ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

ΗΠΑ: Σπαραγμός Δημοκρατικών, ενώ ο Τραμπ προελαύνει

Η εικόνα στο τελευταίο ντιμπέιτ, που πραγματοποιήθηκε τα ξημερώματα της Πέμπτης στο Λας Βέγκας, ήταν αποκαρδιωτική για τη συνοχή του κόμματος

Kathimerini.gr

Όσο μαίνεται ο αλληλοσπαραγμός μεταξύ των διεκδικητών του χρίσματος στο Δημοκρατικό Κόμμα, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες επανεκλογής Τραμπ στην αμερικανική προεδρία τον Νοέμβριο. Η εικόνα στο τελευταίο ντιμπέιτ, που πραγματοποιήθηκε τα ξημερώματα της Πέμπτης στο Λας Βέγκας, ήταν αποκαρδιωτική για τη συνοχή του κόμματος. Από τη μία υπήρχε μια συντονισμένη επίθεση κατά του νεοφερμένου στην εκστρατεία, του δισεκατομμυριούχου Μάικλ Μπλούμπεργκ, και από την άλλη μικροεμφύλιοι μεταξύ των εκπροσώπων των μεγάλων εσωκομματικών πτερύγων, της Αριστεράς και του Κέντρου.

Έτσι, είδαμε τους πάντες να αποδομούν την εκστρατεία του Μπλούμπεργκ, κατηγορώντας τον ότι δεν μπορεί να εξαγοράσει την αναμέτρηση, ότι είναι όψιμος Δημοκρατικός, αφού παλιότερα ήταν Ρεπουμπλικανός ή ανεξάρτητος, πως είναι σεξιστής εξαιτίας σχολίων του εις βάρος γυναικών και για τις εξωδικαστικές συμφωνίες με γυναίκες εργαζόμενες στην εταιρεία του που θέλησαν να καταγγείλουν είτε παρενόχληση είτε θέματα άνισης μισθοδοσίας, και πως ως δήμαρχος της Νέας Υόρκης αποδείχθηκε ρατσιστής λόγω της πολιτικής του stop and frisk (αιφνίδιες σωματικές έρευνες, άνευ λόγου, που βασίζονται κυρίως σε φυλετικά χαρακτηριστικά των υπόπτων).

Γι’ αυτήν την πρακτική ο Μπλούμπεργκ ζήτησε συγγνώμη, ενώ παρέθεσε στοιχεία για τη σύνθεση της εταιρείας του και του δημοτικού συμβουλίου της Νέας Υόρκης παλιότερα, για να αποδείξει πως είναι υπέρμαχος της ισότητας των δύο φύλων. Πάντως, καθ’ όλη τη διάρκεια του ντιμπέιτ ο 78χρονος Μπλούμπεργκ εμφανίστηκε απροετοίμαστος, και αμήχανος. Μεγάλη κερδισμένη αναδείχθηκε η γερουσιαστής της Μασαχουσέτης, Ελίζαμπεθ Ουόρεν, που άφησε τον δήμαρχο του Σάουθ Μπεντ, Πιτ Μπούτιτζιτζ, να τσακώνεται με την έτερη υποψήφια της μετριοπαθούς πτέρυγας, τη γερουσιαστή της Μινεσότα, Εϊμι Κλόμπουτσαρ. Η μέχρι σήμερα πορεία του δείχνει τον πρώην αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Τζον Μπάιντεν, κουρασμένο και παροπλισμένο, σχεδόν θεατή των υπολοίπων στις προκριματικές και στα ντιμπέιτ. Κρίσιμη θα είναι η επίδοσή του κατά τη «σούπερ Τρίτη», τον επόμενο μήνα, όταν ψηφίζουν 16 διαφορετικές πολιτείες για την ανάδειξη συνέδρων.

Η περίπτωση Σάντερς

Στον αντίποδα, αλώβητος παραμένει ο Μπέρνι Σάντερς, ο οποίος έχει τη μεγαλύτερη δυναμική χωρίς όμως να μπορεί κανείς να τον χρίσει με ασφάλεια φαβορί. Η υποψηφιότητά του εξακολουθεί να φοβίζει πολλούς ψηφοφόρους των Δημοκρατικών, που τον θεωρούν υπερβολικά αριστερό και αναξιόπιστο. Αναλυτές, όμως, εκτιμούν πως αν εξασφαλίσει το χρίσμα, θα μπορούσε να ενθαρρύνει πολλούς πολίτες που δεν θα ψήφιζαν σε άλλη περίπτωση (ιδίως νέους και Αφροαμερικανούς) να πάνε στις κάλπες.

Το θολό τοπίο στις τάξεις των Δημοκρατικών δίνει την ευκαιρία στον Ντόναλντ Τραμπ να καταστρατηγεί το κράτος δικαίου, παρεμβαίνοντας απροκάλυπτα στο έργο της Δικαιοσύνης, να μειώνει τις ποινές πλούσιων και διάσημων υποδίκων για διαφθορά, να επιτίθεται φραστικά ακόμη και σε υπουργούς του μέσω Twitter, εξευτελίζοντάς τους και συχνά εξωθώντας τους σε παραίτηση. Χαρακτηριστική είναι η σύγκρουσή του με τον υπουργό Δικαιοσύνης Ουίλιαμ Μπαρ. Αρχικά ο Μπαρ επιχείρησε να πετύχει ευνοϊκότερη μεταχείριση του επιστήθιου φίλου του Τραμπ, Ρότζερ Στόουν, μετά την καταδίκη του για ψευδορκία στο Κογκρέσο και παρεμπόδιση της λειτουργίας της Δικαιοσύνης. Ο Στόουν καταδικάστηκε σε 40 μήνες τελικά, ενώ οι εισαγγελείς είχαν προτείνει ποινή επτά έως εννέα χρόνια. Είχε προηγηθεί tweet του Αμερικανού προέδρου ότι η ποινή πρέπει να μειωθεί. Οι εισαγγελείς που πρότειναν την ποινή παραιτήθηκαν πάραυτα σε ένδειξη διαμαρτυρίας, ενώ χίλιοι και πλέον πρώην συνάδελφοί τους ζήτησαν από τον υπουργό Δικαιοσύνης να αναλάβει την ευθύνη του κακού χειρισμού και να υποβάλει την παραίτησή του. Ένα 24ωρο αργότερα, ο Τραμπ περίπου «άδειασε» τον Μπαρ, ζητώντας του –πάλι μέσω Twitter– να «καθαρίσει» το υπουργείο Δικαιοσύνης, ενώ ο Μπαρ προέβη σε μια ασυνήθιστη πρόταση, κάτι που όλοι γύρω από τον Τραμπ σκέφτονται, αλλά ουδείς τολμάει να πει: να του απαγορευθεί η χρήση του Twitter για θέματα που άπτονται δικαστικών υποθέσεων.

Είναι απορίας άξιον πόσο θα αντέξει ο Μπαρ. Ο Αμερικανός πρόεδρος εκδικείται όσους δεν υπήρξαν απόλυτα αφοσιωμένοι σε αυτόν, όπως ο πρώην ΥΠΕΞ Ρεξ Τίλερσον, ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Τζον Μπόλτον και ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης Τζεφ Σέσιονς.

Οι αφοσιωμένοι ανταμείβονται

Περίπτωση που επιβεβαιώνει τον προαναφερθέντα κανόνα, ότι δηλαδή ο Ντόναλντ Τραμπ εκδικείται όσους δεν υπήρξαν απόλυτα αφοσιωμένοι σε αυτόν, είναι η περίπτωση του Ρίτσαρντ Γκρενέλ, πρέσβη των Ηνωμένων Πολιτειών στη Γερμανία από το 2018. Ο Γκρενέλ, ο οποίος έχει επανειλημμένως ενοχλήσει το Βερολίνο με τις διόλου διπλωματικές απειλές του (από ζητήματα που αφορούν τη στάση της Γερμανίας απέναντι στο Ιράν ή στην Κίνα) ή τις σχεδόν ακροδεξιές θέσεις του για την πολιτική ανοιχτών θυρών της Γερμανίδας καγκελαρίου Αγκελα Μέρκελ στην κρίση του μεταναστευτικού το 2015, επίσης μέσω Twitter, επιβραβεύθηκε από τον Αμερικανό πρόεδρο για την πίστη του: τον διόρισε στο καίριο αξίωμα του γενικού διευθυντή αντικατασκοπείας. Από τη νέα θέση του, ο Γκρενέλ θα συντονίζει τις 17 μυστικές υπηρεσίες, με τις οποίες ο Αμερικανός πρόεδρος είχε ανέκαθεν προβληματικές σχέσεις. Το γεγονός ότι ο Γκρενέλ έχει ελάχιστη πείρα στον συγκεκριμένο τομέα ενισχύει τις υποψίες πολιτικών παρατηρητών και αναλυτών ότι η τοποθέτησή του έγινε με μοναδικό κριτήριο την πίστη του στον πρόεδρο και έχει κίνητρο τον έλεγχο των μυστικών υπηρεσιών προς το συμφέρον του Ντόναλντ Τραμπ. Η προέλαση του Αμερικανού προέδρου από τη Δικαιοσύνη μέχρι τις μυστικές υπηρεσίες συνεχίζεται ακάθεκτη.

Δεν αποκλείεται με την πολυδιάσπαση στο κόμμα των Δημοκρατικών η επίθεση στους θεσμούς να εδραιωθεί μετά την ενδεχόμενη επανεκλογή του, στις εκλογές του προσεχούς Νοεμβρίου.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΗΠΑ  |  Εκλογές  | 
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

X