ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

«Η συναισθηματική αδράνεια καταντά τρόπος ζωής»

Νεοκλής Νεοκλέους:Το θέατρο απευθύνεται στους ανθρώπους, αφορά το άτομο και την κοινωνία

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Ο Νεοκλής Νεοκλέους είναι από εκείνους τους ανθρώπους που σε κερδίζουν με την ευγένειά τους. Βρίσκεται για πολλά χρόνια στα καλλιτεχνικά πράγματα της Κύπρου και έχει άποψη για τα πράγματα. Με αφορμή τη νέα παράσταση που ανεβάζει, το έργο του Αλεξάντερ Γκέλμαν «Και τώρα οι δυο μας», μιλήσαμε για το θέατρο, την τηλεόραση, και το ελπιδοφόρο θεατρικό τοπίο της Κύπρου. «Δυστυχώς, ο άνθρωπος δεν βάζει μυαλό», λέει, ερωτώμενος για το έργο, το οποίο στηλιτεύει τις σχέσεις της οικογένειας, που πολλές φορές κινούνται στα όρια της υποκρισίας, αλλά και την εξουσία, τον αριβισμό, όταν το χρήμα γίνεται θεός των ανθρώπων τότε τα πράγματα δυσκολεύουν τις σχέσεις γενικά.


–Νεοκλή, είσαι ένας καλά διαβασμένος και με καλές σπουδές καλλιτέχνης, πώς θα όριζες τη θεατρική πράξη;
–Είναι «μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας» κατά τον Αριστοτέλη, που σημαίνει δημιουργική αναπαράσταση μιας σημαντικής πράξης-δράσης-ενέργειας που έχει αρχή, μέση και τέλος. Όπως ακριβώς είναι ο κύκλος της ζωής και η σχέση αυτής με τον θάνατο. Στο θέατρο «προβάρεις» και τη ζωή σου και τον θάνατό σου. Και αυτή είναι μία διαδικασία που σε βοηθάει να βελτιώνεσαι.

–Σκηνοθεσία και ηθοποιία, προτιμάς κάτι περισσότερο από τα δύο;
–Το ένα συμπληρώνει και συγχωνεύει το άλλο. Δύο διαφορετικές διαδικασίες εξίσου γοητευτικές. Είναι σαν ένα πολύ ερωτευμένο ζευγάρι, που αλληλοθαυμάζεται. Και ας είναι και χρόνια παντρεμένοι.

–Το τελευταίο διάστημα στην Κύπρο υπάρχει μεγάλη κινητικότητα στο θεατρικό τοπίο, πώς το βλέπεις εσύ;
–Ελπιδοφόρο. Κινητικότητα για μένα στο θέατρο σημαίνει αυτόματα και ζωή- δημιουργία-προσπάθεια να εισέλθουμε σε αυτόν το μαγικό χώρο της Τέχνης. Αν αυτή η κινητικότητα δεν είναι μονόπλευρη, αφορά δηλαδή και το κοινό, τότε είναι μεγάλο ευτύχημα που συμβαίνει. Το θέατρο πρέπει να γίνεται πιστευτό. Απευθύνεται στους ανθρώπους, αφορά και το άτομο και την κοινωνία στο σύνολο.

–Χρειάζεται τόσο θέατρο η Κύπρος ή είναι δυσανάλογα μεγάλος ο αριθμός ομάδων και θεάτρων;
–Το θέατρο δεν βλάπτει κανέναν. Μόνο καλό μπορεί να δώσει στους ανθρώπους και γενικά στην κοινωνία. Γι’ αυτό καλοδεχούμενες όσες και αν είναι οι ομάδες φτάνει να κάνουν σωστά τη θεατρική δουλειά τους και να έχουν συνάμα και αρκετούς θεατές για να τους παρακολουθούν. Για τις περισσότερες ομάδες, ελλείψει χρηματοδότησης, το θεατρόφιλο κοινό είναι ο πλέον καθοριστικός παράγοντας για την επιβίωσή τους. Αυτό όμως ελλοχεύει μια μικρή παγίδα που χρειάζεται προσοχή. Το θέατρο και η τέχνη εν γένει δεν πρέπει να κολακεύει μόνο και μόνο για να γίνει αρεστή. Να συμβιβάζεται μέσα από το άγχος της επιβίωσης. Ακριβώς γι’ αυτό είναι που το κράτος οφείλει να αντιληφθεί τη σημαντικότητα των Τεχνών σε μια υγιή κοινωνία. Από τις τόσες θεατρικές ομάδες που έχουν δημιουργηθεί κάποιες θα μείνουν και κάποιες θα χαθούν. Πρέπει όμως να δοθεί σε όλες η ευκαιρία ώστε να δείξουν για τι είναι ικανές, τι θέατρο θέλουν πραγματικά να κάνουν. Θα ήταν κρίμα να χαθούν αξιόλογες ομάδες εξαιτίας οικονομικής ανεπάρκειας και όχι καλλιτεχνικής.

–Έχεις αναλάβει/παίξει σε σημαντικές παραστάσεις, τι έχεις αποκομίσει απ’ όλη σου τη διαδρομή;
–Είμαι ταξιδιώτης της φαντασίας και αυτό μου δίνει μια εσωτερική ελευθερία για να δω τον κόσμο σε πολλές διαστάσεις, με τις ομορφιές και τις ασχήμιες του. Η διείσδυση σε κάθε ρόλο –όπως και η έκθεση μπροστά στο κοινό– είναι ένα μοναδικό ταξίδι αυτογνωσίας. Η επαφή με τα μεγάλα έργα σε οδηγεί σε δρόμους όχι πάντα βατούς, αλλά σίγουρα πολύ ενδιαφέροντες. Το θέατρο είναι περιπέτεια, άλλοτε δίνει απαντήσεις και άλλοτε σου δημιουργεί μεγαλύτερα ερωτήματα.

–Υποδυόμενος ο ηθοποιός κάποιον ρόλο στην τηλεόραση και κάποιον στο θέατρο, τον αλλάζει; Είναι ίδια η υποκριτική διαδικασία;
–Η υποκριτική στην τηλεόραση είναι αόριστος χρόνος, είναι δηλαδή κάτι που έγινε και τελείωσε, ενώ στο θέατρο είναι ενεστώτας, ενεργείς στο τώρα. Πρόκειται για μια διαδικασία σε τετ α τετ συνθήκη και αυτή είναι διαφορετική δουλειά για έναν ηθοποιό. Απευθύνεσαι άμεσα, συντονίζεις την ανάσα σου με το κοινό ή, αν είσαι τυχερός, συντονίζεται η ανάσα του κοινού με τη δική σου. Στο θέατρο ξετυλίγεις το νήμα του συναισθήματος και το κορυφώνεις σε ένα διαρκές παρόν. Αυτό το πριν σε αντιδιαστολή με το τώρα είναι που «αλλάζει» τον ηθοποιό.


«Δυστυχώς, η ανθρώπινη ύπαρξη δεν βάζει μυαλό»


–Θύματα και θύτες, οικογένεια σε κρίση, ένα έργο με δυνατά συναισθήματα;
–…με συνεχείς εκρήξεις καταπιεσμένων συναισθημάτων. Σε κάποιο σημείο του έργου αναφέρει ο Γκέλμαν διά στόματος του Αντρέι, του «ήρωα» που υποδύομαι, προς τη γυναίκα του «Εμείς δεν έχουμε οικογένεια, Νατάσα, έχουμε εταιρία». Και είναι σοκαριστικό, αν αναλογιστούμε την αλήθεια αυτής της φράσης και σε ό,τι αφορά στον γάμο αλλά και σε πολλές άλλες σχέσεις που δημιουργούνται μόνο για το συμφέρον. Σχέσεις που βασίζονται στην ύλη, που έχουν το χρήμα ως Θεό. Δυστυχώς, η ανθρώπινη ύπαρξη δεν βάζει μυαλό.

–Το έργο που ανεβάζεις στηλιτεύει την εξουσία, τον αριβισμό, την ανήθικη «ηθική». Ένα έργο είναι απόλυτα σύμφυτο με την εποχή μας, έτσι δεν είναι;
–Ακριβώς. Όμως, όχι μόνο με τη δική μας εποχή αλλά και με κάθε εποχή. Η ιστορία του κόσμου δείχνει πως ο άνθρωπος, όταν πιαστεί στα πλοκάμια της εξουσίας, όταν δηλαδή εγκλωβιστεί στη σαγήνη του να γίνει ο ίδιος εξουσιαστής, οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια στην ανθρωποφαγία. Η καταστροφική επιθυμία του να κυριαρχήσει, να αποκτήσει δύναμη σε βάρος των άλλων, έχει ολέθριες συνέπειες. Στο «Και τώρα οι δυο μας» αυτή η εξουσία εστιάζεται κυρίως στην επαγγελματική ανέλιξη. Η ανάγκη για επαγγελματική επιτυχία –κατά συνέπεια και κοινωνική– οδηγεί το ζευγάρι του έργου μας σε συναισθηματικό ακρωτηριασμό.

–Τι σημαίνει «συναισθηματικός ακρωτηριασμός»;
–Όταν μένω στα απολύτως απαραίτητα συναισθήματα. Αυτά που μου εξασφαλίζουν απλώς την επιβίωση. «Αισθάνομαι εκ του ασφαλούς». Μόνο τόσο όσο χρειάζεται ώστε να μην γίνομαι ευάλωτος. Όλα τα άλλα συναισθήματα, όπως είναι πρωτίστως η αγάπη, αναγκάζομαι ή καθοδηγούμαι στο να τα καταπνίξω για να πετύχω, αλλά και για να μην ενοχλούν την ευτυχία των αφεντικών. Σιγά-σιγά αυτή η συναισθηματική αδράνεια καταντά τρόπος ζωής.

– Τι νομίζεις ότι σκεφτόταν ο συγγραφέας όταν έγραφε το έργο;
–Μάλλον το έγραψε ως μια καταγραφή της πραγματικότητας. Ο Γκέλμαν βίωσε την πρώην κομμουνιστική κοινωνία της χώρας του στη μετεξέλιξη και τις παθογένειες του καπιταλισμού. Έζησε στο πετσί του τη ραγδαία αλλαγή και τη διάβρωση των συναισθημάτων.

–Παίζεις και σκηνοθετείς, πώς είναι να σκηνοθετείς τον εαυτό σου;
–Πάρα πολύ δύσκολο. Εύχομαι να μου συμβαίνει όλο και λιγότερο. Ευτυχώς έχω πολύ καλούς συνεργάτες που μου λένε την αλήθεια, τη συνάδελφο και παρτενέρ μου Άννα Γιαγκιώζη που σε όλη τη διαδικασία των προβών ήταν αφοσιωμένη και δοτική και τη Γεωργία Μεσιήτη με την οποία επικοινωνούμε αισθητικά και ηθικά. Μεγάλο ρόλο έπαιξε βέβαια και το ότι σκηνοθέτησα ξανά το έργο τον περασμένο Μάιο στην αυθεντική του γλώσσα, τα ρώσικα, με δύο εξαίρετους ηθοποιούς τον Αντρέι Κρούπα και τη Γιούλια Κότοβα. Ως εκ τούτου εργάστηκα στον ρόλο, που τώρα υποδύομαι, αρχικά μόνο ως σκηνοθέτης.


«θα ήθελα ένα ‘‘ομόσπονδο’’ έργο»

–Ποιο έργο θα ήθελες ιδανικά να ανέβαζες σε έναν «ομόσπονδο» κυπριακό θέατρο;
–Ένα έργο «ομόσπονδο» που να γραφτεί με τη μέθοδο του Devised Theatre (από κοινού –σε συνεργασία) με εμπλεκόμενους καλλιτέχνες και από τις δύο πλευρές για να δημιουργήσουν ένα ενιαίο, αδιάσπαστο, δυνατό, θεατρικό δημιούργημα που να αντέχει στον χρόνο και τον χώρο.

–Ποια είναι η γνώμη σου για την παράσταση της «Αντιγόνης» στη Σαλαμίνα;
–Την αισθάνομαι ως μία εκδήλωση ακτιβισμού που αφορά στην ανθρώπινη ανάγκη για ειρηνική συνύπαρξη όλων των κατοίκων του νησιού. Είναι πρωταρχικής σημασίας το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου. Πόσω μάλλον ενός τόσο σπουδαίου θεατρικού λόγου όπως είναι αυτός της «Αντιγόνης». Δεν θα μπορούσε να ακουστεί τίποτα πιο «πολιτικό» από τον πολυσήμαντο λόγο του Σοφοκλή σε ένα αρχαίο θέατρο υπό κατοχή, που βρισκόταν για δεκαετίες σε αδράνεια. Είναι φυσικό τέτοιου είδους δραστηριότητες να δημιουργούν πολλές φορές αντίθετες παραμέτρους (όχι πάντα αδικαιολόγητες). Είναι λεπτές οι γραμμές ισορροπίας και χρήζουν μεγάλης προσοχής.

«Και τώρα οι δυο μας»
Στο έργο του Γκέλμαν «Και τώρα οι δυο μας» ένας άντρας και μια γυναίκα -τους συναντάμε μετά από είκοσι χρόνια γάμου. Έχουν ένα παιδί 16 χρονών. Εκείνος, πολιτικός μηχανικός. Εκείνη, διανοούμενη. Ο σύζυγος για να ανέλθει κοινωνικά, να αναρριχηθεί πάτησε επί πτωμάτων, ξεπουλώντας κάθε αρχή και κάθε αξία. Εκείνη από την άλλη, για να ανέλθει κοινωνικά, να αναρριχηθεί, γνώριζε μα σιωπούσε. Συνεργία με άλλοθι, το μέλλον του παιδιού. Κάποιος θα «πληρώσει», ακόμη και χωρίς να φταίει. Για να επιβιώσουν δαγκώνουν ο ένας τον άλλο σαν λυσσασμένα σκυλιά. Για εκείνα που θέλησαν και για εκείνα που εύχονται να μην είχαν συμβεί. Συντελεστές: Μετάφραση-Διασκευή: Γιώργος Κιμούλης, σκηνοθεσία: Νεοκλής Νεοκλέους. Παίζουν οι ηθοποιοί: Νεοκλής Νεοκλέους, Άννα Γιαγκιώζη.

Παραστάσεις

Νέα Πρεμιέρα:  Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2017, 8:30 μ.μ.

Λευκωσία: Τρία Σαββατοκύριακα στη σειρά: Σάββατο (8:30 μ.μ.) και Κυριακή (6:00 & 8:00) στον ΕΞΑΝΤΑ Bar Theatre (Θεμιστοκλή Πετρίδη 11, Καϊμακλί-Λευκωσία)
Λεμεσός: Κυριακή 12 Μαρτίου (δύο παραστάσεις στις 6:30 μ.μ. & 8:30 μ.μ.), Θέατρο Ένα, Β΄ Δημοτική Αγορά (Θέατρο Ένα), Λεμεσός

Θέατρο-Χορός: Τελευταία Ενημέρωση