ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ο κίνδυνος του πληθωρισμού και η πολιτική της FED

Σε ετήσια βάση ο δείκτης πληθωρισμού στις ΗΠΑ εκτινάχθηκε στο 4,2% τον μήνα Απρίλιο

Kathimerini.gr

Μάλλον θα πρέπει να είναι σήμερα πολύ αποκαρδιωτικό να χαράσσει κανείς πολιτική στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed). Πέρυσι ακριβώς, πριν από την Ημέρα της Εργασίας (αντίστοιχη της Εργατικής Πρωτομαγιάς), που εορτάζεται την πρώτη Δευτέρα του Σεπτεμβρίου, η Τράπεζα με υπερηφάνεια ανακοίνωσε νέα στρατηγική, κυρίως στοχεύουσα στην αποφυγή του αποπληθωρισμού, δηλαδή της πτώσης τιμών. Δεν έχει περάσει ένας χρόνος και δέχεται τα πυρά της κριτικής, επειδή δεν κατόρθωσε να αποτρέψει ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή τον πληθωρισμό. Στις 12 Μαΐου το Γραφείο Στατιστικών Εργασίας ανακοίνωσε ότι σε ετήσια βάση ο δείκτης πληθωρισμού εκτινάχθηκε στο 4,2% τον μήνα Απρίλιο, δηλαδή περισσότερο από ποτέ από το 2008 και μετά. Ορισμένοι επικριτές θεωρούν πως η έμφαση στο να καταπολεμηθεί ο αποπληθωρισμός μοιάζει με την κλασική περίπτωση των στρατηγών, που προετοιμάζονται να δώσουν την τελευταία τους μάχη.

Ο Μπεν Μπερνάνκι, πρόεδρος της Fed την περίοδο από το 2006 έως το 2014, είχε διαπιστώσει τους κινδύνους της νέας πολιτικής, προτού καν λάβει τη μορφή αυτή. Μετά το πέρας της θητείας του στην Τράπεζα, βρέθηκε στο Ινστιτούτο Μπρούκινγκς, όπου συνέταξε μία σειρά άρθρων, με τα οποία επηρέασε τη στρατηγική της – πρόκειται για τη νέα Δήλωση περί Μακροπρόθεσμων Στόχων και Στρατηγικής για τη Νομισματική Πολιτική. Η κομβική ιδέα του Μπεν Μπερνάνκι και άλλων έγκειται στο ότι ο κόσμος έχει εισέλθει σε μία εποχή χρόνιου χαμηλού πληθωρισμού και χαμηλών επιτοκίων προσαρμοσμένων προς τον πληθωρισμό. Σε έναν τέτοιο κόσμο είναι δύσκολο να αντιμετωπίσει κανείς τις αδυναμίες της οικονομίας, διότι τα περιθώρια μείωσης των επιτοκίων είναι περιορισμένα. Ακόμα χειρότερα, οι προσδοκίες για τον μακροπρόθεσμο πληθωρισμό βαίνουν ολοένα και μειούμενες, διότι ο σχετικός δείκτης υποχωρεί σε περίοδο ύφεσης και ουδέποτε ανακάμπτει πλήρως σε φάση ανάκαμψης. Οι συστάσεις του Μπεν Μπερνάνκι προς τους πρώην συνεργάτες του ήταν να αποδείξουν ότι δεσμεύονται για μακροπρόθεσμο στόχο στο 2%, υποσχόμενοι ότι θα διατηρήσουν τα επιτόκια στο μηδέν, έως ότου για ένα διάστημα ο πληθωρισμός διαμορφωθεί στο 2% κατά μέσον όρο. Αφ’ ης στιγμής ο δείκτης είναι κάτω από τα επίπεδα αυτά, για να φθάσει κατά μέσον όρο στο 2%, θα πρέπει επ’ ολίγον να υπερβεί τα επίπεδα αυτά. Με την εκπλήρωση του στόχου αυτά, εν τέλει η Ομοσπονδιακή Τράπεζα θα προχωρούσε σε αύξηση επιτοκίων, επιστρέφοντας στην παλαιά της στρατηγική του 2012 για μηνιαίο πληθωρισμό στο 2%.

Λίγο-πολύ αυτό το πλαίσιο υιοθέτησε η Fed τo 2020, όταν ο πληθωρισμός ήταν και πάλι κάτω του στόχου. Το 2019 σε ανάρτηση ιστολογίου ο Μπεν Mπερνάνκι είχε θέσει το ερώτημα «τι θα μπορούσε να μην πάει καλά;», με κάποιον τρόπο προαναγγέλλοντας την τωρινή συνθήκη. «Όταν η Ομοσπονδιακή Τράπεζα κατορθώσει να φέρει πέραν του 2% τον πληθωρισμό, οι άνθρωποι ίσως δεν θα την εμπιστεύονται, πώς θα μπορέσει να τον αποκλιμακώσει», είχε γράψει. «Εάν οι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται ή δεν πιστεύουν τη στρατηγική της Fed (εάν η Fed είναι μερικώς αξιόπιστη) και οι προσδοκίες τους για τον πληθωρισμό είναι αβάσιμες, ενόσω ανέρχεται πέραν του στόχου, τότε αυτός ίσως αποδειχθεί πιο επίμονος και το κόστος της εφαρμοζόμενης πολιτικής πολύ υψηλότερο από το προβλεπόμενο». Το «μερικώς αξιόπιστη» είναι μία καλή περιγραφή για τη Fed αυτές τις μέρες. Όπως έγραψα σε άρθρο στο τελευταίο τεύχος του Bloomberg Businessweek, οι εκτιμήσεις της αγοράς ομολόγων για τα επόμενα δέκα χρόνια όσον αφορά τον ετήσιο πληθωρισμό κατά μέσον όρο έχουν ενισχυθεί από το περίπου 1% προ ενός έτους στο άνω του 2,5% σήμερα – δηλαδή, από επίπεδα πολύ χαμηλότερα από όσα ήθελε η Ομοσπονδιακή Τράπεζα σε σαφώς υψηλότερα από όσα θέλει τώρα.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση