ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Τι χρείαν έχομεν ποιητών;

Σκόρπιες σκέψεις για την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Λίγες μέρες μετά που έφυγε ο ποιητής Θεοκλής Κουγιάλης, ένας από τους καλύτερους ποιητές της γενιάς του και από τους πιο σπουδαίους της κυπριακής λογοτεχνίας, σημείωσα στη στήλη μου «Επισημάνσεις» της 15ης Ιανουαρίου ότι μάλλον δεν χρειάζονται οι ποιητές, πελλάρες είπα, τι μας χρειάζονται οι ρομαντικοί αυτοί γραφιάδες, που δεν έχουν τη δύναμη παρά να αλλάξουν το τελικό νι του άρθρου ή μερικοί να αγωνιούν να βρουν το άπαξ συναντώμενο και να το βάλουν στο ποίημά τους. Σήμερα, Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, και η μέρα το θέλει να ξαναθυμηθούμε την ποίηση, αύριο πάλι έχουμε καιρό γι’ άλλα.

Ποίηση δεν είναι να γράφεις και ξαναγράφεις για πράγματα που χιλιοειπώθηκαν και όσοι ακούν απ’ έξω ν' αναστενάζουν και να λεν πάλι γι' αυτά γράφουν οι ποιητές μας, πόσες φορές; Για να ξαναπείς τα περασμένα πρέπει να έχεις «αμπράτη», συγχωρέστε μου τη διάλεκτο – αναζητήστε τη λέξη. Να τα πεις και να ’ναι σαν να τ’ ακούς για πρώτη φορά και να σε κατακλύζει ρεύμα. Ξέρετε, κουράζονται όσοι βρίσκονται έξω από την ποιητική κονίστρα, χωρίς να ακούν κάτι το καινούργιο, και είναι τότε που επιμένουν ότι αυτή είναι μόνο για τους κουλτουριάρηδες, τους ρομαντικούς και τους αθκιασσερούς, κι η ποίηση στέκει παρακεί και αδύναμη δεν μπορεί να τους μεταπείσει, οι ποιητές πρέπει να μπορούν, όμως.

Ποιητές εκ του προχείρου πολλοί, ποιητές κατ’ αποκοπήν περισσότεροι, ποιητές που βάζουν κάτω το λεξικό και το απειλούν να τους δώσει λέξεις κάμποσοι. Κι η ποίηση δεν ξέρει να τιμωρεί, δεν θέλει να κολάζει, είναι μεγαλόθυμη η ποίηση. Θέλει όλοι να γράφουν, αλλά να μη φωνάζουν όσοι δεν έχουν τίποτα καινούργιο να πουν.

Ποίηση διαλεκτική ή αν θέλετε στη γλώσσα μας! Την πιάνουμε από τα μαλλιά και την περιφέρουμε στης χώρας τα στενά, σαν σε τσίρκο, συγχωρέστε με, και είναι τόσο όμορφη, μα εμείς τη βάφουμε με ό,τι λέξεις βρούμε πρόχειρες στο θυμικό μας, στο ερμάρι της γιαγιάς, αλλά η γιαγιά μας τη λέξη τη ζούσε, δεν την είχε μπιμπελό στην αρμαρόλα. Δείτε τον Μιχάλη Πασιαρδή, δεν γράφει ποιήματα, ζωγραφίζει λέξεις με το χώμα της γης του, τα κυπριακά, παίρνει χώμα, φτύνει τα χέρια του και φτιάχνει πηλό, και από εκεί πετάσσουνται τρακόσια παραπούλια και ξεγελάει με τη σειρά του κι αυτός το υνί της κριτικής και του ψευτοπολιτισμού της νεωτερικότητας, γιατί ο ίδιος είναι γη και συνάμα μνήμη. Ο Μιχάλης Πασιαρδής αλληλογραφεί με την ερωμένη του Κύπρο, ως αντίδωρο της αφιερώνει τετράστιχα. Μα και αυτό το στυλ, είπαμε, είναι για λίγους που αντέχουν να συνθλιβούν στις γλωσσικές μυλόπετρες.

Ακούσατε τη μελοποίηση των Monsieur Doumani «Ε, άδρωπε» του Κυριάκου Καρνέρα; Τον ξέρατε τον Κυριάκο Καρνέρα; Λέει: «μα στάθης τζιαι καμιά φοράν τζιαι σκέφτηκες ποιος είσαι; Σαν ένα φύλλον του δέντρου που σιέται όπως πρέπει, τζι άξιππα ππέφτει πας στη γην τζιαι λλίον λλίον σέπει». Ναι, αυτός ο άνθρωπος χωρίς πτυχία και περγαμηνές, χωρίς μικρόφωνα και ’γω δεν ξέρω τι, στάθηκε και έγραψε τη ματαιότητα των ανθρωπίνων και σαν κι αυτόν πολλοί, σαν τον Καρνέρα πάρα πολλοί, και να σας πω, καμιά φορά προτιμώ αυτούς τους ποιητές, που δεν το ξέρουν ότι είναι, αλλά η ποίηση το ξέρει για λογαριασμό τους.

Έχομεν χρείαν ποιητών, να είστε σίγουροι, αρκεί να μάθουμε να τους ακούμε όταν μιλάνε, μα και εκείνοι να μιλάνε ως επί όρους ομιλητές και όχι από άμβωνος κύμβαλα αλαλάζοντα.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Πολιτισμός: Τελευταία Ενημέρωση