
Του Μιχάλη Σοφοκλέους
Θα ακουστεί παράξενο σε κάποιους, αλλά μικρός διάβαζα ανελλειπώς τη «Σατιρική Επιθεώρηση», εφημερίδα που εξέδιδε ο Γιώργος Μαυρογένης και περιείχε κυρίως τις γελοιογραφίες του. Σε αυτές, μόνιμος «εχθρός» του ήταν ο Γλαύκος Κληρίδης τον οποίο παρουσίαζε ως φασίστα, πραξικοπηματία, μέθυσο, έτοιμο να καταλύσει τη δημοκρατία και να ξεπουλήσει την Κύπρο.
Δυο-τρεις δεκαετίες από τότε που έκλεισε η «Σατιρική», γνώρισα τον Γιώργο Μαυρογένη, ήρθε και μου συστήθηκε σε ένα κουρείο. Ο ίδιος, όμως, δεν παραξενεύτηκε καθόλου που θυμόμουν γελοιογραφίες του και τον αντιμετώπιζα με θαυμασμό. Αντιθέτως, μου εξιστόρησε ότι επιχείρησε μετά από χρόνια να απολογηθεί στον Κληρίδη για τον τρόπο που τον αντιμετώπιζε. Ο Κληρίδης αμέσως τον απέτρεψε. Έκπληκτος ο Μαυρογένης αντιλήφθηκε ότι ήταν και ο Κληρίδης θαυμαστής του. Εκτιμούσε το χιούμορ, την αγνή πρόθεση, το άδολο ενδιαφέρον του για την πατρίδα μας.
Σήμερα, αν η «Σατιρική» συνέχιζε να εκδίδεται, σχεδόν κανείς από το υπάρχον πολιτικό σύστημα δεν θα ασχολείτο με τις πεποιθήσεις ή το χιούμορ του όποιου Γιώργου Μαυρογένη. Οι πλείστοι, θα έψαχναν ποιο συμφέρον εξυπηρετεί, από ποιον τα «παίρνει» και πώς μπορεί είτε να φιμωθεί, είτε να εξαναγκαστεί να υπηρετεί τους ίδιους. Να αλλοτριωνόταν δηλαδή ο χαρακτήρας του.
Στη χώρα μας, η πρόσφατη πυρκαγιά αποτέλεσε μια μεγάλη τραγωδία. Με νεκρούς, τραυματίες, απώλεια περιουσιών και επιχειρήσεων. Μια οικολογική καταστροφή τεραστίων διαστάσεων, με πάνω από 2% των ελεύθερων περιοχών να έχουν καεί. Κυβέρνηση και κράτος είχαν να διαχειριστούν τρεις διαδοχικές καταστάσεις. Η πρώτη, να μη ξεφύγει η πυρκαγιά. Η δεύτερη, όταν κατέστη ανεξέλεγκτη, να περιοριστούν οι απώλειες. Η τρίτη, να διαχειριστεί και να αποκαταστήσει τις συνέπειες.
Στα πρώτα δύο ζητούμενα η αποτυχία ήταν παταγώδης. Στο τρίτο, έχουμε μεν ορθά μέτρα αποκατάστασης, αλλά το ζήτημα δεν είναι το ποτέ να ρίχνεις εκατοντάδες εκατομμύρια των φορολογουμένων για να απαλύνεις μια καταστροφή. Το ζήτημα είναι να την προλάβεις.
Με όλα αυτά δεδομένα και όχι αμφισβητούμενα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προέβη στο αμφιλεγόμενο του διάγγελμα. Αντί να σταθεί με παρρησία μπροστά στους πολίτες, επέλεξε να «υποβαστάζεται» από πληγέντες κοινοτάρχες. Ανακοίνωσε μέτρα, παραδέχθηκε γενικά αστοχίες και είπε και κάτι άλλο: «Σας ζητώ να μας κρίνετε αυστηρά, όπως αρμόζει σε μια Δημοκρατία που θέλει και μπορεί να γίνεται καλύτερη».
Έχει γίνει κανόνας όταν ο κ. Χριστοδουλίδης εκστομίζει κάτι εύηχο, να πρέπει κάποιος αυτόματα να ψάξει πού βρίσκεται η «ουρά της αχλάδας». Αυτή τη φορά, ήταν η ενεργοποίηση κάθε ικμάδας του προεδρικού μηχανισμού και κατά μέτωπο επίθεση εναντίον των πάντων. Αποσπασμένοι, διορισμένοι, συγγενείς, φίλοι, κονδυλοφόροι, οι πάντες επιστρατεύθηκαν.
Όποιος τολμά να ψέξει την κυβερνητική αποτυχία στην πρώτη της κρίση, αντιμετωπίζει το μένος τους. Όχι με μια αντιπαράθεση γεγονότων ή επιχειρημάτων, όπως επιβάλλει η δημοκρατία, αλλά με προσπάθεια «ακύρωσης» και δολοφονίας χαρακτήρα. Δεν γλύτωσαν ούτε δημοσιογράφοι αυτή τη φορά, σε ένα λειτούργημα που ήδη φθίνει ως προς την ποιότητά του και αμφισβητείται ως προς την ανεξαρτησία του.
Με αφορισμούς όπως «είσαι πολύ λίγος εσύ να κρίνεις», «τι σου έταξαν εσένα και ποιον υπηρετείς», «δεν το χωνεύεις ότι ο Χριστοδουλίδης είναι πρόεδρος», «εσύ είσαι του ΑΚΕΛ», «εσύ ήσουν του Αβέρωφ» κοκ., βωμολοχίες και προσβολές πολλές φορές, επιχειρούν να υποτιμήσουν και να εκφοβίσουν όποιον τολμά να τους αμφισβητήσει. Με στόχο ένα: από την ώρα που ξεκινά μια δημόσια συζήτηση και τοξικοποιείται, τότε αυτόματα θεωρείται και αυτός που την ξεκίνησε τοξικός. Για να το αποφύγει και να προστατευθεί, θα σταματήσει να μιλά. Είναι μια κλασική καθεστωτική αντίληψη.
Τέτοιες μεθόδους χρησιμοποιούν όσοι ηγέτες είναι αδύναμοι, όσοι δεν είναι σίγουροι για τον εαυτό τους. Αποτελεί κλασική μέθοδο προπαγάνδας να επιτίθεσαι στον φορέα μιας άποψης αντί στην άποψη την ίδια, όταν δεν μπορείς να την αντιμετωπίσεις. Παραδοσιακά τη χρησιμοποιούσε κυρίως το ΑΚΕΛ. Ακόμη όμως και ο ΔΗΣΥ πρόσφατα, για πρώτη φορά, επιτέθηκε με χαρακτηρισμούς σε μέσο και δημοσιογράφο, αντί να αντιμετωπίσει τη θέση που διατύπωσαν. Το δε Προεδρικό και ο ίδιος ο Πρόεδρος την εφαρμόζουν με τόση προσήλωση, που θα τους ζήλευε και ο Γκέμπελς.
Η δυσανεξία στην κριτική, δεν είναι δημοκρατική ιδιότητα. Ούτε η επιθυμία των σημερινών ηγετών να έχουν μόνο κλακαδόρους χειροκροτητές είναι δημοκρατία. Δημοκρατία είναι η ανοχή στην άποψη του άλλου, η τριβή, η αντιπαράθεση θέσεων. Η επιθετικότητα δεν οδηγεί στη σιωπή, αλλά στη βαθύτερη πόλωση. Και όταν ο δημόσιος λόγος δηλητηριάζεται, το πρόβλημα δεν είναι οι πολίτες που μιλούν. Είναι οι ηγέτες που δεν ακούν.