
Kathimerini.gr
Θετικό είναι έως τώρα το ισοζύγιο του εμπορικού πολέμου για την αμερικανική οικονομία, καθώς τα οφέλη που αντλεί από τους δασμούς τείνουν, έως τώρα τουλάχιστον, να υπερκαλύπτουν τις επιπτώσεις, εφόσον οι δασμοί έχουν μεν επιταχύνει τον πληθωρισμό και ίσως αρχίζουν να πλήττουν κάπως και την αμερικανική αγορά εργασίας αλλά την ίδια στιγμή φέρνουν γενναία έσοδα στα ταμεία του αμερικανικού κράτους.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Ιουνίου, οι ακριβές εισαγωγές επιτάχυναν τον πληθωρισμό της υπερδύναμης στο 2,7%, από το 2,4% του Μαΐου, χωρίς ωστόσο να επιβεβαιώσουν τις πλέον δυσοίωνες προβλέψεις για άλμα στο 3%. Οι πλέον απαισιόδοξοι από τους οικονομολόγους επιμένουν, πάντως, πως η επιτάχυνση είναι περιορισμένη επειδή οι εισαγωγικές εταιρείες είχαν σπεύσει να συγκεντρώσουν μεγάλο όγκο αποθεμάτων προτού επιβληθούν οι δασμοί. Ανάμεσα στους απαισιόδοξους και το Εργαστήριο Προϋπολογισμού του Πανεπιστημίου Γέιλ, που υπολογίζει πως οι αυξήσεις των τιμών θα φτάσουν σύντομα να επιβαρύνουν το εισόδημα ενός τυπικού αμερικανικού νοικοκυριού με 2.800 δολ. τον χρόνο. Είναι γεγονός ότι αρχίζουν να γίνονται ήπια αισθητές οι πρώτες παρενέργειες της πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ και ίσως η σημαντικότερη όλων είναι η μείωση της απασχόλησης ή του αριθμού των νέων θέσεων εργασίας σε κλάδους της οικονομίας που συνήθως απασχολούν μετανάστες και παράνομους μετανάστες. Ανάμεσα στις ρωγμές που παρουσιάζονται είναι οι μαζικές πωλήσεις αμερικανικού χρέους, που έχει εξωθήσει τις αποδόσεις των 30ετών ομολόγων του αμερικανικού Δημοσίου σε επίπεδα πάνω από το 5%.
Οι οικονομολόγοι δεν βλέπουν επί του παρόντος κίνδυνο ύφεσης, οι Αμερικανοί εξακολουθούν να δαπανούν και να καταναλώνουν και οι εργοδότες να προσλαμβάνουν
Η συνολική εικόνα της αμερικανικής οικονομίας παραμένει, ωστόσο, σε γενικές γραμμές ικανοποιητική: οι οικονομολόγοι δεν βλέπουν επί του παρόντος ουσιαστικό κίνδυνο ύφεσης, οι Αμερικανοί εξακολουθούν να δαπανούν και να καταναλώνουν και οι εργοδότες να προσλαμβάνουν. Την Τρίτη, μερικές από τις μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες ανακοίνωσαν κέρδη τριμήνου υψηλότερα από τις προβλέψεις. Και όπως επισημαίνουν οι πιο απαισιόδοξοι, ακόμη κι αν οι δασμοί επηρεάσουν περισσότερο τις τιμές, δεν συνεπάγεται αυτομάτως αντίστοιχη επιτάχυνση του πληθωρισμού. Οπως φαίνεται από τα στοιχεία για τον Ιούνιο, ο πληθωρισμός στον τομέα των υπηρεσιών υποχώρησε, συμπεριλαμβανομένων των αεροπορικών εισιτηρίων και του κόστους διανυκτέρευσης των ξενοδοχείων.
Και την ίδια στιγμή τα έσοδα του αμερικανικού κράτους τείνουν να δικαιώσουν τον Ντόναλντ Τραμπ και όσους από τους συμβούλους του υποστηρίζουν τους δασμούς ως μηχανισμό για να μειωθούν τα ελλείμματα των ΗΠΑ. Οι δασμοί έχουν ήδη αυξήσει τα έσοδα του αμερικανικού κράτους, που το β΄ τρίμηνο έφτασαν στα 64 δισ. δολ., ποσό κατά 47 δισ. δολ. μεγαλύτερο από τα έσοδα της αντίστοιχης περιόδου του περασμένου έτους. Και το κόστος είναι, έως τώρα τουλάχιστον, αμελητέο δεδομένου ότι οι περισσότεροι εμπορικοί εταίροι της υπερδύναμης δεν έχουν τολμήσει να προχωρήσουν σε αντίποινα, προφανώς φοβούμενοι τα χειρότερα. Ενδεικτική περίπτωση το Μεξικό, που δεν αντέδρασε παρά τους δασμούς 25% που επέβαλε ο Τραμπ στα προϊόντα του. Εξάλλου, και η Ε.Ε. έχει μεν εκπονήσει σχέδιο αντιποίνων και έχει συντάξει κατάλογο αμερικανικών προϊόντων υποψήφιων για δασμούς, αλλά αναβάλλει διαρκώς την επιβολή τους και επιμένει να διαπραγματεύεται με την Ουάσιγκτον ελπίζοντας σε κάποια συμφέρουσα συμφωνία. Οι μόνες χώρες που έχουν κινηθεί αποφασιστικά είναι η Κίνα και ο Καναδάς, που αντέδρασαν επιβάλλοντας δικούς τους δασμούς στις εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων. Οι χώρες αυτές όμως δεν είδαν αντίστοιχη αύξηση των εσόδων τους από αυτούς τους δασμούς, προφανώς επειδή εισάγουν πολύ λιγότερα από τις ΗΠΑ. Ετσι, τα έσοδα του Πεκίνου από τους δασμούς στις εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων αυξήθηκαν τον Μάιο κατά μόλις 1,9% σε σύγκριση με εκείνα την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους. Επιπλέον, ακόμη και σε συνδυασμό, τα αντίποινα της Κίνας και του Καναδά δεν αντιπροσωπεύουν παρά ένα μικρό τμήμα από τα έσοδα των ΗΠΑ.
Όπως σχολιάζουν πάντως οι Financial Times, σε διεθνές επίπεδο η αντίδραση στους δασμούς και στη γενικότερα επιθετική στάση του Ντόναλντ Τραμπ είναι εξαιρετικά υποτονική και δεν φαίνεται να οδηγεί στο κύμα αντιποίνων που κυριολεκτικά πάγωσε το παγκόσμιο εμπόριο την περίοδο ανάμεσα στον Α΄ και στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η διαπίστωση αυτή ίσως είναι η θετική πλευρά των πραγμάτων. Οπως άλλωστε επισημαίνουν οικονομικοί αναλυτές, η παγκόσμια κυριαρχία των ΗΠΑ, το γεγονός ότι είναι η μεγαλύτερη καταναλωτική αγορά στον κόσμο, σε συνδυασμό με τις απειλές του Τραμπ για ακόμη πιο επιθετικούς δασμούς προς όποια χώρα τολμήσει να αντιδράσει, έχει αναγκάσει τις περισσότερες χώρες σε αυτήν την παθητική στάση. Με τα υφιστάμενα δεδομένα, όμως, την ερμηνεύουν όχι ως δειλία, αλλά ως οικονομικό ρεαλισμό και οικονομική κοινή λογική.