ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Καλώς να ορίσει

Της Ελένης Ξένου

Της Ελένης Ξένου

twitter

“Τα πιο μεγάλα τα ζούμε μικροί”, μου είπε και γώ άρπαξα αμέσως το στυλό και σημείωσα την φράση στο τετράδιό μου. Εννοούσε πως εκείνα που μας καθορίζουν και μας διαμορφώνουν μας συμβαίνουν κυρίως στην παιδική μας ηλικία στην οποία επανερχόμαστε χρόνια μετά στην προσπάθειά μας να κατανοήσουμε τον εαυτό μας.

Καθόταν απέναντί μου με τα κόκκινα μαλλιά της και τα μωβ της χείλη, βγαλμένη από κάποιο άλλο παραμύθι, ένα παραμύθι, όπου το ρεαλιστικό και το φανταστικό συνυπάρχουν, συμπλέουν, συναμαρτάνουν. Ένα παραμύθι πραγματικό όπου το ανείπωτο, εκείνο δηλαδή που υπάρχει κάτω από τις λέξεις, φανερώνει αυτό που πάντα θα μας ξεπερνά: το ίδιο το μυστήριο της ζωής. Η ίδια παιδεύεται μέσα από τα βιβλία της να αγγίξει αυτό το ανείπωτο, ώστε να προσφέρει στον αναγνώστη την δυνατότητα να οσμιστεί το μυστήριο της ζωής και να συμφιλιωθεί με τα αινίγματά της. Και κυρίως να πάψει να πλατσουρίζει στα ρηχά, ώστε να αφεθεί στα βαθύτερα σκιρτήματα της ψυχής. Ενδεχομένως να απορήσετε γιατί τα γράφω όλα αυτά σε μια στήλη που συνήθως επικεντρώνεται στα χλωμά της επικαιρότητας. Διότι όπου να ΄ναι αλλάζει και πάλι ο χρόνος. Και κάπου μέσα σ’ αυτή την αλλαγή υπάρχει κρυμμένη μια υπόγεια οφειλή με την οποία καλείται ο καθένας μας να λογαριαστεί. Την οφειλή να μικραίνει την απόσταση που τον χωρίζει από το κέντρο του εαυτού του και από την βαθύτερη ουσία της ζωής. Αλλιώς δεν μας γλυκαίνουν τα χρόνια αλλά μας σκληραίνει ο εγκλωβισμός μας μέσα στην εκκωφαντική σιωπή του ανομολόγητου εαυτού μας. Και μεγαλώνει η προδοσία μας απέναντι στο παιδί που κάποτε υπήρξαμε και το οποίο έζησε τα μεγάλα προτού προλάβει να μικράνει την σημασία τους η σύμβαση της καθημερινότητας. “Έτυχε να δω ένα λύκο όταν ήμουνα παιδί”, μου είπε κάποια στιγμή. “Τον είχαν πιάσει οι άνθρωποι και τον είχανε σταυρώσει σχεδόν πάνω σε ξύλα χωρίς να τον σκοτώσουν και τον περιέφεραν στην αγορά πανηγυρίζοντας”, συνέχισε. “Από κείνη κιόλας την στιγμή τάχτηκα με την πλευρά του λύκου, το αδιανόητο βλέμμα του με σημάδεψε για πάντα”, ομολόγησε. Και ύστερα πιο χαμηλόφωνα μου είπε πως “η συνάντησή μας με τέτοια βλέμματα είναι μεγάλη εμπειρία, καθοριστική. “Δεν ξέρω αλλά είναι σαν να κεραυνοβολήθηκα κάποτε”, συνέχισε να λέει, “και αφού αυτό δεν με άφησε στον τόπο μου έδωσε φτερά. Κάποια πράγματα ή σε αφήνουν στον τόπο ή σε κάνουν ποιητή” κατέληξε. Ίσως γι’ αυτό ξέρει πια να ευγνωμονεί και τα δύσκολα και τα επώδυνα δώρα της ζωής. Γιατί κι αυτά είναι δώρα και ίσως είναι τελικά μόνο μέσα από αυτά που πετυχαίνουμε μια “διερεύνηση του εαυτού μας ώστε να συλλάβουμε το αίσθημα του ανείπωτου. Να αισθανθούμε δηλαδή αυτό που λέμε τι εστί άνθρωπος. Άνθρωπος που λυγίζει αλλά είναι και ικανός μέσα από αυτό το λύγισμα να πάρει μια καινούργια ανάταση. Αυτός ο θρίαμβος των ανθρώπινων αντιφάσεων είναι ένας πλούτος και η αποδοχή αυτού του πράγματος είναι μια ολοκλήρωση”.

Είχα καιρό να μιλήσω με ένα άνθρωπο που να διαθέτει την ικανότητα να ανακατέψει το μυαλό μου ώστε να το επαναφέρει εκεί όπου πρέπει να βρίσκεται. Δίπλα από την ουσία των αινιγμάτων της ζωής και πλάι σ’ αυτό που συνιστά την βαθύτερη μας ουσία. Ίσως γι’ αυτό γράφω τα λόγια της διάσπαρτα σ’ αυτή εδώ την στήλη. Γιατί λίγο πριν αλλάξει η χρονιά και αναλογιστούμε ξανά και πάλι τα χρόνια μας, είναι χρήσιμο να αναζητήσουμε εκείνα τα βλέμματα τα οποία πέρασαν από την ζωή μας και είχαν την δύναμη να μας δώσουν φτερά, ώστε να αναγνωρίζουμε κάθε φορά που ερχόμαστε αντιμέτωποι με αυτή την χλωμή και ανέμπνευστη επικαιρότητα, πως η ζωή μας είναι κάτι πολύ πιο σπουδαίο και πιο μεγάλο από αυτήν και πως οφείλουμε να της συμπεριφερθούμε με την σοφία του παιδιού που υπήρξαμε κάποτε.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Της Ελένης Ξένου

Ελένη Ξένου: Τελευταία Ενημέρωση