

Του Απόστολου Κουρουπάκη
Ακούγοντας τον κ. Ανδρέα να μου διηγείται την ιστορία του κινηματοθεάτρου Ηλύσια της κωμόπολης της Λύσης αμέσως μού ήλθαν στο μυαλό ο Αλφρέντο και ο Τοτό, ήρωες της αριστουργηματικής ταινίας του Τζουζέπε Τορνατόρε «Σινεμά ο Παράδεισος», αλλά και ολόκληρη η ταινία. Δεν μοιάζουν στην ολότητά τους οι χαρακτήρες με την προσωπικότητα του κ. Ανδρέα Ανδρέου, ωστόσο αναπόφευκτα ερχόταν στο μυαλό μου σκηνές από την ταινία και τις περιπέτειες του Τοτό, αλλά και του ίδιου του σινεμά. Πήγα στη Λύση, είδα το κτήριο που με κόπο πολύ ο Ανδρέας Ανδρέου ανήγειρε και σκέφτηκα ότι τελικά όλα αρχίζουν από το όραμα που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος. Σήμερα το «Ηλύσια» είναι σχεδόν εγκατελελειμένο, μάλλον στεγάζει γραφείο αθλητικών στοιχημάτων, και τίποτε δεν θυμίζει την αίγλη που είχε σε περιόδους που η αίγλη ιδίως σε χωριά και κωμοπόλεις ήταν λέξη μάλλον άγνωστη.
Συνάντησα τον κ. Ανδρέα στο σπίτι του στην Αγλαντζιά για να μου διηγηθεί την ιστορία του «Ηλύσια», του κινηματοθεάτρου που έγινε σήμα κατατεθέν της Λύσης, και άνοιξε στους κατοίκους της κωμόπολης παράθυρα στον κόσμο. Ένας Λυσιώτης αγαπητός σε όλους, που δημιούργησε έναν πολιτιστικό χώρο ανοικτό σε οποιονδήποτε ήθελε να παρουσιάσει μία θεατρική παράσταση ή να διοργανώσει μια εκδήλωση. Τα «Ηλύσια» ήταν ανοικτά σε όλα τα σύνολα της κωμόπολης, χωρίς περιορισμούς, και δεν θα μπορούσε νομίζω να είναι διαφορετικά τα πράγματα, ο κ. Ανδρέας Ανδρέου είναι άνθρωπος φτιαγμένος να βλέπει μπροστά.
ΑΡΧΕΙΟ ΑΝΔΡΕΑ ΑΝΔΡΕΟΥ
Λύση..., η Λύση, Ηλύσια
Ο κ. Ανδρέας γεννήθηκε στη Λύση τον Ιούλιο του 1931, σε μια αγροτική οικογένεια και από μικρός έζησε τη μαγεία της μεγάλης οθόνης, αφού τη δεκαετία του 1940 στη Λύση υπήρχε, σε ένα από τα καφενεία της κωμόπολης, ένας μικρός, υποτυπώδης κινηματογράφος και σε αυτόν πήγαινε κάθε νύχτα για να παρακολουθήσει το journal της Paramount… «Κάποιος πλήρωνε το εισιτήριό του και έπιανε και μένα από το χέρι και με έβαζε μέσα. Από τότε μου άρεσε πολύ ο κινηματογράφος». Τα χρόνια πέρασαν και προς το τέλος του 1953, υπάλληλος της Τράπεζας Κύπρου ήδη, αποφάσισε να ανοίξει τον δικό του κινηματογράφο. Εκείνα τα χρόνια έπρεπε να πάρει άδεια από τον προϊστάμενό του, αφού απαγορευόταν να λάβει δάνειο ή να κάνει δεύτερη δουλειά… οπότε η παραίτηση ήταν μονόδρομος. Ωστόσο, η άδεια δόθηκε από τον γενικό διευθυντή της Τράπεζας, με δάνειο ύψους 1500 λιρών, με τόκο 4%.
Ενοικίασε το οικόπεδο, με ενοίκιο 25 λίρες τον μήνα, από τη Μαρκαρού του Συμιού. Ξεκίνησε με το περιτοίχισμα, αφού τα Ηλύσια άνοιξαν ως θερινός κινηματογράφος. Τον Φεβρουάριο του 1954, ο κ. Ανδρέας επισκέφθηκε τον κ. Ναπολέοντα Σαρρή, των αντιπροσώπων Σκουφαρή και Σαρρή, παρήγγειλε τη μηχανή του κινηματογράφου του… με προκαταβολή 100 λίρες, που τις βρήκε πωλώντας διάφορα προϊόντα. Η πρώτη ταινία που έδειξαν τα Ηλύσια ήταν τον Μάιο του 1954 και ήταν μία ελληνική ταινία που δόθηκε από τους αντιπροσώπους της Φίνος Φιλμς στην Κύπρο Σκουφαρής και Σαρρής. Και το όνομα πώς βγήκε, ρωτώ τον κ. Ανδρέα: «Για να σου δίνουν ταινίες έπρεπε να κάνεις ένα συμβόλαιο… και πώς θα το βγάλεις το όνομα Αντρέα, μού έλεγαν…, ε τότε, Λύση…, η Λύση… και έγινε στο τέλος Ηλύσια»!
Το κινηματοθέατρο «Ηλύσια» στην κωμόπολη της Λύσης ήταν ένα ζωντανό κύτταρο πολιτισμού και ψυχαγωγίας από το 1954 έως το 1974, με τον ιδρυτή του, τον Ανδρέα Ανδρέου να έχει αφιερώσει κόπο πολύ στο μεγαλεπήβολο εγχείρημά του.
Ηταν αμαρτία
Πώς όμως είδαν αυτή την πρωτοβουλία του κ. Ανδρέα στη Λύση; «Μεγάλο πρόβλημα στο χωριό… οι γυναίκες ήταν αμαρτία να πάνε στον κινηματογράφο. Μέχρι από τον άμβωνα ειπώθηκε πως ήταν αμαρτία. Έπρεπε να βρεθεί τρόπος να φέρω και τις γυναίκες στον κινηματογράφο. Όποια κυρία θα ερχόταν στον κινηματογράφο την καθημερινή θα έπαιρνε έναν λαχνό για να αποκτήσει ένα λευκαρίτικο τραπεζομάντιλο και σιγά-σιγά μαζέψαμε λίγες». Οι δυσκολίες του «Ηλύσια» στα πρώτα χρόνια ήταν πολλές, αλλά ο κ. Ανδρέας έβρισκε πάντοτε λύσεις… Η Ηλεκτρική της Λύσης δεν μπορούσε να εφοδιάσει με ρεύμα τον κινηματογράφο, οπότε ο κ. Ανδρέας αγόρασε και γεννήτρια, και εκατό καρέκλες, μισό σελίνι τη μία… καρέκλες που αργότερα θα γινόντουσαν καθίσματα αναπαυτικότατα. Το εισιτήριο ήταν έξι γρόσια, και τις καθημερινές δωρεάν οι γυναίκες. Το καλοκαίρι του 1954 στα «Ηλύσια» προβλήθηκε το αμερικανικής παραγωγής ερωτικό γουέστερν «Η Σειρήνα του καμπαρέ» του 1952, σε σκηνοθεσία Φριτς Λανγκ με τη Μάρλεν Ντίντριχ… οπότε κάπως για τα ήθη της εποχής ας πούμε πως η αμαρτία δικαιολογείται.
«Σιγά-σιγά με τα έργα της Φίνος Φιλμς άρχισε να μαζεύεται ο κόσμος» μου λέει ο κ. Ανδρέας, αλλά και με τις ξένες ταινίες που προμηθευόταν από το Λουκούδι, «τα καουμπόικα άρεσκέν τους πολλά». Φυσικά, ο κινηματογράφος του κ. Ανδρέα έγινε πόλος έλξης σταδιακά για τους χωριανούς, «ο κόσμος ξεκίνησε να κάνει και περίπατο στο πλευρό του κινηματογράφου… και τούτος ο περίπατος έκλεινε και τον δρόμο».
Για πέντε περίπου χρόνια, το 1959, έχοντας πια χτίσει το κοινό του, αποφάσισε, όπως μου λέει να κάνει έναν «καλό κινηματογράφο», να έχει όλες τις ευκολίες. Το σχέδιο το έκανε ο αρχιτέκτονας/ πολιτικός μηχανικός Γεώργιος Μεστάνας, στον οποίο ο κ. Ανδρέας ζήτησε να κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσε: «Του είπα θέλω ένα σχέδιο καλού κινηματογράφου. Να προσέξεις την ηχητική». Μέχρι βέβαια να ανοίξει ο χειμερινός, στο καφενείο του Κερλαππή λειτουργούσε προσωρινά το «Ηλύσια» όπου τη δεκαετία του 1940 στο χωριό πρωτολειτούργησε κινηματογράφος. Μετά από μία περιπέτεια με το καφενείο, ο επίμονος Ανδρέας Ανδρέου άρχισε να χτίζει τον δικό του κινηματογράφο του, με χρήματα που του έδωσε ο πατέρας του, «ο γέρος του» όπως τρυφερά τον αποκαλεί, ο οποίος έκανε δάνειο 600 λίρες. Για τον πατέρα του ο κ. Ανδρέας σε όλη τη διάρκεια της κουβέντας μας μιλούσε με απέραντη ευγνωμοσύνη.
Κτίστηκε λοιπόν ο κινηματογράφος, με κόπο πολύ. Στο ισόγειο εκτός από την κυρίως αίθουσα υπήρχε το μπουφέ και το φουαγιέ. Στον πρώτο όροφο βρισκόταν το γραφείο του κ. Ανδρέα, και ακόμα δύο δωμάτια, εκτός από τον θάλαμο. Σε ένα από τα δωμάτια αυτά φυλούσε και τις δικές του λήψεις, «ετράβουν τζιαι γω ταινιούες με 8mm». Σε εκείνο το δωμάτιο έμεινε μετά τον πόλεμο και κάτι για το οποίο ο κ. Ανδρέας 51 χρόνια μετά ακόμα το θυμάται ως το πολυτιμότερο… αλλά θα το δούμε αργότερα… Ο κινηματογράφος, όταν τελείωσε ήταν χωρητικότητας περίπου 800 ατόμων και από το 1960 λειτουργούσε και ως χειμερινός και ως θερινός. Μαζεύοντας χρήματα, ολοένα και τα «Ηλύσια» εκσυγχρονίζονταν, στα μέσα της δεκαετίας του 1960 από τις τόνενες καρέκλες το θέατρο απέκτησε αναπαυτικά καθίσματα, και όλα αυτά με πολύ προσωπική δουλειά από τον οραματιστή κ. Ανδρέα. «Σκαλιά-σκαλιά το κουγκρί, και προχωρούσαμε… άμα με ρωτήσουν πόσον καιρόν έκαμες να τον κάμεις τον κινηματογράφο, έξι χρόνια λαλώ τους…».
Η σκηνή είχε 17 μέτρα πλάτος και πέντε μέτρα βάθος… και ήταν το μοναδικό στα χώρια και το δεύτερο μετά το Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας με τόσο μεγάλη σκηνή… «Ο κόσμος έμαθε και ερχόταν σιγά-σιγά στον κινηματογράφο», ώσπου ήλθε η ιδέα του καλού θεάτρου, μου λέει…
Ιδέα του καλού θεάτρου
Η Λύση ήταν ένα χωριό το οποίο είχε πλούσια πολιτιστική παράδοση και φιλοπρόοδους κατοίκους. Στη μουσική είχε την τιμή να έχει αναθρέψει και τον σπουδαίο Τόμπολη, τον Παύλο Λιασίδη και τον Γιακουμη Ατσίκκο, τον Γιάγκο Σουρουλλά. Λειτουργούσαν πολιτιστικά και αθλητικά σωματεία, μάλιστα το πρώτο ιδρύθηκε το 1895, η «Αναγέννησις» και τον σύλλογο «Πανελλήνιος Πόθος» με έτος ίδρυσης το 1909. Τα δύο αυτά σωματεία απορρόφησε η Λέσχη Αγάπη Λαού Λύσης (ΛΑΛΛ), το 1919, και παρέμεινε ενεργό και τις επόμενες δεκαετίες. Τη δεκαετία του 1960 ιδρύθηκαν και ο Σύνδεσμος Καλλιτεχνών Λύσης (ΣΥΚΑΛΥ), το 1961 από τον μουσικοδιδάσκαλο και συνθέτη Κωστή Κωστέα, ο Αθλητικός Μορφωτικός Όμιλος Λύσης (ΑΜΟΛ) το 1963. Η σκηνή του «Ηλύσια» ήταν φιλόξενη για όλους, ο ιδιοκτήτης του είχε καταλάβει από νωρίς πως η Τέχνη δεν μπορεί να παρεμποδίζεται από ιδεοληψίες. Στη σκηνή του «Ηλύσια» ανέβηκαν από το 1961 πάρα πολλές παραστάσεις από επαγγελματικούς και ερασιτεχνικούς θιάσους. Τη Λύση, όπως φάνηκε από την έρευνά μας, επισκέφθηκαν οι θίασοι του ΟΘΑΚ, ο Θίασος Γέλιου, ο Εργατικός Θεατρικός Όμιλος ΣΕΚ, ο Θίασος Χατζηχρήστου, ο Θίασος Πέτρου Φυσούν, Θίασος Σταυρίδη – Στόλιγκα, το Νέο Θέατρο, ο Θίασος Δάφνης Σκούρα, ο Θίασος Μουσικής Κωμωδίας, ο Θίασος Παπαδημήτρη, ο Θίασος Ν. Σιαφκάλη, ο Οργανισμός Μουσικού Θεάτρου, ο Θίασος Μάνου Κατράκη και ο Θίασος Άγγελου Αντωνόπουλου. Στους χώρους του «Ηλύσια» εκδηλώσεις έκαναν η Φιλόπτωχος Αδελφότητα Λύσης, ο ΣΥΚΑΛΥ, ο ΑΜΟΛ, η ΛΑΛΛ, ο Σύνδεσμος Δημοτικών Σχολείων Λύσης, η ΟΧΕΝ Νεανίδων Λύσης, ο Μαθητικός Όμιλος Λύσης και άλλοι. Έγιναν παγκοινοτικοί εορτασμοί, αποκριάτικοι χοροί και χριστουγεννιάτικοι χοροί, ο μουσικός εορτασμός των Γυμνασίων Αιγιαλούσης, Ριζοκαρπάσου, Λύσης, Τεχνικής Σχολής Αμμοχώστου, και άλλες πάρα πολλές εκδηλώσεις.
Το βαλιτσάκι
Τι θυμάσαι, κ. Ανδρέα, περισσότερο από το «Ηλύσια», τι θα ήθελες να έχεις πάρει μαζί σου, τον ρωτώ λίγο πριν τελειώσουμε τη συνέντευξή μας: «Την ώρα που έφευγα από τη Λύση, για να επιστρέψω την επομένη –όπως άλλωστε νομίζαμε όλοι– σκεφτόμουν τα πράγματα του Κατράκη, ήταν το βαλιτσάκι του, που είχε μείνει στο γραφείο μου». Ο Μάνος Κατράκης επισκεπτόταν συχνά τη Λύση, μάλιστα σκηνές της ταινίας του Γιώργου Φιλή «Το τελευταίο φιλί» γυρίστηκαν και στη Λύση, και στις αποθήκες του θεάτρου του ο κ. Ανδρέας είχε φυλάξει σκηνικά του θιάσου Κατράκη, όπως μου λέει, τα οποία χρησιμοποιούσαν και οι θίασοι της Λύσης που έπαιζαν στο «Ηλύσια». «Δεν ήταν κάτι δικό μου, του είχα πει πολλές φορές να το πάρει, αλλά μου έλεγε, “την άλλη φορά, Αντρέα”…». Τελικά, έμελλε εκείνο το βαλιτσάκι με αντικείμενα του Μάνου Κατράκη να χαθούν, όπως και το «Ηλύσια» ολάκερο, αλλά σκέφτομαι, βλέποντας τον κ. Ανδρέα να μη βαρυγκωμά και να αποπνέει αέρα αισιοδοξίας, πως τίποτε δεν χάνεται, όταν η μνήμη έχει πλουτέψει από το παρελθόν μας. Με αποχαιρέτησε από την καγκελόπορτα του σπιτιού του, και ήταν μία ακόμη κινηματογραφική σκηνή, αληθινή ευγένεια, ενός αληθώς ευγενούς ανθρώπου. Η τελευταία δραστηριότητα του «Ηλύσια», όπως φαίνεται από τον Τύπο από τις 7 έως τις 15 Ιουλίου ήταν τα σόου του μάγου Καμάν ή Κοζάκ…