Στις 3 Ιουνίου ο κ. Λετυμπιώτης δήλωνε –με τη συνήθη υπερβολή που χαρακτηρίζει τη διακυβέρνηση– πως «η φετινή αντιπυρική περίοδος βρίσκει την Κυπριακή Δημοκρατία περισσότερο προετοιμασμένη και ενισχυμένη από ποτέ». «Η κυβέρνηση», είπε χαρακτηριστικά ο κυβερνητικός μας εκπρόσωπος, «παραμένει σε απόλυτη επιχειρησιακή ετοιμότητα με ενισχυμένες δυνάμεις και σαφή στρατηγική για την πολιτική προστασία». Ενάμιση μήνα μετά ξέσπασε η καταστροφική πυρκαγιά στην ορεινή Λεμεσό με τα τραγικά αποτελέσματα που όλοι είδαμε να συμβαίνουν και τη «σαφή στρατηγική για την πολιτική προστασία» να γίνεται μαζί τους αποκαΐδια. Ερωτηθείς μετά την πυρκαγιά ο κ. Λετυμπιώτης για το ατυχές της δήλωσής του, περιορίστηκε να πει πως θα γίνουν έρευνες και πως οι καιρικές συνθήκες ήταν πρωτοφανείς, πράγμα που άφηνε τον κάθε νοήμονα πολίτη με την απορία κατά πόσο είναι λογικό μια «σαφής και ενισχυμένη στρατηγική για την πολιτική προστασία» να μην περιλαμβάνει τις ακραίες καιρικές συνθήκες και πόσο μάλλον στην εποχή της κλιματικής αλλαγής. Κι αν όντως δεν τις περιλαμβάνει, τότε προς τι ο λόγος να καυχηθεί η κυβέρνηση για την «απόλυτη προετοιμασία και ετοιμότητά της»; Μερικούς μήνες μετά και αφού επέστρεψε ο συντονιστής από την Αυστραλία, αφού κατέθεσαν τα αρμόδια τμήματα τις εκθέσεις τους (ερευνώντας βασικά τον εαυτό τους), αφού ήλθαν, είδαν και απήλθαν οι Αμερικανοί και εξετάστηκαν δεόντως όλα τα αποτσίγαρα και αφού παρέμειναν στις θέσεις τους οι αρμόδιοι υπουργοί προφανώς καθ’ όλα ήσυχοι με τη συνείδησή τους, φτάσαμε αισίως στη μεγάλη στιγμή της εμβληματικής μεταρρύθμισης, όπως τη χαρακτήρισε ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, η οποία θα μας δώσει επιτέλους έναν ισχυρό Εθνικό Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας, που θέλουμε να ελπίζουμε ότι θα είναι πιο ανθεκτικός σε «πρωτοφανείς» καιρικές συνθήκες. Ποια είναι αυτή η εμβληματική μεταρρύθμιση; Η μεταφορά της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και του προσωπικού του Τμήματος Δασών που ασχολείται με δράσεις δασοπροστασίας κάτω από το ίδιο υπουργείο μαζί με το Τμήμα Πολιτικής Άμυνας. Κι αυτό είναι το υπουργείο Εσωτερικών που τώρα μετονομάζεται σε «Υπουργείο Εσωτερικών και Πολιτικής Προστασίας». Αυτή λοιπόν η εμβληματική συστέγαση των δασοπυροσβεστών, της Πυροσβεστικής και της Πολιτικής Άμυνας κάτω από την ίδια υπηρεσία θα οδηγήσει σύμφωνα με τον Πρόεδρό μας σε ένα σύγχρονο Εθνικό Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας στα πρότυπα άλλων κρατών. Όπως επίσης και στον διορισμό εθνικού συντονιστή, ο οποίος θα αναλάβει τα καθήκοντα που είχε μέχρι σήμερα ο γενικός διευθυντής του υπουργείου Γεωργίας και ο οποίος θέλουμε να ελπίζουμε πως δεν θα απουσιάζει σε υπερατλαντικά ταξίδια μέσα στο κατακαλόκαιρο. Το γεγονός ότι όλα αυτά τα εμβληματικά, με τους ισχυρούς μηχανισμούς προστασίας και τους εθνικούς συντονιστές έρχονται κατόπιν εορτής και αφού έχει ήδη συμβεί η πιο καταστροφική πυρκαγιά στην ιστορία του τόπου, δεν μοιάζει να παίζει ιδιαίτερο ρόλο στις επίσημες δηλώσεις των κυβερνώντων και δη στην επιλογή ευφάνταστων επιθέτων που χαρακτηρίζουν το μεγαλεπήβολο των μεταρρυθμίσεών τους, ενώ ακόμα η γη μυρίζει καμένο και όλα στην ορεινή Λεμεσό παραμένουν μαύρα και άραχνα. Κι αν τολμήσει κανείς να διερωτηθεί κατά πόσο είναι δόκιμο να καυχόμαστε για εμβληματικές μεταρρυθμίσεις, ενώ η καταστροφή είναι τόσο νωπή και μάλιστα χωρίς να έχει κουνηθεί κανείς από τη θέση του έστω και για λόγους ευθιξίας, το πιο πιθανόν είναι να αντιμετωπιστεί ως κακεντρεχής. Ψιλά γράμματα θα μου πείτε. Εκείνο που έχει σημασία, όπως εξήγησε και η υφυπουργός Παρά τω Προέδρω, είναι ότι «υλοποιείται μια ακόμα απόφαση της κυβέρνησης Νίκου Χριστοδουλίδη, η οποία αφορά στη μεταρρύθμιση του Εθνικού Πλαισίου Διαχείρισης Εκτάκτων Αναγκών και αντιμετώπισης κρίσεων ώστε να υπάρχει αποδοτικότερος τρόπος διαχείρισης στο πρότυπο διεθνών πρακτικών». Κι αυτός είναι σοβαρός λόγος να περηφανευτούμε, όπως άλλωστε κάναμε και στις 3 Ιουνίου μιλώντας για «απόλυτη επιχειρησιακή ετοιμότητα», ασχέτως αν ό,τι μεσολάβησε μεταξύ της «ενισχυμένης στρατηγικής μας για πολιτική προστασία» και της «εμβληματικής μεταρρύθμισης» ήταν εκατοντάδες χιλιόμετρα καμένης γης.