

Του Απόστολου Κουρουπάκη
Παρακολούθησα την περασμένη Δευτέρα την παράσταση «Ερέντιρα» από τη Θεατρική Ομάδα Persona, σε σκηνοθεσία Λέας Μαλένη. Η παράσταση είναι βασισμένη στο μυθιστόρημα «Η απίστευτη και θλιβερή ιστορία της αθώας Ερέντιρα και της άσπλαχνης γιαγιάς της» του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Η Λέα Μαλένη κατάφερε να δημιουργήσει έναν ολόκληρο κόσμο, χρησιμοποιώντας με πολύ ενδιαφέροντα τρόπο τους ηθοποιούς της παράστασης (Δημήτρης Αντωνίου, Άννα Γιαγκιώζη, Γιάννης Καραούλης, Μελίνα Κουτσόφτα, Αλέξανδρος Κυριαζής, Μαριλύ Μήλια, Τάριελ Μπερίτζε), οι οποίοι ομολογουμένως είχαν ένα πολύ δύσκολο έργο να επιτελέσουν. Η παράσταση, δουλεμένη με τις τεχνικές του αφηγηματικού θεάτρου, αφηγήθηκε όντως την τραγική ιστορία της δεκατετράχρονης Ερέντιρα και της γιαγιάς της, η οποία την εκμεταλλεύθηκε, ώστε να της ξεπληρώσει το χρέος που η γιαγιά της χρέωσε, θεωρώντας ότι εξ υπαιτιότητας της Ερέντιρα χάθηκε το αρχοντικό τους.
Οι περιπέτειες εγγονής και γιαγιάς και κυρίως της ανήλικης Ερέντιρα ξετυλίχθηκαν κινηματογραφικά επί σκηνής, δίνοντας στην παράσταση την απαραίτητη ροή, αν και ίσως η διάρκεια της παράστασης, λόγω της θεατρικής συνθήκης, θα μπορούσε να είχε συντμηθεί. Η κινησιολογία, την ευθύνη της οποίας είχε ο Παναγιώτης Τοφή, σε συνδυασμό με τις σκηνογραφικές επιλογές της Κωνσταντίνας Ανδρέου, κρατούσαν το κοινό σε διαρκή εγρήγορση, ώστε να μπορέσει και αυτό να ακολουθήσει την πολυκύμαντη ιστορία στην έρημο της Ερέντιρα, με τον φωτισμό επίσης του Σταύρου Τάρταρη να δημιουργεί τις απαραίτητες κάθε φορά ατμόσφαιρες, όπως το έκανε και η ζωντανή μουσική, εκτελεσμένη και αυτή από τον θίασο.
Η σκηνοθέτρια είχε ξεκάθαρη εικόνα για το πώς θέλει να είναι η παράστασή της, και όσον αφορά το αισθητικό κομμάτι, αυτό ήταν άρτιο, σε κάθε επίπεδο. Ωστόσο, νομίζω πως αυτή η επιθυμία της και το δόσιμο ολόκληρης της ομάδας στην εκτέλεση των απαιτητικών σκηνών και λόγω της απαιτούμενης ταχύτητας, κατά την άποψή μου, επηρέασε κατά τι το υποκριτικό κομμάτι, με τους ηθοποιούς να μην είναι πάντοτε δοσμένοι στη συνθήκη του ρόλου τους στο εκεί και το τώρα, έστω και αν ενάλλασσαν προσωπεία και ρόλους αυτοστιγμεί. Φυσικά, οφείλω να πω ότι η ομάδα των ηθοποιών λειτούργησε ομοιόμορφα και όλοι/ες στη σκηνή είχαν την ίδια βαρύτητα, και το σημειώνω διότι κανείς και καμιά από τους ηθοποιούς δεν προσπάθησε να σηκωθεί πιο πάνω από τον/τη συνάδελφο, και να ξεχωρίσει εις βάρος του άλλου. Οπωσδήποτε οι ερμηνείες δεν ήταν όλες στο ίδιο επίπεδο, αλλά αυτό έχει να κάνει με τις υποκριτικές ικανότητες και την εμπειρία που έχει ο κάθε καλλιτέχνης. Έτσι ο Δημήτρης Αντωνίου, η Άννα Γιαγκιώζη και ο Γιάννης Καραούλης φάνηκαν ότι κινούνταν με περισσή ευχέρεια στη σκηνή. Βέβαια, η Λέα Μαλένη δούλεψε την ομάδα της ως ένα, και μαζί με τον Παναγιώτη Τοφή, αυτή η υποκριτική ανισομέρεια δεν δημιουργούσε ζητήματα στο τελικό αποτέλεσμα και φυσικά το αποτέλεσμα δικαιώνει τη σκηνοθέτρια, γιατί φάνηκε στην παράσταση πως σημασία είχε το όλον και όχι το επί μέρους, και όλοι/ές οι ηθοποιοί υπηρέτησαν την υπόθεση «Ερέντιρα».
Αυτό που μου έλειψε, από τη σκηνοθεσία της Λέας Μαλένη ήταν μία πιο τολμηρή προσέγγιση στο κυριότερο ζήτημα που θίγει η παράσταση, αυτό της σεξουαλικής εκμετάλλευσης.
Καταληκτικά, η παράσταση «Ερέντιρα» από την ομάδα Persona, σε σκηνοθεσία Λέας Μαλένη, κατάφερε να αφηγηθεί μια τραγική ιστορία, με ολόκληρη την ομάδα να εκπέμπει ενέργεια και νοιάξιμο για το τελικό αποτέλεσμα.