
Φανταστείτε να ζείτε σε έναν κόσμο όπου δεν σας επιτρέπεται να κυκλοφορήσετε ελεύθερα. Απλώς σκεφτείτε για μια στιγμή ότι μια έξοδος για φαγητό είναι μια υπόθεση περίπλοκη και μπορεί να γίνει μόνο κάτω από πολύ συγκεκριμένες συνθήκες άρα καθίσταται συχνά ανέφικτη, ενώ μια συναυλία, μια ταινία στο σινεμά ή μια θεατρική παράσταση ή ακόμα και ένας ποδοσφαιρικός αγώνας δεν έχει ποτέ θέση για εσάς. Αναλογιστείτε για μια στιγμή τι σημαίνει για έναν άνθρωπο που βρίσκεται σε τροχοκάθισμα για τον οποιονδήποτε λόγο, αυτός ο περιορισμός που προκύπτει από την απουσία προνοιών, προδιαγραφών, την απουσία ενσυναίσθησης και ευαισθησίας. Ένας περιορισμός που καθηλώνει επί της ουσίας το άτομο και του στερεί το δικαίωμα για ποιότητα ζωής, το δικαίωμα πρόσβασης σε κάτι που για την πλειοψηφία είναι δεδομένο, και το δικαίωμα της συμμετοχής στην κοινωνία.
Παρακολουθώντας τις τελευταίες μέρες τις συζητήσεις που γίνονται με αφορμή την έγκριση του νομοσχεδίου για την ίδρυση και λειτουργία χώρων εστίασης και διασκέδασης, θέλησα να μάθω αν υπάρχει κάποια αναφορά για τη διασφάλιση της προσβασιμότητας. Κατά πόσο δηλαδή η νέα νομοθεσία έχει αναπροσαρμοστεί και εκσυγχρονίσει τα σημεία που διασφαλίζουν ότι ένα άτομο σε τροχοκάθισμα θα μπορεί να επισκεφθεί ένα εστιατόριο χωρίς να στριμωχτεί, ένα άτομο με οπτική αναπηρία θα μπορεί να διαβάσει το μενού με το σύστημα braille, ή θα υπάρχει η διακριτικότητα για εξυπηρέτηση των πελατών με ακουστική αναπηρία. Πράγματα που θα έπρεπε να είναι αυτονόητα, ή τουλάχιστον θα έπρεπε να είναι αυτονόητο ότι ρυθμίζονται με κάποιο τρόπο. Ας δούμε τι ισχύει σήμερα. Στην αίτηση για ανανέωση της κατάταξης και έκδοση άδειας λειτουργίας κέντρου αναψυχής που είναι αναρτημένη στην ιστοσελίδα του υφυπουργείου Τουρισμού, περιλαμβάνεται μια κατηγορία «Διευκολύνσεις για Άτομα με αναπηρίες» στο οποίο καλούνται οι ιδιοκτήτες των εστιατορίων να δηλώσουν αν υπάρχει η δυνατότητα για φιλοξενία ΑμεΑ σε τροχοκάθισμα, αν υπάρχουν χώροι στάθμευσης, εύκολα προσβάσιμη είσοδος και χώρος υγιεινής. Ο εκάστοτε αιτητής μπορεί να απαντήσει Ναι ή Όχι. Η προσβασιμότητα λοιπόν είναι προφανώς προαιρετική. Κάτι που θα έπρεπε να ρυθμίζεται από την ίδια τη νομοθεσία αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια και διάθεση του κάθε ιδιοκτήτη εστιατορίου, καφετέριας, ταβέρνας ή και ξενοδοχείων, μέχρι ακόμα και ιατρείων και ιατρικών κέντρων. Γιατί συμβαίνει κι αυτό. Περιπτώσεις ιατρείων που δεν είναι προσβάσιμα σε ασθενείς με αναπηρία.
Ας γίνει μια αρχή τώρα, κατά τη συζήτηση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου στη Βουλή ώστε να διασφαλιστεί η προσβασιμότητα έστω στην εστίαση. Και το σημαντικότερο, να περιληφθούν και να εφαρμοστούν οι ασφαλιστικές δικλίδες ώστε η προσβασιμότητα που κάποιοι χώροι διατείνονται ότι προσφέρουν, να τη διαθέτουν στην πραγματικότητα. Γιατί, το να προσφέρεται χώρος υγιεινής στο ισόγειο μιας καφετέριας δεν σημαίνει απαραίτητα ότι πληρούνται οι απαιτούμενες διαστάσεις, αποστάσεις και προδιαγραφές ώστε να μπορεί να εξυπηρετηθεί ένα άτομο σε τροχοκάθισμα.
Το ζήτημα είναι πολυδιάστατο και πολυεπίπεδο και η επίλυσή του πρέπει να προέρχεται από το ίδιο το κράτος και την πολιτεία. Δεν αρκεί να διαφημίζουμε την προσβασιμότητα, αλλά να υπάρχει στην ουσία. Και για να γίνει αυτό πρέπει αυτό το κομμάτι να περάσει στη νοοτροπία μας. Να δίνεται χώρος για όλους. Σε μια πρόσφατη δράση καταγραφής προσβάσιμων σημείων, διαπιστώθηκε ότι όσοι είναι σε τροχοκάθισμα δεν μπορούν να διασταυρώσουν τον δρόμο, να χρησιμοποιήσουν το πεζοδρόμιο και τους δημόσιους χώρους υγιεινής. Ακόμα και στις περιπτώσεις όπου υπήρχε η σχετική σήμανση, εντούτοις όπως αποδείχθηκε οι προδιαγραφές προσβασιμότητας δεν πληρούνταν. Η καταγραφή, που έγινε ήταν στην περιοχή Φοινικούδες στη Λάρνακα και είναι ενδεικτική για το τι επικρατεί σε όλους τους δήμους και όλους τους πολυσύχναστους χώρους στη χώρα μας. Σε μία χώρα στην οποία σύμφωνα με το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 21,1%, ένας στους πέντε κατοίκους δηλαδή, έχει κάποιας μορφής αναπηρία και δεν απολαμβάνει απρόσκοπτα το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας. Κάτι που αποτελεί την ελάχιστη υποχρέωση ενός κράτους απέναντι στους πολίτες του και που συνιστά τη μεγαλύτερη διάκριση και περιθωριοποίηση όταν δεν το προσφέρει.
Η κα Μαρία Ηρακλέους είναι σύμβουλος Επικοινωνίας.