ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Το παρελθόν κυνηγάει τραπεζικά ιδρύματα

Τα αξιόγραφα της Λαϊκής, της Τράπεζας Κύπρου, η ελλιπής πληροφόρηση και οι νοικοκυραίοι επενδυτές

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Μία και πλέον εβδομάδα μετά τις καταγγελίες του δικηγόρου Νίκου Κληρίδη αδελφού του γενικού εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη, για ευνοϊκή μεταχείριση μέσω εξωδικαστικού συμβιβασμού δύο υποθέσεων κατόχων αξιογράφων από την Τράπεζα Κύπρου που τυγχάνει να είναι της κόρης και της αδελφής του Προέδρου του Ανωτάτου, Μύρωνα Νικολάτου, εκτός από πολλές απόψεις, βγήκαν λόγω επικαιρότητας και αρκετά ποσοτικά στοιχεία που αφορούν στα Αξιόγραφα. Τα επενδυτικά αυτά προϊόντα υψηλού κινδύνου, δέκα και πλέον χρόνια μετά την αγορά τους από καταθέτες της Τράπεζας Κύπρου και της πρώην Λαϊκής Τράπεζας, πρωταγωνιστούν στην επικαιρότητα. Μπορεί η οικονομία της Κύπρου να απαγκιστρώθηκε από κακές πρακτικές του Συνεργατισμού με την πώλησή του, όμως φαίνεται πως οι κακές τραπεζικές συνήθειες του παρελθόντος συνεχίζουν να κυνηγούν και άλλα τραπεζικά ιδρύματα. Στην προκειμένη περίπτωση, την Τράπεζα Κύπρου.

Γι’ αυτό εξάλλου η Βουλή των Αντιπροσώπων μαζί με το Υπουργείο Οικονομικών προσπαθεί ακόμα και σήμερα να εξεύρει τρόπους για να αποζημιώσει έστω και σταδιακά μετά από έξι χρόνια κατόχους αξιόγραφων, καταθέτες της Λαϊκής Τράπεζας και μετόχους της Τράπεζας. Αυτό θα γίνει μέσω του Εθνικού Ταμείου Αλληλεγγύης, που αν και μέχρι στιγμής έχει περιορισμένους πόρους, ύψους 55 εκατομμυρίων ευρώ πλέον 16 ακινήτων κρατικής περιουσίας, σε βάθος χρόνου θα γίνουν προσπάθειες για περιορισμό των ζημιών που υπέστησαν οι συγκεκριμένες ομάδες. Τουλάχιστον η πολιτική που συζητείται και αναμένεται να οριστικοποιηθεί στις επόμενες εβδομάδες, αυτό προνοεί. Ο κ. Κληρίδης όμως έφερε στην επιφάνεια την προηγούμενη Παρασκευή δύο περιπτώσεις οι οποίες εξαιρέθηκαν του κουρέματος που υπέστησαν οι αξιόγραφοι και που η Τράπεζα Κύπρου επέστρεψε το ποσό στους αξιόγραφους. Στην προκειμένη περίπτωση, στην κόρη και στην αδελφή του Προέδρου του Ανωτάτου.

Η Τράπεζα Κύπρου σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύτηκαν έχει προχωρήσει εξωδίκως σε 333 διευθετήσεις παρόμοιου τύπου. Ωστόσο, «μαζική επίλυση δεν μπορεί να γίνει» σημείωσαν πηγές της τράπεζας στα ΜΜΕ, αντίστοιχη με τις «μοναδικές διευθετήσεις» τύπου Νικολάτου. Οι 333 διευθετήσεις πάντως είναι πάρα πολλές για να μην είχαν γίνει γνωστές στο ευρύ κοινό και στον Σύνδεσμο Κατόχων Αξιογράφων. Ένα νούμερο 10 – 15 αντίστοιχων υποθέσεων δηλαδή, θα ήταν ρεαλιστικότερο για να μην έχει περιέλθει και στην αντίληψη των Κατόχων Αξιόγραφων.

Διακανονισμοί για δάνεια

Εκείνο που έχει περιέλθει στην αντίληψη του Κύπριων πολιτών όμως, και δη των Κατόχων Αξιόγραφων, είναι οι διακανονισμοί της Τράπεζας Κύπρου με τους κατόχους αξιόγραφων για την  εξόφληση μέρους των δανείων που είχαν λάβει με εξασφάλιση τα τότε αξιόγραφά τους. Πρακτική που πράγματι εφάρμοζε η Τράπεζα Κύπρου όταν πελάτες είχαν μετατρέψει τις καταθέσεις τους σε αξιόγραφα. Τέτοιες υποθέσεις είναι περί τις 1.150 και δεν αφορούν αγωγές που κίνησαν κάτοχοι αξιόγραφων , ζητώντας  πίσω  τα  χρήματά τους. Όταν ένας πελάτης της Λαϊκής Τράπεζας ή της Τράπεζας Κύπρου είχε μετατρέψει τις καταθέσεις του σε αξιόγραφα για παράδειγμα το 2008 και το 2010 ήθελε να λάβει την κατάθεσή του πίσω, η Τράπεζα έδινε δάνειο ίσης αξίας με αυτή του αξιόγραφου, προσφέροντας ως εξασφάλιση του δανείου τα ίδια τα αξιόγραφα. Από τη μία δηλαδή οι τράπεζες προσπαθούσαν να προωθήσουν επενδυτικά προϊόντα υψηλού κινδύνου σε καταθέτες, από την άλλη όμως οι καταθέτες προσπαθούσαν να παίξουν, δίχως να είναι γνώστες, τον ρόλο του επενδυτή. Οι αποδόσεις των αξιόγραφων στη Λαϊκή Τράπεζα και στην Τράπεζα Κύπρου ήταν 7% – 8,5%, ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό. Ο συνδυασμός των δύο μερών – εκ του αποτελέσματος του 2013 – έφερε σίγουρα ένα τοξικό αποτέλεσμα. Συν τοις άλλοις, με τη μετατροπή των καταθέσεων ενός πελάτη –με τη σύμφωνη γνώμη του πάντα – υπήρχε ένας σημαντικός αστερίσκος. Η έλλειψη επενδυτικών γνώσεων ή η μη επαρκής πληροφόρηση από πλευράς των τραπεζών –όπως θέλετε πείτε το – των πελατών τους μετέτρεψε από καταθέτες σε πιστωτές. Όταν μία τράπεζα αντιμετωπίζει πρόβλημα, οι πρώτοι που λαμβάνουν το ρίσκο είναι οι μέτοχοί της, δεύτεροι οι πιστωτές και τρίτοι οι καταθέτες. Άρα από εκεί που είχαν μικρό ρίσκο, έγιναν δεύτεροι τη τάξη στην πυραμίδα ρίσκου της τράπεζας.

Αχαρτογράφητα νερά

Όπως σωστά καταγράφει ο Σύνδεσμος Κατόχων Αξιογράφων, τον Ιούλιο του 2012 σταμάτησαν να καταβάλλουν τόκους στα αξιόγραφα, εκείνο το 7% – 8,5%. Εκείνοι δε που είχαν συνάψει δάνεια με εξασφαλίσεις τα ίδια τους τα αξιόγραφα, με επιτόκια χαμηλότερα από τις αποδόσεις των αξιογράφων τους (άρα και πληρώνονταν άκοπα στην ουσία) σταμάτησαν να έχουν ροή εσόδων και να έχουν πλέον μόνο χρέος αντίστοιχο με εκείνο του ποσού του αξιόγραφού τους. Άρα, οι κάτοχοι σταμάτησαν να καταβάλλουν τις δόσεις τους, αφού δεν είχαν πλέον τη δυνατότητα και έγιναν ΜΕΔ. Ο Σύνδεσμος Αξιογράφων σημειώνει πως το 95% των αξιογράφων της Λαϊκής δεν ήταν μετατρέψιμα και δεν επιτρεπόταν η μετατροπή τους σε μετοχές από την τράπεζα. «Αντίθετα η πλειονότητα των αξιογράφων (όχι των χρεογράφων) της Τράπεζας Κύπρου ήταν μετατρέψιμα σε μετοχές, πράγμα που η τράπεζα απέκρυπτε», υποστηρίζει χαρακτηριστικά.

Η αλήθεια είναι ότι η συνταγή του Μαρτίου του 2013 για την Κύπρο με το κούρεμα ήταν ένα πείραμα το οποίο είχε τεράστιες συνέπειες σε μετόχους, πιστωτές και καταθέτες των τραπεζών. Τα αξιόγραφα της Λαϊκής Τράπεζας μηδενίστηκαν (αφού έκλεισε), ενώ της Τράπεζας Κύπρου μετατράπηκαν σε μετοχές της Τράπεζας με σχεδόν μηδενική αξία. Τα δάνεια που είχαν συναφθεί με εξασφαλίσεις αξιόγραφα της Λαϊκής μεταφέρθηκαν στην Τράπεζα Κύπρου, ενώ τα αξιόγραφά της μηδενίστηκαν. Η κρίση στην Κύπρο ήταν τραπεζική, με την Κύπρο ακόμα να προσπαθεί να μειώσει τα ΜΕΔ της παρά την οικονομική ανάκαμψη που παρουσιάζει. Τώρα είναι πλέον εις θέση έστω και με μικρά βήματα να προσπαθήσει να μειώσει τη ζημιά που υπέστησαν οι παραπάνω πληγέντες. Με τα 55 συν 16 ακίνητα κρατικής περιουσίας. Τέλος, πρέπει να γίνει κατανοητό πως υποθέσεις «Νικολάτων» και όποιων «Νικολάτων» περνούν από τα τραπεζικά χωράφια σε χωράφια νομικά και πολιτικά.

ΕΝΤΥΠΗ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση