Η πρόταση που κατέθεσε ο κ. Γεωργιάδης στον ΔΗΣΥ για συνεργασία με τα κόμματα ΔΗΚΟ και ΔΗΠΑ προκειμένου αυτή η συμμαχία να αποτελέσει, όπως είπε, «ανάχωμα στους κάθε λογής λαϊκιστές και δη στον ξεπερασμένο δογματισμό της Αριστεράς», εγείρει καίρια ερωτήματα στον σκεπτόμενο και ως εκ τούτου υποψιασμένο πολίτη. Προτού ωστόσο τα παραθέσω, να σημειώσω πως την πρόταση αυτή του κ. Γεωργιάδη ήλθε να σιγοντάρει και ο κ. Παντελίδης, τονίζοντας την ανάγκη συνεργασίας των κομμάτων της Κεντροδεξιάς για τους ίδιους λόγους που επικαλέστηκε ο πρώτος. Ο κ. Γεωργιάδης φρόντισε μάλιστα να υπερτονίσει πως εκείνα που ενώνουν τον ΔΗΣΥ με τα κόμματα ΔΗΚΟ-ΔΗΠΑ είναι πολύ περισσότερα απ’ όσα τα χωρίζουν και πως γι’ αυτό ακριβώς η σχέση συνεργασίας δεν πρέπει να έχει ευκαιριακό χαρακτήρα, αλλά μακροπρόθεσμη στρατηγική. Και έρχεται λοιπόν ο ταλαίπωρος σκεπτόμενος πολίτης να διερωτηθεί ευλόγως: Πόσο πείθει αυτή η πρόταση τόσο για τα κίνητρά της όσο και για τους στόχους της που, όπως μας λένε, είναι η «σωτηρία» του τόπου από τη δημαγωγία και τον λαϊκισμό των υπολοίπων; Και τι σημαίνει το επιχείρημα πως είναι περισσότερα εκείνα που ενώνουν τα εν λόγω κόμματα από εκείνα που τα χωρίζουν;
Τι ακριβώς μεσολάβησε και γεφυρώθηκαν οι διαφορές τους; Και ποιες είναι αυτές οι διαφορές που προηγουμένως τους εμπόδιζαν να συνεργαστούν, με αποτέλεσμα οι ΔΗΚΟ-ΔΗΠΑ να επιλέξουν το άρμα του κ. Χριστοδουλίδη και οι οποίες τώρα αμβλύνθηκαν; Και πώς αμβλύνθηκαν; Άλλαξε π.χ. η θέση τους στο Κυπριακό και άρχισαν να συγκλίνουν οι απόψεις τους, οι οποίες, αν δεν με απατά η μνήμη μου, ήταν εδώ και χρόνια εκ διαμέτρου αντίθετες; Ή μήπως η σύγκλιση των θέσεων στο Κυπριακό έπαψε να θεωρείται πρωτεύον κριτήριο στη σύναψη συμμαχιών και μάλιστα όχι ευκαιριακών αλλά μακροπρόθεσμων; Δεν θα έπρεπε να μας κατονομάσουν –Γεωργιάδης, Παντελίδης– ποιες είναι αυτές οι διαφορές που πλέον δεν έχουν τόση σημασία, όπως φροντίζουν να μας απαριθμούν εκείνα που τους ενώνουν; Από την άλλη, αν τα εν λόγω συμπολιτευόμενα κόμματα έχρηζαν της προσοχής που ευελπιστούσαν από τον κ. Χριστοδουλίδη –τον οποίο να θυμίσω πως ο αρχηγός του ΔΗΚΟ ισχυρίστηκε πως θα έπρεπε να τον εφεύρουμε, αν δεν υπήρχε– πόσο σίγουρος είναι ο κ. Γεωργιάδης ότι θα έδιναν την ελάχιστη σημασία στην πρότασή του για συμμαχία και σε όλα αυτά που υποτίθεται πως τους ενώνουν με τον ΔΗΣΥ; Πόσο μάλλον αν ο κ. Χριστοδουλίδης κατάφερνε να διατηρήσει τη δημοφιλία του και η κυβέρνηση ανταποκρινόταν στις προσδοκίες της «κοινωνίας των πολιτών», θα είχαν άραγε την ίδια θέση –Γεωργιάδης, Παντελίδης– για την ανάγκη μιας κεντροδεξιάς συμμαχίας και μάλιστα όχι ευκαιριακής;
Και ειλικρινά πιστεύουν ότι ο σκεπτόμενος πολίτης πιστώνει τα κόμματα της κεντροδεξιάς με ειλικρινείς προθέσεις και δη στον ισχυρισμό του αναχώματος απέναντι στη δημαγωγία και τον λαϊκισμό των υπολοίπων; Και πόσο μάλλον όταν οι ίδιοι δεν δείχνουν να αντιλαμβάνονται πως προκειμένου να γίνουν πειστικοί πρέπει πρώτα να αναγνωρίσουν τη δημαγωγία και τον λαϊκισμό που επέδειξαν τα ίδια τα κόμματά τους τα τελευταία χρόνια και μάλιστα με κόστος την ψυχική υγεία του πολίτη. Δεν θα έπρεπε αυτής της πρότασης συμμαχίας που στόχο έχει την καταπολέμηση του λαϊκισμού να προηγηθεί μια αυτοκριτική για τις δικές τους τοξικές συμπεριφορές; Ή μήπως θεωρούν πως στα μάτια του σκεπτόμενου πολίτη βρίσκονται υπεράνω δημαγωγίας και πως ο τρόπος που κινήθηκαν ή ελίχθηκαν τα τελευταία χρόνια δεν φέρει καμία ευθύνη στη δημιουργία πρόσφορου εδάφους ώστε να ευδοκιμήσει ο λαϊκισμός που τώρα θυμήθηκαν να πολεμήσουν; Με άλλα λόγια, το καίριο ερώτημα του σκεπτόμενου πολίτη είναι το εξής: Όταν τα εν λόγω κόμματα δεν φαίνεται να έχουν καμία επίγνωση του ρόλου που έπαιξαν στην πυροδότηση της δημαγωγίας και του λαϊκισμού, γιατί προσδοκούν να μας πείσουν πως είναι ικανά να σταθούν ανάχωμα σε αυτό το φαινόμενο;