ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Μελίνα, μια αστή αντάρτισσα

13 από τις σημαντικότερες ηθοποιούς της νεότερης γενιάς, τιμημένες όλες με το βραβείο «Μελίνα Μερκούρη»

Kathimerini.gr

ΤΗΣ ΓΙΩΤΑΣ ΣΥΚΚΑ 

Στον τρίτο ήχο του κουδουνιού, μια λευκοντυμένη γυναίκα κατευθύνεται με σιγουριά στην πρώτη σειρά του θεάτρου και κάθεται στην άδεια θέση. Τα φώτα σβήνουν. Λένα Παπαληγούρα, Γιούλικα Σκαφιδά, Ιωάννα Κολλιοπούλου, Μαρία Κίτσου, Λένα Δροσάκη, Μαρίνα Ασλάνογλου, Ιωάννα Παππά, Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Ανθή Ευστρατιάδου, Στεφανία Γουλιώτη, Eλενα Μαυρίδου, Εύη Σαουλίδου και Λουκία Μιχαλοπούλου, 13 από τις σημαντικότερες ηθοποιούς της νεότερης γενιάς, τιμημένες όλες με το βραβείο «Μελίνα Μερκούρη», ξεκινούν ισάριθμες αφηγήσεις. Καθεμία παίρνει μία από τις χαρακτηριστικές πόζες της Μελίνας και αρχίζει το «Μελίνα Στοπ Καρέ – Αναζητώντας τη σύγχρονη ελληνικότητα», που έγραψε και σκηνοθέτησε ο Μάνος Καρατζογιάννης στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για τα 100 χρόνια από τη γέννηση της Μελίνας Μερκούρη.

Η παράσταση επρόκειτο να ανέβει τον περασμένο Απρίλιο στο Ρεξ – Εθνικό Θέατρο, όμως το lockdown τη μετέθεσε για τις 20 Οκτωβρίου. Στο Ρεξ και πάλι, αλλά μαγνητοσκοπημένη για λόγους ασφαλείας. Επειτα θα ακολουθήσει η απονομή του βραβείου «Μελίνα Μερκούρη».

«Oταν συζητήσαμε με τη Μανουέλλα Παυλίδου από το Ιδρυμα Μελίνα Μερκούρη και τον Δημήτρη Λιγνάδη από το Εθνικό Θέατρο για το αφιέρωμα με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννηση της Μ. Μερκούρη που διοργανώνει το ΥΠΠΟΑ με τη συνεργασία του ιδρύματος και της πρώτης κρατικής σκηνής, σκέφθηκα ότι οι 13 βραβευθείσες θα μπορούσαν να ερμηνεύσουν καθεμία από τις πλευρές αυτής της χαρισματικής Ελληνίδας», λέει στην «Κ» ο Μάνος Καρατζογιάννης. «Η Μελίνα είχε μια σπάνια ειλικρίνεια για δημόσιο πρόσωπο στην Ελλάδα. Συμβάδιζε ο ιδιωτικός της εαυτός με τον δημόσιο. Το κείμενο αναφέρεται στη χαμένη ελληνικότητά μας. Θυμάμαι την απάντησή της στην ερώτηση “Τι είναι η Ελλάδα”: “Μαγεία και καταστροφή”, απάντησε. Αυτά αναζητάει το κείμενο».

Στις 18/10, ημέρα των γενεθλίων της, θα γίνει μία εκδήλωση με τίτλο «Σαν σήμερα» στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά, ενώ για το 2021 μεταφέρθηκε η μεγάλη έκθεση στην Τεχνόπολη και άλλες δράσεις.

«Θυµάµαι την απάντησή της στην ερώτηση “Τι είναι η Ελλάδα”: “Μαγεία και καταστροφή”. Αυτά αναζητάει το κείµενο», λέει ο Μάνος Καρατζογιάννης, συγγραφέας και σκηνοθέτης της παράστασης «Μελίνα Στοπ Καρέ – Αναζητώντας τη σύγχρονη ελληνικότητα». 

Οι σπουδαίοι ρόλοι, ο Ζυλ Ντασσέν και ο αντιδικτατορικός αγώνας

Τη Μελίνα Μερκούρη τη λάτρευαν ή την αντιπαθούσαν. Εντονη προσωπικότητα, γεμάτη πάθος για ό,τι έκανε, μία γυναίκα με αυθεντική λάμψη και κυρίως μία ευθύτητα σπάνια που δεν άντεχαν όλοι. Γεννήθηκε στο σπίτι φημισμένης πολιτικής οικογένειας.
«Ο πρώτος άντρας που αγάπησα ονομαζόταν Σπύρος. Ηταν υπερβολικά όμορφος, υπερβολικά γοητευτικός. (…) Λάτρευα το αγκάλιασμά του, ένα αγκάλιασμα που ήταν αρωματισμένο με ροδόνερο και βασιλικό. Ηταν δυνατός. Ηταν ψηλός».

Ηταν ο παππούς της, δήμαρχος Αθηναίων επί 30 χρόνια. Της έμαθε να αγαπά την Ελλάδα και την ελευθερία. Ο πατέρας της Σταμάτης, ήταν επίσης φτιαγμένος για την πολιτική, ενώ η μητέρα της Ειρήνη και η γιαγιά της Αμαλία προορισμένες για το σπίτι.
Η Μελίνα ήταν μια αστή αντάρτισσα. Με το σχολείο έπληττε. Το θέατρο ήταν ένας δυνατός έρωτας. Και ο Γιώργος Παππάς το εφηβικό καρδιοχτύπι, μόλις στα 14 της. Δεκαπέντε φορές είδε την παράσταση. Μέχρι που ζητιάνευε στους δρόμους για να εξασφαλίσει τα χρήματα για το εισιτήριο, δήθεν ότι έχασε το πορτοφόλι της.

Στον καθρέφτη έκανε ώρες πρόβα πώς να δακρύζει με γοητεία. Ηθελε να πείσει τη μητέρα της για να βγει στο θέατρο. Εκείνη, ανένδοτη. Ο Τάκης Χορν τη συμβούλεψε να δώσει κρυφά το 1938 εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Πέτυχε. Οι γονείς χωρισμένοι πια –ο πατέρας της εξόριστος της κυβέρνησης Μεταξά– δεν ενέκριναν τα όνειρά της. Την πίστεψε ο Δημήτρης Ροντήρης αλλά ένα χρόνο μετά, ο πάμπλουτος θαυμαστής της Παναγής Χαροκόπος της υποσχέθηκε μια ζωή ελεύθερη για να τον παντρευτεί. Παντρεύτηκαν κρυφά. Ενιωθε ελεύθερη, αλλά ήταν Κατοχή πια.

Ο Κάρολος Κουν της πρότεινε να πρωταγωνιστήσει στο «Λεωφορείον ο πόθος», αλλά πώς να το ξεστομίσει στον Ροντήρη, ο οποίος θεωρούσε το Θέατρο Τέχνης «φιδοφωλιά»; Απείλησε να πέσει στις ρόδες ενός τραμ, για να τον πείσει. Εκείνος, όχι μόνο της έδωσε την άδειά του αλλά πήγε να τη δει στη «φιδοφωλιά» του ανταγωνιστή του.

Ο Κουν ήταν αυστηρός. Στις πρόβες του έργου του Φιλίπ Γιόρνταν «Αννα Λουκάστα», ξεσπούσαν με τον Λυκούργο Καλλέργη στα γέλια. «Δεν θα γελάτε καθόλου στο διάστημα της παράστασης», τους είπε. Ενας θεατής καταλάβαινε και απολάμβανε την πίεση των πρωταγωνιστών. Ηταν ο Πύρρος Σπυρομήλιος στον οποίο έδωσε την καρδιά της.

Στο Θ.Τ. γνώρισε και τον Μάνο Χατζιδάκι, κι έγινε «σκλάβα της γοητείας του» αλλά κι εκείνος της δικής της. Επειτα ήρθε η «Στέλλα», άλλωστε ο Ιάκωβος Καμπανέλλης της το είχε πει «είσαι η πιο χειραφετημένη γυναίκα στην Ελλάδα». Ο Μιχάλης Κακογιάννης μετέφερε την ιστορία στον κινηματογράφο. Ηταν 1955 πια, και ο σκηνοθέτης πίστευε ότι η Μελίνα θα πάρει το βραβείο πρώτου γυναικείου ρόλου στις Κάννες. Η γιορτή ήταν ξέφρενα ελληνική, όμως το βραβείο η Μελίνα δεν το πήρε. «Εχει τόσο μεγάλη σημασία;», τη ρώτησε ο γαλανομάτης νέος Αμερικανός σκηνοθέτης, πλησιάζοντάς την. «Αξίζεις περισσότερα από αυτό». Τη φίλησε στο μάγουλο κι έφυγε. Ηταν ο Ζυλ Ντασσέν.

Στην Αθήνα πια, η Μελίνα έλαβε δύο γράμματά του από το Παρίσι για να παίξει τη Μαρία Μαγδαληνή στο «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» του Νίκου Καζαντζάκη. Οταν τον συνάντησε στη γαλλική πρωτεύουσα, ένιωσε αμέσως ότι είναι ο άντρας της ζωής της.

Στην Ελλάδα όταν ήρθε, του άρεσαν όλα. Η χώρα, οι άνθρωποι, η μουσική, το μπουζούκι. Τον Ν. Καζαντζάκη τον συνάντησαν μαζί στην Αντίμπ. Ηταν άρρωστος αλλά έλεγε ότι «δεν είχε χρόνο να πεθάνει». Τα γυρίσματα ξεκινησαν στην Κρήτη αλλά οι Κρητικοί, όσο κι αν απολάμβαναν να ακούνε τη Μελίνα να μιλάει για το σενάριο, δεν πείστηκαν να παίξουν τους Τούρκους στις σκηνές του πλήθους. Το δέχτηκαν κάποιοι από τους Αμερικανούς πεζοναύτες από τη γειτονική στρατιωτική βάση. Η ταινία με τίτλο «Αυτός πρέπει να πεθάνει» κέρδισε διεθνή βραβεία και επαίνους από τον Κοκτό.

Με τον Κάρολο Κουν και τη Δέσπω Διαμαντίδου

«Αλυσοδεμένη χώρα»

Ακολούθησε το «Ποτέ την Κυριακή». Τα γυρίσματα έγιναν στο Πέραμα και η Ιλλυα, η ανυπότακτη πόρνη του λιμανιού που έπαιξε η Μελίνα, έγινε η αγαπημένη όλων των «κοριτσιών». Ηταν στο μπάνιο όταν ο Ντασσέν της ανήγγειλε ότι κέρδισε το βραβείο της καλύτερης ηθοποιού στις Κάννες.

Επειτα από επτά χρόνια σχέσης και μία ακόμα ταινία, το «Τοπ Καπί», παντρεύτηκαν στη Λωζάννη και έπειτα ανέβασαν το «Ιλλυα Ντάρλινγκ» στο Μπρόντγουεϊ. Ωσπου ένα βράδυ, αναστατωμένος ο Μάνος Χατζιδάκις της τηλεφώνησε ότι έγινε πραξικόπημα στην Αθήνα. «Σιχαίνομαι να παίζω την Ιλλυα γιατί είναι ένα ψέμα. Δεν υπάρχει ευτυχία στην Ελλάδα σήμερα. Είναι μία αλυσοδεμένη χώρα», δήλωσε εκείνη λίγες ημέρες μετά.

Τις καταγγελίες της για τη χούντα διαδέχθηκαν απειλές. Το FBI την προειδοποίησε ότι ετοιμάζεται απόπειρα δολοφονίας. Στις 12 Ιουλίου την πληροφόρησε ξένος δημοσιογράφος ότι ο τότε υπουργός των Εσωτερικών Παττακός, την «κήρυξε εχθρό του λαού». Οτι η περιουσία της θα δημευθεί και θα της αφαιρεθεί η ελληνική ιθαγένεια. «Εγώ γεννήθηκα Ελληνίδα, αυτός γεννήθηκε φασίστας. Αυτός θα πεθάνει φασίστας κι εγώ θα πεθάνω Ελληνίδα», απάντησε.

Πολλοί καλλιτέχνες και διανοούμενοι συμπαραστάθηκαν στον αντιδικτατορικό αγώνα που έκανε. Ο Μίλερ απαγόρευσε το ανέβασμα οποιουδήποτε έργου του στην Ελλάδα, ο Αλμπι ζήτησε να μη συμμετάσχει κανείς καλλιτέχνης στο Φεστιβάλ Αθηνών, η Φαλάτσι, ο Ζαν-Πολ Σαρτρ, ο Αντρέ Μαλρό την υποστήριζαν. Στο Παρίσι πια το ζευγάρι το 1969, δίνει χρήματα, στέγη, βοήθεια αλλά και νομική υποστήριξη σε όποιον Ελληνα ερχόταν φυγάς από την πατρίδα. Οι Κώστας Γαβράς, Νίκος Πουλανζτάς, Ιάννης Ξενάκης, Νίκος Κούνδουρος, Γιώργος Σεβαστίκογλου, Βασίλης Βασιλικός, Αλκη Ζέη γέμιζαν το σπίτι τους κάθε βράδυ. Μαζί και η Σιμόν Σινιορέ με τον Ιβ Μοντάν. Ενώ οι Αρθουρ Μίλερ, Λόρενς Ολίβιε, Λίλιαν Χέλμαν, Μαξιμίλιαν Σελ, εμφανίστηκαν μαζί και με τον Μίκη Θεοδωράκη στη «Δοκιμή» που γύρισε ο Ντασσέν μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου.

Με τον Ζυλ Ντασσέν και τον Μπερνάρντο Μπερτολούτσι

Η πολιτική

Στη δημοκρατική Ελλάδα πια, η Μελίνα ονειρευόταν τη «Μήδεια». «Ρόλος με ιδεολογία», έλεγε. Την έπαιξε όταν ο Μίνως Βολανάκης την κάλεσε στο ΚΘΒΕ με τον Δημ. Παπαμιχαήλ. Ακολούθησε ο ρόλος της Κλυταιμνήστρας στην «Ορέστεια» που ανέβασε ο Κουν το 1981. Ηταν η πρώτη της φορά στην Επίδαυρο και η τελευταία στο θέατρο. Γιατί υπήρχε και η πολιτική, από το 1977 την κατέβασε στην Β΄ Πειραιώς ο Ανδρέας Παπανδρέου. Στις γειτονιές της Κοκκινιάς αρνούνταν να υποδυθεί μια άλλη. Πήγαινε καλοντυμένη στις λαϊκές, έπαιζε τάβλι στα καφενεία. Στη Βουλή είχε τρακ. Οταν της φώναξε ένας βουλευτής της αντιπολίτευσης ότι δεν αρκεί να τους δείχνει τις γάμπες της, δάκρυσε.

«Ελάτε να ονειρευτούμε», είπε όταν έγινε υπουργός Πολιτισμού. Αντεξε και στους 16 ανασχηματισμούς του ΠΑΣΟΚ. Είπε στο Βρετανικό Μουσείο «Give them back» για τα Μάρμαρα του Παρθενώνα, καθιέρωσε τις Πολιτιστικές Πρωτεύουσες, τον θεσμό των ΔΗΠΕΘΕ, το πρόγραμμα ΜΕΛΙΝΑ – εισαγωγή του Πολιτισμού και της Θεατρικής Αγωγής στα σχολεία, έδωσε έμφαση στην πολιτιστική κληρονομιά και την αναστήλωση των μνημείων. Είχε σχέδια ώς το τέλος.

Φεβρουάριος του 1994. Αποχαιρέτησε τα κορίτσια του γραφείου της, ήταν η τελευταία της ημέρα στο υπουργείο Πολιτισμού πριν ταξιδέψει για νοσηλεία στο Memorial. Πριν φύγει, πήρε στα χέρια της τη μικροσκοπική λατέρνα που της είχε δωρίσει ο Γιάννης Τσαρούχης, έβαλε να παίζει το «Ποτέ την Κυριακή» και έφυγε σιωπηλή.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Θέατρο-Χορός: Τελευταία Ενημέρωση