις διύλισης LGD, αυτό προσθέτει κόστος, καθώς η επεξεργασία πρέπει να γίνει στο εξωτερικό.