ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ

Χρυσοσώτηρας Ακανθούς: Ένα μίλι παναΰρι

Ηταν μία από τις μεγαλύτερες θρησκευτικές και εμπορικές πανηγύρεις της Κύπρου πέριξ του υποβλητικού ναού της κωμόπολης

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

«Πανήγυρις Ακανθούς: Η ετησία πανήγυρις Ακανθούς η οποία ήρχισεν από της χθες κατόπιν αδείας της Διοικήσεως Αμμοχώστου θα συνεχισθή σήμερον και αύριον 6 και 7 οδεύοντος», «Ελευθερία», 6 Αυγούστου 1941... Πέρασε παραπάνω από μισός αιώνας και κάτι μέρες που η μεγάλη πανήγυρις του Σωτήρος δεν γίνεται στην Ακανθού της Αμμοχώστου. Μία από τις μεγαλύτερες πανηγύρεις της Κύπρου, η οποία λάμβανε χώρα στη μεγάλη πλατεία πέριξ του μεγαλοπρεπούς και υποβλητικού ναού του Χρυσοσώτηρου, ενός από τους μεγαλύτερους ναούς της Κύπρου. Φυσικά, το πανηγύρι του Σωτήρος στην Ακανθού λόγω του όγκου των πανηγυριστών που δεχόταν, εκτεινόταν και στους πέριξ του ναού δρόμους, και σχεδόν άρχιζε από την είσοδο της κωμόπολης. Και για του λόγου το αληθές: «Η πανήγυρις Ακανθούς: […] Πέραν των 1300 προσκυνητών επεσκέφθησαν την παρελθούσαν εβδομάδα την πανηγυρίζουσαν κωμόπολιν Ακανθούς, κατά την εορτήν του Σωτήρος. Εισεπράχθησαν 350 και πλέον λίραι από εισφοράς εις τους δίσκους της εκκλησίας, ενώ οι καταστηματάρχαι επραγματοποίησαν διπλάσια των περυσινών κερδών», διαβάζουμε στην εφημερίδα «Εσπερινή» της 13ης Αυγούστου 1951.

Η εμπορική πανήγυρη της μεταμορφώσεως του Σωτήρος, ξεκινούσε την παραμονή της εορτής του Χριστού και διαρκούσε ώς την ημέρα της εορτής, ενίοτε και την επομένη και συν τω χρόνω οι επισκέπτες αυξάνονταν και για τούτο οι αρχές της πόλης λάμβαναν τα απαραίτητα μέτρα. Διαβάζουμε λοιπόν πως το 1955 ο δήμαρχος της Ακανθούς Σωτήρης Χατζηκώστας διαβεβαιώνει διά του Τύπου πως έχουν ληφθεί όλα τα κατάλληλα μέτρα προς αντιμετώπιση του συνωστισμού. Επίσης, ο δήμαρχος πληροφορεί πως: «πλην τούτων έχω να σημειώσω ότι ο δρόμος από το σημείον παλαιάς ασφάλτου περίπου 2 (δύο) μιλίων αποστάσεως από την είσοδον του χωρίου και κύριοι δρόμοι ασφαλτοστρώθησαν, ωσαύτως δε έγιναν μερικαί διευρύνσεις τούτων προς καλυτέραν εξυπηρέτησιν της γενικής κυκλοφορίας». Πολλοί οι πιστοί που έδιναν το παρών τους, ντόπιοι και απόδημοι, η Ακανθού γέμιζε κόσμο που συνέρρεε για να προσκυνήσει την παλαίφατη εικόνα του Χριστού. Σήμερα το πανηγύρι δεν πραγματοποιείται, ο χώρος έχει αλλάξει αρκετά, η θαυματουργή εικόνα βρίσκεται στον Άγιο Μάμα της Μόρφου, όπου βρέθηκε πριν από χρόνια, ο ναός του Σωτήρος έχει μετατραπεί σε τζαμί, και ίσως το να μην ξεχνάμε να έχει την αξία του.

Απ’ όλη την Κύπρο

Για το πανηγύρι του Σωτήρος στην όμορφη Ακανθού απευθύνθηκα στην κα Βαρναβία Νικολαΐδου-Ζαρμά, Ακαθιώτισσα βέρα και μου είπε πολλά και ενδιαφέροντα, επιστρατεύοντας τη δύναμη της μνήμης της και γύρισε πολλά χρόνια πίσω, όταν οι δρόμοι της Ακανθούς εκείνες τις μέρες του Αυγούστου έσφυζαν από κόσμο και όλα τα σπίτια του χωριού άνοιγαν για να υποδεχθούν συγγενείς και φίλους, οι οποίοι μαζικά έφταναν στην κωμόπολη για να συνεορτάσουν με τους Ακαθιώτες. Μάλιστα, σχεδόν όλες οι οικογένειες είχαν ένα Σωτήρη ή μία Σωτηρούλλα, άρα διπλός λόγος γιορτής. Η κα Βαρναβία θυμάται πολύ καθαρά: «απ’ όλη την Κύπρο ερχόντουσαν στην Ακανθού και όλα τα σπίτια φρόντιζαν να ευπρεπίσουν τους χώρους τους, τα σιμιντίρια, τις ταράτσες τους, το κάθε τι να είναι πεντακάθαρο», αφού έπρεπε να είναι έτοιμα για να φιλοξενήσουν φίλους και δικούς. «Η μητέρα μου, θυμάμαι, πως πάντοτε έκανε τη γιορτή του Χρυσοσώτηρα και μαζευόντουσαν όλες οι γειτόνισσες και έκαναν τη γιορτή μαζί... έφερνε η καθεμία από κάτι και όλες μαζί ζύμωναν για να πάρουν πέντε πρόσφορα και παννυχία, την κόρτα, όπως τη λέγαμε, αλλά και κόλλυβα και έβαζαν όλη τους τέχνη, για το ποια θα έχει τον πιο όμορφο δίσκο... πανέρια δηλαδή...» μού λέει η κα Βαρναβία και συνεχίζει: «Ο φούρνος έπρεπε να λερωθεί με το φούρνισμα για τη γιορτή του Χρυσοσώτηρα»...

Οι δρόμοι του χωριού, από την άκριά του ώς επάνω στον κεφαλόβρυσο που ήταν η εκκλησία... γέμιζαν κόσμο και αυτοκίνητα. Γέμιζε το χωριό και ακόμα και η τοποθεσία Μαζερή, και ο κόσμος κοιμόταν κάτω από τις χαρουπιές, αφού ερχόταν για να παραστεί στον εσπερινό. Μάλιστα, η κα Βαρναβία θυμάται ότι μία χρονιά μέχρι και ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος αναγκάστηκε να περπατήσει σχεδόν ενάμισι μίλι, μαζί με τη συνοδεία του, από το σπίτι του Μαννούρη ώς από την εκκλησία, λόγω της κοσμοσυρροής και όταν έφτασε θυμάται η κα Βαρναβία ο κόσμος ξεκίνησε τα πίσκαλα και τα συνθήματα.

Οφτά και λεμονάδες

Κάθε σπίτι που είχε χώρο μπροστά του, θυμάται η κα Βαρναβία έφτιαχνε μία καλύφη όπου έψηναν οφτά, και εκτός από τον πατέρα της, ο οποίος έκανε και αυτός στο καφενείο που διατηρούσε κοντά στον κεφαλόβρυσο και στα περβόλια του Χρυσοσώτηρα, άλλοι που πρόσφεραν οφτά ήταν ο Γιάνναρος, ο οποίος ενοικίαζε το περιβόλι του Χρυσοσώτηρα, παρακάτω μέσα στο πανηγύρι ο Σάππος..., ήταν και άλλοι πολλοί, μού λέει: «δεν μπορείς να φανταστείς πόσος κόσμος ερχόταν και τι χορούς έστηναν. Ηταν οι δρόμοι γεμάτοι παναϋρκώτες, πωρικοπούληες σιαμισιάρηες, σουβλητζήδες, από τη Μαραθάσα έφερναν πράγματα για να πουλήσουν, έμποροι που πωλούσαν ρούχα, υφάσματα και προικιά...». Στο σπίτι τους, στο κονάκι του Ζαρμά, η κα Βαρναβία μού λέει πως ετοίμαζαν από τις προηγούμενες ημέρες λεμονάδες και γλυκό του μοσφίλου για να έχουν να κεράσουν τους επισκέπτες τους. Αυτά γινόντουσαν στα περισσότερα σπίτια της Ακανθούς.

Η θαυματουργή εικόνα

Πολλοί οι προσκυνητές που έδιναν το παρών τους στην πανήγυρη του Χρυσοσώτηρου, ντόπιοι και απόδημοι, η Ακανθού γέμιζε κόσμο που συνέρρεε για να προσκυνήσει την παλαίφατη εικόνα του Χριστού. Η εικόνα εθεωρείτο θαυματουργή και πολλοί ήταν οι πιστοί που εναπόθεταν στη χάρη της τις ελπίδες τους.

Η περιφορά της θαυματουργή εικόνας του Χριστού γινόταν γύρω από την εκκλησία, και μετά οι άντρες κρατούσαν την εικόνα για να περάσει από κάτω ο κόσμος. Και σε αυτή την εικόνα ήλπιζαν πολλοί για ένα θαύμα, και γι’ αυτό πολλοί πιστοί που είχαν κάποιο πρόβλημα υγείας έφταναν στην Ακανθού και προσκυνούσαν την εικόνα του Χρυσοσώτηρα και όπως ανιστορεί η κα Βαρναβία, «οι άρρωστοι και όσοι είχαν κάποιο πρόβλημα έμπαιναν πρώτοι στη σειρά, παρ’ όλη την κοσμοσυρροή». Μάλιστα, η μητέρα της κας Βαρναβίας είχε υπό την προσωπική της σκέπη έναν τυφλό από την Τυλληρία, μαζί με τον συνοδό του, φρόντιζε για τη διαμονή τους και τη διατροφή τους... μου λέει συγκινημένη, θέλοντας να μακαρίσει τη μητέρα της.

Τάματα για τους κρατούμενους

Ένα ενδιαφέρον επεισόδιο σημειώθηκε τον Αύγουστο του 1957, κατά τη διάρκεια του πανηγυριού του Χρυσοσώτηρου. Εκείνη τη χρονιά, όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα της «Ελευθερίας» δέκα χιλιάδες ήταν οι προσκυνητές που «συνέρρευσαν σήμερον εξ όλων των μερών τής Νήσου εις την κωμόπολίν μας διά να προσκυνήσουν το χρυσούν εικόνισμα του Σωτήρος», αριθμός που ξεπερνούσε τον συνήθη αριθμό των πιστών που πήγαιναν στην Ακανθού. Και φυσικά όπως γράφει η εφημερίδα μεγάλη επίδοση σημείωσε και η προσφορά των αφιερωμάτων στη χάριν του Σωτήρος «υπό των μητέρων και των συγγενών πλείστων πασχόντων», αλλά και υπό των συγγενών κρατουμένων στα στρατόπεδα Πύλας και Κοκκινοτριμηθιάς». Το ίδιο έτος η εκκλησία Σωτήρος της Ακάνθους προσέφερε 70 λίρες στον έρανο υπέρ αποκαταστάσεως των κρατουμένων, που διοργάνωσε η Κεντρική Επιτροπή Αποκαταστάσεως Απολυομένων εκ των κρατητηρίων.

Ο κόσμος ήταν τόσο πολύς που τα αυτοκίνητα σχημάτιζαν μακριές ουρές. Τα ξημερώματα της εορτής του Σωτήρος, δυνάμεις ασφαλείας απέκλεισαν τις εισόδους της κωμόπολης και δεν επέτρεπαν στους προσκυνητές να μεταβούν στην εκκλησία και ο λόγος ήταν ότι βρέθηκαν «αναγεγραμμένα επί των οδών συνθήματα». Εν τέλει νεαροί διατάχθηκαν να απαλείψουν τα συνθήματα «διά βαφής» και όταν καθαρίστηκαν οι τοίχοι, οι στρατιωτικές δυνάμεις αποχώρησαν περί την 7:30 π.μ. Αυτές οι δύο ώρες αποκλεισμού της Ακάνθους ήταν αρκετές ώστε «τα εκ Λευκωσίας, Βαρωσίων, Λευκονοίκου και άλλων περιοχών προερχόμενα αυτοκίνητα ηναγκάσθησαν να σταθμεύσουν έξωθι της κωμοπόλεως, σχηματίσαντα ουράν μήκους δύο περίπου μιλίων».

Ο μεγαλοπρεπέστατος ναός του Χρυσοσώτηρου

Ένας από τους μεγαλύτερους ναούς της Κύπρου βρίσκεται στην κατεχόμενη Ακανθού της επαρχίας Αμμοχώστου και είναι αφιερωμένος στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, σήμερα γνωστός ως εκκλησία του Χρυσοσώτηρου. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες η εκκλησία άρχισε να ανοικοδομείται το 1916, στη θέση παλαιότερου ναού, που πλέον δεν ικανοποιούσε τις ανάγκες της κοινότητας. Τα σχέδια του ναού, τουλάχιστον στην τελική μορφή τους είναι του αρχιτέκτονα της Κύπρου, του Θεόδωρου Φωτιάδη, καταγόμενου από τον Άγιο Θεόδωρο της Καρπασίας, και με σπουδές στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο στην Αθήνα και εκ των πρώτων που κατάφεραν να εδραιωθούν στην Κύπρο ως αρχιτέκτονες. Στις εκεί σπουδές του μυήθηκε στην νεοκλασική αρχιτεκτονική, αλλά και στη νεοβυζαντινή εκκλησιαστική αρχιτεκτονική και ως φαίνεται και η εκκλησία της Ακανθού έχει τέτοιες επιρροές. Όπως αναφέρεται από τον Ιωάννη Ιωνά «Η εκκλησία του Χρυσοσώτηρου στην Ακανθού ήταν γι’ αυτόν [σ.σ. του Φωτιάδη] το πιο αγαπητό εκκλησιαστικό έργο που έχτισε, ίσως γιατί περιλαμβάνει την παλιά και την καινούργια αρχιτεκτονική του».

Για τον ναό η κα Βαρναβία Νικολαΐδου – Ζαρμά ανέφερε πως ο παππούς της εκ μητρός, ο Χατζησαββής, βοήθησε ως μάστορας στην οικοδόμηση του περικαλλούς ναού και ο θείος της ο Γιαννής ήταν τσιρακουί στο κτίσμα, όπως της έλεγε η γιαγιά της η Φωτού. Διατηρώντας έτσι και τη νέα ιεραρχία, που είχε αρχίσει να επικρατεί στα αρχιτεκτονικά πράγματα, με τον αρχιτέκτονα να συνεπικουρείται από τους μαστόρους και εκείνοι με τη σειρά τους από τα τσιρακούθκια.

Ευκαιρίαν να επισκεφθούν...

Το 1931 η εκκλησία του Σωτήρος Ακανθούς ακόμα δεν είχε αποπερατωθεί, αφού στον «Κυπριακό Φύλακα» διαβάζουμε πως ζητούνται προσφορές για την αποπεράτωσή της, «συμφώνως προς ορούς και σχέδιον τα οποία δύνανται οι ενδιαφερόμενοι να δουν παρά τω κ. Φωτιάδη, Αρχιτέκτονι». Ανακοινώνοντας το 1933 το πανηγύρι της Ακανθούς η εκκλησιαστική επιτροπή αναφέρει χαρακτηριστικά: «Την 6ην Αυγούστου, εορτήν της μεταμορφώσεως του Σωτήρος, θα τελεσθή εν Ακανθού μεγάλη πανήγυρις. Οι προσκυνηταί θα έχουν την ευκαιρίαν να επισκεφθούν και τον προς το τέρμα του ευρισκομένον νεόκτιστον μεγαλοπρεπή ναόν του Σωτήρος». Βέβαια, ακόμα το 1940 η Επιτροπεία της Εκκλησίας Σωτήρος Ακανθούς ζητάει προσφορές για την κατασκευή και τοποθέτηση μωσαϊκών πατώματος και σκαλών για την εκκλησία. Η εκκλησία εγκαινιάστηκε τελικά την Κυριακή, 14 Σεπτεμβρίου 1941, από τον τοποτηρητή του αρχιεπισκοπικού θρόνου Μητροπολίτη Πάφου Λεόντιο. Στη σχετική δημοσίευση του Τύπου διαβάζουμε πως τα εγκαίνια του μεγαλοπρεπεστάτου τούτου ναού της Κύπρου θα τελεσθούν το Σάββατον και την Κυριακήν 13 και 14 Σεπτεμβρίου υπό της Αυτού Σεβασμιότητος του Τοποτηρητού του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου Λεοντίου. Οπωσδήποτε θα ήταν ένα σπουδαίο γεγονός και γι’ αυτό η Εκκλησιαστική Επιτροπεία ειδοποιεί ότι έλαβε πάντα τα απαιτούμενα μέτρα «προς άνετον διαμονήν και περιποίησιν πάντων των ευσεβών προσκυνητών, οίτινες ήθελον προσέλθη εις την ιεράν ταύτην τελέτην». Ο υποβλητικός ναός του Χρυσοσώτηρου επιβάλλεται στον χώρο, και οι Ακαθιώτες σίγουρα ήταν υπερήφανοι που η κοινότητά τους κατάφερε να ανεγείρει έναν τέτοιο ναό.

Το εικονοστάσιο

Το σχέδιο του εικονοστασίου θα εγκρινόταν από τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο και ο Χρύσανθος Κ. Ταλιαδώρος όφειλε να παραδώσει τελειωμένο το έργο και την εγκατάσταση έως τις 30 Νοεμβρίου 1969.

Σίγουρα ένας τόσο μεγάλος ναός δεν θα μπορούσε να είναι πλήρως εξοπλισμένος μέσα σε λίγα χρόνια. Σταδιακά λοιπόν η Εκκλησιαστική Επιτροπή αναλάμβανε να αναθέτει έργα για διάφορες ανάγκες του ναού, όπως ήταν το εικονοστάσιο. Την κατασκευή του ανέλαβε ο περίφημος ξυλογλύπτης Χρύσανθος Κ. Ταλιαδώρος από τη Λευκωσία και η συμφωνία υπεγράφη στις 15 Απριλίου 1967, μεταξύ της διαχειριστικής επιτροπείας του ναού, η οποία αποτελείτο από τους Κλεάνθη Γ. Κραμβή, Μιχαήλ Βαρνάβα, Ιωάννη Χατζηπαυλή, Σάββα Γεωργίου και Κυριάκο Γ. Κουφό. Το σχέδιο του εικονοστασίου θα εγκρινόταν από τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο και ο εργολάβος όφειλε να παραδώσει τελειωμένο το έργο και την εγκατάσταση έως τις 30 Νοεμβρίου 1969.

Οι προδιαγραφές του έργου

Όπως αναφέρεται στους κανονισμούς του έργου, εκτός από τα τεχνικά χαρακτηριστικά, το ξύλο που θα χρησιμοποιείτο ήταν ξύλο κυπριακής καρυδιάς, ξηράς και μαύρης, ενώ η εσωτερική ξυλεία θα ήταν από ξύλο μασώνια, εισαγόμενο από την Κεντρική Αφρική, η εργασία θα είναι καλώς επεξεργασμένη και καθαρά συμφώνως της βυζαντινής τεχνοτροπίας. Στο εργαστήριο του γιου του Χρύσανθου Ταλιαδώρου στην Παλουριώτισσα, Νικολάου Ταλιαδώρου, υπάρχει ακόμη το ξυλόγλυπτο δείγμα, το οποίο ο πατέρας του είχε παρουσιάσει για έγκριση στην Ιερά Σύνοδο και με περηφάνια μού το έδειξε, στα σχέδια αναφέρεται: «Βυζαντινόν σχέδιον ξυλόγλυπτου εικονοστασίου διά τον ιερόν ναόν Σωτήρος Ακανθούς εκπονηθέν υπό Χρύσανθου Κ. Ταλιαδώρου την 30.8.1967». Δυστυχώς το σπουδαίο εικονοστάσιο του Ταλιαδώρου σήμερα είναι απροσπέλαστο και είναι άγνωστη η κατάστασή του, αλλά εγώ επιλέγω να διαβάζω, έστω και νοερά στην Ωραία Πύλη «Έργον Χρύσανθου Κ. Ταλιαδώρου».

* Ευχαριστώ τον Νικόλαο Ταλιαδώρο για την άδειά του να συμβουλευτώ το αρχείο του.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Πολιτισμός: Τελευταία Ενημέρωση

Η Μόνα Σαββίδου Θεοδούλου στην τελευταία της ποιητική συλλογή «Τεκμήρια» δίνει μικρές ποιητικές συνθέσεις, πυκνού νοήματος ...
Του Απόστολου Κουρουπάκη
 |  ΒΙΒΛΙΟ