Ξεκίνησα να γράφω για ένα άλλο θέμα, κάποια στιγμή ωστόσο μια ειδοποίηση στον υπολογιστή με έφερε μπροστά σε αυτό το βίντεο που θα σας περιγράψω πιο κάτω. Το είδα, κοκάλωσα και διέγραψα ό,τι είχα γράψει μέχρι εκείνη την ώρα. Συγκλονίστηκα συθέμελα. Ο λόγος; Διέφερε από όλες τις σκληρές εικόνες του πολέμου που βλέπουμε καιρό τώρα καθημερινά στις οθόνες μας. Και δεν εννοώ πως αυτή ήταν πιο απάνθρωπη, ήταν όμως αλλιώτικη ακριβώς επειδή δεν ανήκε στις σκηνές φρίκης με τις οποίες δυστυχώς αρχίσαμε να εξοικειωνόμαστε, όσο κι αν δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε. Ήταν μια άλλη εικόνα. Μακριά από βομβαρδισμούς, ερείπια, πεινασμένους ανθρώπους και πτώματα παιδιών. Ήταν σε μια αίθουσα των Ηνωμένων Εθνών. Με πολιτικούς και διπλωμάτες ντυμένους με τα κουστούμια τους και με τα όποια συναισθήματά τους καλά κρυμμένα κάτω από αυτά. Αυτό είναι το σύνηθες άλλωστε στην πολιτική.
Να προέχει η ψυχραιμία, η λογική και η όποια αποστασιοποίηση από το συναίσθημα. Τόσο ώστε όταν αυτό εκ παραδρομής εκδηλωθεί, μας ταρακουνά πιο δυνατά από τις εικόνες φρίκης, μας πιάνει απροετοίμαστους, δεν προλαβαίνουμε δηλαδή να του ξεφύγουμε και μένουμε καθηλωμένοι απέναντί του. Είναι λοιπόν σ’ αυτή την αίθουσα των Η.Ε. ο Ριγιάντ Μανσούρ, ο πρεσβευτής της Παλαιστίνης στον ΟΗΕ, ένας άντρας πάνω από 65, με λευκά μαλλιά, φορεί μπλε κουστούμι και άσπρο πουκάμισο και κρατάει μια δέσμη χαρτιά μπροστά του. Μιλά στο μικρόφωνο, είναι σοβαρός, απευθύνει ομιλία στο Συμβούλιο Ασφαλείας για την κατάσταση στη Γάζα, κάνει έκκληση να σταματήσει η γενοκτονία που πλήττει τα παιδιά της Παλαιστίνης. Κάποια στιγμή μιλά για τις μητέρες «που αγκαλιάζουν τα άψυχα σώματα των παιδιών τους, τους χαϊδεύουν τα μαλλιά, τους μιλάνε, τους ζητούν συγγνώμη» και σ’ αυτό το σημείο δεν αντέχει. Λυγίζει. Ξεσπά σε κλάματα. Βάζει το χέρι στο μέτωπο και κλαίει. «Με συγχωρείτε» λέει μετά, σκουπίζει τα μάτια και συνεχίζει: «Tο να βλέπω τους Παλαιστίνιους σε αυτή την κατάσταση, κι εμείς να μην έχουμε την καρδιά να κάνουμε κάτι, είναι κάτι που κανένας κανονικός άνθρωπος δεν μπορεί να ανεχθεί». Και ύστερα φανερά απελπισμένος από την αδράνεια του Συμβουλίου Ασφαλείας διερωτάται «πόσα θύματα ακόμα χρειάζονται». «Ο παλαιστινιακός λαός στερείται εδώ και καιρό βασικά αγαθά, νερό, τρόφιμα, φάρμακα, και επιβιώνει κυριολεκτικά από θαύμα» καταλήγει. Αυτό ήταν λοιπόν το βίντεο.
Ο πρέσβης της Παλαιστίνης ξεσπά σε κλάματα, στην ομιλία του προς το Συμβούλιο Ασφαλείας. Ένα άνοιγμα ψυχής, ένα λύγισμα ανθρώπου και ένα ερώτημα βασανιστικό προς τον καθένας μας και κυρίως στους πολιτικούς μας. Και κείνους που σιωπούν απέναντι σ’ αυτή τη γενοκτονία και στους άλλους που την υπερασπίζονται. Πόση καρδιά μας έμεινε; Αυτό είναι το ερώτημα. Διότι η κατάσταση είναι τόσο απάνθρωπη που μόνο λυγμός πρέπει να σου ’ρχεται μιλώντας γι’ αυτήν. Αλλιώς είσαι λιγότερο άνθρωπος από ό,τι σημαίνει άνθρωπος. Και τα υπόλοιπα είναι απλώς λόγια, λέξεις, έννοιες, απόψεις κτλ. Εδώ όμως που φτάσαμε, πρωτίστως χρειάζεται να επανέλθουμε στην καρδιά και από κει να μιλήσουμε, οτιδήποτε άλλο είτε είναι, είτε ακούγεται ψεύτικο. Φιλτραρισμένο από μια ιδεολογία, μια σκοπιμότητα, μια πεποίθηση, κάποιο συμφέρον. Εδώ όμως μιλάμε για ανθρωπιά. Σκέτη ανθρωπιά. Αυτό δηλαδή που είπε ο κ. Μανσούρ. «Κι εμείς να μην έχουμε την καρδιά να κάνουμε κάτι, είναι κάτι που κανένας κανονικός άνθρωπος δεν μπορεί να ανεχθεί». Το ανεχόμαστε ωστόσο. Ακόμα και όταν πάμε σε πορείες διαμαρτυρίας, διότι όσο κι αν πρέπει να συμβαίνουν, δεν αρκούν. Χρειάζεται κάτι πιο βαθύ. Μια επί της ουσίας μετατόπιση. Για να καταφέρουμε να προτάξουμε την ανθρωπιά σαν κανονικότητα. Κι αυτό σημαίνει πολλά. Ένα από αυτά είναι να αλλάξουμε τρόπο σκέψης και να αποκτήσουμε εκείνο το ηθικό κριτήριο που θα κάνει τον κάθε πολιτικό να ντρέπεται να μιλήσει για τον πόλεμο, τη γενοκτονία και τα παιδιά που λιμοκτονούν, αν πρώτα δεν νιώσει στη φωνή του έναν λυγμό.