ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Οντέντ Βολκστάιν στην «Κ»: Με φίμωσαν όπως τα βιβλία

Η Εκθεση Βιβλίου, η ακύρωση μιας εκδήλωσης, ο πόλεμος στη Γάζα, οι όμηροι

Γράφει ο Νικόλας Ζώης

Στα social media το γεγονός είχε ήδη προκαλέσει αντιπαραθέσεις, αλλά και πιο μετριοπαθείς συζητήσεις μέσα στο Σαββατοκύριακο. Μιλάμε εξάλλου για την ακύρωση, έπειτα από παρέμβαση ακτιβιστών, μιας εκδήλωσης για την εβραϊκή λογοτεχνία στην 21η Διεθνή Εκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης, η οποία με αυτόν τον τρόπο «συντονίστηκε» με άλλες διοργανώσεις ανά τον κόσμο, που βλέπουν το πρόγραμμά τους να επηρεάζεται από τις αντιδράσεις για τις ισραηλινές επιθέσεις στη Γάζα.

Ο λόγος για τη συζήτηση «Μεταβαλλόμενα τοπία της εβραϊκής λογοτεχνίας», στην οποία θα συμμετείχαν ο ισραηλινός κριτικός λογοτεχνίας Οντέντ Βολκστάιν, ο δημοσιογράφος Γρηγόρης Μπέκος και η μεταφράστρια Χρυσούλα Παπαδοπούλου. Το πρόγραμμα ανέφερε ως διοργανωτή την πρεσβεία του Ισραήλ και με βάση όσα ανακοίνωναν φορείς των εκδόσεων και του βιβλίου πριν από την εκδήλωση, αυτός ήταν ο λόγος που ζητούσαν τη ματαίωσή της. Ετσι, το απόγευμα του Σαββάτου, στον χώρο της έκθεσης εισήλθαν εκπρόσωποι των φορέων και φοιτητές, άνοιξαν πανό και παλαιστινιακές σημαίες, μοίρασαν φυλλάδια και διάβασαν ποιήματα από την Παλαιστίνη, ενώ από τα μεγάφωνα ακουγόταν ότι η προγραμματισμένη συζήτηση ακυρώνεται.

Δικαίωμα στη διαμαρτυρία

«Δεν συμμετείχα στην απόφαση να ακυρωθεί η εκδήλωση, αλλά απ’ όσο καταλαβαίνω, δεν υπήρχε πρακτικός τρόπος να πραγματοποιηθεί», λέει στην «Κ» ο ισραηλινός κριτικός λογοτεχνίας Οντέντ Βολκστάιν, ο οποίος είναι ερευνητής στο Ισραηλινό Ινστιτούτο Εβραϊκής Λογοτεχνίας. «Αναγνωρίζω το δικαίωμα στη διαμαρτυρία – και κάτι παραπάνω: δεν συμμερίζομαι τον φιλελεύθερο διαχωρισμό της λογοτεχνίας από τον κόσμο. Η λογοτεχνία, όπως είπε κάποτε ο Γεχούντα Αμικάι, είναι “λερωμένη με τα προβλήματα του κόσμου”. Δεν πιστεύω ότι οι συζητήσεις για τη λογοτεχνία πρέπει να περιορίζονται σε ένα αποστειρωμένο, ερμητικά κλειστό εργαστήριο», επισημαίνει ο κριτικός.

Δεν πιστεύω ότι οι συζητήσεις για τη λογοτεχνία πρέπει να περιορίζονται σε ένα αποστειρωμένο, ερμητικά κλειστό εργαστήριο.

«Και όμως, οι διαδηλωτές –στη Θεσσαλονίκη και αλλού– ταυτίζουν ολοκληρωτικά τον ισραηλινό πολιτισμό με την παρούσα κυβέρνηση του Ισραήλ», υπογραμμίζει και προσθέτει: «Eίναι ένα λυπηρό σφάλμα, που δεν αναγνωρίζει την ιστορία της εβραϊκής λογοτεχνίας, τουλάχιστον εν μέρει, ως χώρο αντίστασης, αντιπολίτευσης και αναζήτησης εναλλακτικών μέσω της φαντασίας. Αν οι διαδηλωτές επιδίωκαν διάλογο, θα ήμουν ευγνώμων για την ευκαιρία να τους πω –ελπίζοντας να μην τους χαλάσω τη διάθεση– ότι δεν είμαι απεσταλμένος της κυβέρνησης Νετανιάχου. Οτι πιστεύω πως η τρέχουσα φάση του πολέμου εξυπηρετεί μεσσιανικές ψευδαισθήσεις αποκομμένες από την πραγματικότητα και ότι οι εχθροπραξίες πρέπει να σταματήσουν άμεσα, με τους ομήρους να επιστρέφουν αμέσως στα σπίτια τους».

Ο κ. Βολκστάιν μπορεί να θρηνεί τα θύματα της 7ης Οκτωβρίου –«μιας φρικτής σφαγής, για την οποία κανένα “πλαίσιο” στον κόσμο δεν μπορεί να προσφέρει δικαιολογία»– και ταυτόχρονα να καταδικάζει «με τον πιο έντονο τρόπο» τις πολιτικές της σημερινής ισραηλινής κυβέρνησης και τη ζημιά που έχει προκληθεί σε αθώους αμάχους στη Λωρίδα της Γάζας. «Δυστυχώς», συμπληρώνει, «φοβάμαι ότι οι διαδηλωτές δεν ενδιαφέρονται για την πολυπλοκότητα, ούτε για την αμφισημία – και άρα δεν ενδιαφέρονται για τη λογοτεχνία, ούτε για έναν διάλογο γύρω από αυτή».

Θεωρεί άραγε σημαντικό το ότι οι διαδηλωτές διευκρίνιζαν με ανακοινώσεις τους πως δεν στρέφονται κατά των συγγραφέων και των βιβλίων, αλλά κατά της ισραηλινής κυβέρνησης και της εδώ εκπροσώπου της, της πρεσβείας; «Δείτε όμως πού βρισκόμαστε: δεν είμαι μέλος της κυβέρνησης, ούτε καν υποστηρικτής της και τελικά όντως με φίμωσαν, όπως φίμωσαν και τα βιβλία, τις σκέψεις και τις ιδέες – κάποιες από τις οποίες απηχούν έντονα τις δικές τους ανησυχίες. Ποιο είναι λοιπόν το όφελος;», αναρωτιέται ο Οντέντ Βολκστάιν.

Ποια έργα θα αναφέρονταν στη ματαιωμένη εκδήλωση; Ο κριτικός αναφέρει τη νουβέλα «Khirbet Khizeh» του Σ. Γιζάρ, που το 1948 επέκρινε την εκδίωξη των Αράβων από τα χωριά τους. Μιλάει για τη μεταφραστική συλλογικότητα «Maktoob», που συστήνει την παλαιστινιακή λογοτεχνία σε Εβραίους αναγνώστες και εργάζεται για μια κοινή εβραιο-αραβική διάλεκτο – «ένα αισθητικό θεμέλιο, αν θέλετε, για τη δυνατότητα μιας δι-εθνικής ζωής και ενός λογοτεχνικού χώρου που υπερασπίζεται με σθένος προσδοκίες αποκομμένες από τη συρρικνούμενη γλώσσα της κυρίαρχης πολιτικής». Παραθέτει τον Ισραηλινό συγγραφέα Ντρoρ Μισάνι, ο οποίος, μετά την 7η Οκτωβρίου, προέτρεψε τον κόσμο σε μια παύση πένθους και θλίψης, αντί για μια βιαστική μετάβαση στην εκδικητική βία. «Και άλλα, πολλά – αλλά δυστυχώς, φοβάμαι ότι είναι ακριβώς αυτές οι φωνές που οι διαδηλωτές θέλησαν να φιμώσουν», λέει και καταλήγει: «Η λογοτεχνία, αλίμονο, είναι το στίγμα που λερώνει τη σημαία όσων ταυτίζουν έναν ολόκληρο πολιτισμό με τις πράξεις ενός συγκεκριμένου καθεστώτος. Το Σάββατο, οι διαδηλωτές διεκδίκησαν μια νίκη: διέγραψαν αυτό το στίγμα και ύψωσαν ξανά το μονοχρωματικό λάβαρο της διαγραφής και της ακύρωσης».

Σε συνάντησή του με δημοσιογράφους, ο Νίκος Μπακουνάκης, πρόεδρος του Ελληνικού Ιδρύματος Βιβλίου και Πολιτισμού, του νέου φορέα για το βιβλίο που διοργάνωσε τη φετινή, επιτυχημένη έκθεση, δήλωσε ότι για το ίδρυμα είναι θέση αρχής ότι καταδικάζει κάθε μορφή λογοκρισίας και αποκλεισμού και πως οι διεθνείς εκθέσεις βιβλίου «αποτελούν πεδία ελευθερίας, ανταλλαγής ιδεών, διαλόγου και πολιτιστικές γέφυρες για την ειρήνη και την ελευθερία. Εκδηλώσεις που προάγουν τη λογοτεχνία και τη γλώσσα κάθε χώρας πρέπει να έχουν θέση σε μια έκθεση βιβλίου».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Πολιτισμός: Τελευταία Ενημέρωση

X