Το παρακολουθήσαμε κι αυτό. Τοξικές αντιπαραθέσεις μεταξύ κομμάτων, παλιών και νεοφερμένων, για το ποιο πανεπιστήμιο θα στεγαστεί στα ιστορικά κτίρια Φανερωμένης και Ελένειου και (κυρίως αυτό) για το ποιος λογαριάζεται περισσότερο εθνικόφρονας και πατριώτης. Είναι ωστόσο αυτή η ουσία, αν πραγματικά σε ενδιαφέρει το ιστορικό κέντρο της Λευκωσίας και το μέλλον του; Ποιο πανεπιστήμιο θα στεγάζεται σε μερικά από τα πιο ιστορικά κτίρια της πόλης κι αν αυτό το θεωρούμε «ξένο» ή «ντόπιο» και κατ’ επέκταση αν υπάρχει απέναντί του «ευνοϊκή» μεταχείριση ή αν αποτελεί αιτία να βγάλουν οι διάφοροι αργόσχολοι –προφανώς– πολιτικοί μας το πατριωτικόμετρο τους; Όχι δεν είναι αυτή η ουσία. Η ουσία είναι –και πόσο μάλλον για κάποιον που ζει στην εντός των τειχών πόλη και βιώνει την καθημερινότητά της– κατά πόσο η μετατροπή της σε πανεπιστημιούπολη αποτελεί μέρος ενός ολοκληρωμένου οράματος, το οποίο δεν αποσκοπεί μόνο στην αποκόμιση κερδών για την Εκκλησία ή για όποιον άλλο ιδιοκτήτη κτιρίων της παλιάς πόλης, αλλά στην ουσιαστική και ισορροπημένη αναζωογόνηση του κέντρου ώστε όντως να προσελκυστούν κάτοικοι και να τύχει φροντίδας αυτό όπως αξίζει σε κάθε ιστορικό κέντρο μιας πόλης και δη της συγκεκριμένης που παραμένει μοιρασμένη. Είναι όντως έτσι όπως αρέσκονται να διακηρύσσουν οι δημοτικές αρχές και όποιος άλλος έχει εμπνευστεί αυτό το σχέδιο; Ή μήπως αποτελεί ακόμα μια μονόπλευρη ανάγνωση του τι σημαίνει αναζωογόνηση και έναν ακόμα αποσπασματικό σχεδιασμό που έχει σαν γνώμονα το κέρδος και ως εκ τούτου στερείται ολιστικού στρατηγικού πλάνου με ευρυγώνια αντίληψη και κατανόηση της σημασίας της εντός των τειχών πόλης; Πόσο θα θέλει αλήθεια να διαμένει κανείς στην εντός των τειχών Λευκωσία, όταν αυτή θα μετατραπεί σε πανεπιστημιούπολη με ό,τι αυτό συνεπάγεται; Και τι συνεπάγεται; Ένας αναβρασμός να χτιστούν όσες περισσότερες φοιτητικές εστίες γίνεται, τα ενοίκια της περιοχής τα οποία είναι ήδη σε ανεβασμένες τιμές να ανεβούν ακόμη περισσότερο και αλί σε όποιον ψάχνει σπίτι στην παλιά πόλη, νέες καφετέριες και εστιατόρια και μπαράκια θα εμφανιστούν και ό,τι άλλο πιστεύει ο κάθε επιχειρηματίας και επενδυτής, ντόπιος ή ξένος, πώς θα εξυπηρετεί τις ανάγκες πρωτίστως των φοιτητών και πολύ λιγότερο των εναπομεινάντων κατοίκων, ο πανικός με τους χώρους στάθμευσης που ήδη είναι ανύπαρκτοι και δυσχεραίνουν τους διαμένοντες εντός των τειχών θα ενταθεί χωρίς πρόνοια ικανοποιητικών λύσεων, το κυκλοφοριακό χάος με τις μονοδρομήσεις και τα έργα που γίνονται χωρίς συντονισμό μεταξύ των υπηρεσιών ώστε να μην ταλαιπωρείται ο κόσμος θα επιδεινωθεί και κατά τ’ άλλα αυτό που ενδιαφέρει πρωτίστως τους επίδοξους πολιτικούς μας είναι το ποιο λογαριάζεται ξένο και ποιο ντόπιο πανεπιστήμιο. Ποιος θα βάλει φρένο π.χ. στην Εκκλησία αν θέλει να μετατρέψει όλη την παλιά πόλη σε φοιτητικές εστίες ή σε ξενοδοχειακές μονάδες ώστε να αξιοποιήσει –επιχειρηματικά εννοείται– τα κτίρια που της ανήκουν; Και ποιος αρμόδιος θα φροντίσει για τη μεταστέγαση σημαντικών υπηρεσιών όπως π.χ. της Βιβλιοθήκης, όταν αυτές τυγχάνουν έξωσης γιατί το κτίριο δόθηκε στο όποιο πανεπιστήμιο; Ή για το πού θα πάει π.χ. η Ακαδημία Επιστημών Γραμμάτων και Τεχνών ή η Αχίλλειος Βιβλιοθήκη; Αυτά δεν είναι σημαντικά; Γιατί δεν γίνονται εκ των προτέρων ρυθμίσεις, οι οποίες να καταδεικνύουν ότι όντως υπάρχει ένα ολοκληρωμένο πλάνο και μια συνέργεια μεταξύ των αρμοδίων; Έτσι είναι που λογαριάζουν την αναζωογόνηση του ιστορικού κέντρου; Να κάνει κουμάντο η Εκκλησία ως ιδιοκτήτης των περισσότερων κτιρίων για το πώς θα αξιοποιηθεί η εντός των τειχών πόλη και για το αν αξιοποίηση σημαίνει η μετατροπή της σε πανεπιστημιούπολη η οποία –θυμηθείτε το– σταδιακά θα εκδιώξει και τους κατοίκους που μένουν ήδη στο κέντρο; Αυτό είναι το μεγαλεπήβολο στρατηγικό πλάνο; Να ξηλώνονται όλα προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες που θα προκύψουν από την κάθοδο των πανεπιστημίων; Και γιατί άραγε δεν απασχολεί τους επίδοξους –«εθνικόφρονες» και μη– πολιτικούς μας αυτό το εύλογο ερώτημα;