
Του Παναγιώτη Καπαρή
Η άκρα ταπείνωση αρχιερέων και δεσποτάδων. Το θαύμα φανερώνεται μέσα από δόξες και τιμές, αλλά και μέσα από σκοτεινές ατραπούς. Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Α΄, στα τελευταία χρόνια της ζωής του, κατάκοιτος στο διαμέρισμά του, στο πίσω μέρος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, καθόταν σε μια καρέκλα, χωρίς να μπορεί να μιλήσει και με ένα βλέμμα απλανές. Κάθε φορά όμως που ζητούσαμε την ευχή του και φιλούσαμε το χέρι του, ένας ποταμός δακρύων έτρεχε από τα μάτια του. Ήταν ίσως το ισχυρότερο κήρυγμα, από τον ιεράρχη, ο οποίος με τον πύρινο λόγο του, για δεκαετίες φόβιζε ακόμη και Προέδρους Δημοκρατίας. Τότε προηγήθηκε η υπόθεση «Παγκράτιου», η πνευματική αδυναμία του Αρχιεπισκόπου και η αποκάλυψη των οικονομικών σκανδάλων από συγγενείς του Προκαθημένου. Ο τότε τοποτηρητής Χρυσόστομος Β΄, άρχισε τις έρευνες, με αστυνομική μαεστρία και με τη συνδρομή της εφημερίδας Πολίτης, οι οποίες τελικά σταμάτησαν μια Κυριακή πρωί, από την αυτοχειρία ενός λογιστή της Αρχιεπισκοπής, ο οποίος λέγεται ότι ήταν εντελώς αθώος, αλλά δεν άντεξε τη δημόσια κατακραυγή.
Ο επίσκοπος Τυχικός, τέως μητροπολίτης Πάφου, έκλαιγε γοερά, το βράδυ της καταδίκης του, από την πλειοψηφία της Ιεράς Συνόδου. Ζήτησε, έλεγε ψελλίζοντας, μια δεύτερη ευκαιρία, την οποία δεν του έδωσαν οι υπόλοιποι συνοδικοί. Ήταν το κλάμα του ανθρώπου, η πιο κραυγαλέα απάντηση, στα όσα υπέστη κατά τη διάρκεια της ημέρας, αλλά και τις επιθέσεις τις οποίες δέχθηκε τους προηγούμενους μήνες, από τον Αρχιεπίσκοπο Γεώργιο, τον δήμαρχο Πάφου, πολλούς άλλους, αλλά και αρκετά Μέσα Ενημέρωσης. Ο επίσκοπος Τυχικός, τόσους μήνες, είτε από αδυναμία είτε από ντροπή για τα λάθη του, είτε από χριστιανική θεώρηση των πραγμάτων, γύριζε μόνο το μάγουλο και δεχόταν χαστούκια, λέγοντας ότι αγαπά τους πάντες, με πρώτο τον Αρχιεπίσκοπο Γεώργιο.
Όλα στο σχέδιο του Θεού και σίγουρα ξέρει καλύτερα ο Δικαιοκρίτης Θεός. Ο άγιος Ιάκωβος ο αδελφόθεος γράφει στην επιστολή του: «η γαρ κρίσις ανέλεος τω μη ποιήσαντι έλεος. Κατακαυχάται έλεος κρίσεως…» (γιατί στην τελική κρίση, δεν θα υπάρχει έλεος γι’ αυτόν που δεν έδειξε ευσπλαχνία. Για τον φιλεύσπλαχνο όμως, η τελική κρίση θα είναι θρίαμβος…). Η απόφαση της πλειοψηφίας της Ιεράς Συνόδου σίγουρα δεν τίθεται μόνο στην κρίση των ανθρώπων. Η γλώσσα του Θεού είναι η σιωπή και αρκεί λίγη υπομονή, ώστε να καθαρίσει η καταχνιά, από τη νέα αναταραχή στον χώρο της Εκκλησίας της Κύπρου.
Οι περισσότεροι πιστοί δεν κατάλαβαν ποιο ήταν το τόσο σοβαρό αμάρτημα του επισκόπου Τυχικού, ώστε να υποστεί τον διασυρμό, την εκδίωξη και τελικά την έκπτωση (έκπτωτος ήταν η φρικτή λέξη) από τον θρόνο της Μητρόπολης Πάφου. Συνέκριναν και τις υποθέσεις των προηγούμενων μηνών με τους μοναχούς της Ιεράς Μονής του Οσίου Αββακούμ και όλους όσοι εμπλέκονται σε αυτή τη θλιβερή υπόθεση. Οι εξηγήσεις του Αρχιεπισκόπου Γεώργιου και θεολόγων δεν φώτισαν επαρκώς την υπόθεση. Αντιθέτως, επέτειναν τις υποψίες, ότι κάτι άλλο κρύβεται πίσω από τις αντιδράσεις του Οικουμενικού Πατριάρχη, της ελληνικής κυβέρνησης, του δημάρχου Πάφου, του γαμπρού από την Αμερική, αλλά και τη βιασύνη για να καταδικαστεί ένας αρχιερέας, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να υπερασπιστεί τον εαυτό του, όπως τουλάχιστον λένε οι υποστηρικτές του επισκόπου Τυχικού.
Στο προσκήνιο ήρθε και η άγνωστη λέξη «αποτείχιση», δηλαδή η επιλογή ενός κληρικού, επισκόπου, ιερέα και διακόνου, να μη μνημονεύει έναν αρχιερέα, εκτιμώντας ότι είτε είναι αιρετικός, είτε υπέπεσε με άλλο βαρύ αμάρτημα. Οι καθηγητές Θεολογίας άρχισαν να μιλούν για Αγίους Πατέρες, οι οποίοι δεν μνημόνευαν αιρετικούς αρχιερείς και για αγιορείτες μοναχούς, οι οποίοι πριν από μερικές δεκαετίες δεν μνημόνευαν τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα, γιατί επιχειρούσε τη συνένωση Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών. Σήμερα έχουμε τη σύγκρουση μεταξύ Οικουμενικού Πατριαρχείου και Εκκλησίας της Μόσχας, όπως αυτή εκφράζεται με τη διαγραφή από τα δίπτυχα. Το 1974 κατά τη διάρκεια του 8ήμερου πραξικοπήματος, οι εκφοβισμοί και τα βασανιστήρια των «κοπελιών» της ΕΟΚΑ Β προς ταπεινούς παπάδες, ήταν να μη μνημονεύουν στον Μακάριο, αλλά τους τρεις μητροπολίτες, οι οποίοι καθαιρέθηκαν. Η μνημόνευση ενός αρχιερέα δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση, αν αναλογιστεί κανείς τη ρήση ότι ο «Επίσκοπος ίσταται εις τόπον Χριστού».
Τα «πάθια και οι καημοί του κόσμου» δεν έχουν τελειωμό, όπως θα έλεγε και Κυρ Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο Χριστός και έτσι όλες οι μικρότητες και οι αστοχίες των ανθρώπων, ανατρέπονται μέσα από την αγάπη και το θαύμα. Χριστός Ανέστη και η χαρά από τον θάνατο του θανάτου δεν αφήνει χώρο, ούτε για θλίψη ούτε για οργή.