

Της Μαρίνας Οικονομίδου
Την πρόταση ότι ο Δημοκρατικός Συναγερμός θα πρέπει να ενισχύσει περαιτέρω τη συνεργασία του με το Δημοκρατικό Κόμμα και τη Δημοκρατική Παράταξη, καθώς αυτά που ενώνουν τα εν λόγω κόμματα είναι πολύ περισσότερα από όσα τα χωρίζουν, κατέθεσε ο Χάρης Γεωργιάδης στο διευρυμένο Πολιτικό Γραφείο του ΔΗΣΥ που πραγματοποιήθηκε το περασμένο Σάββατο. Η εν λόγω πρόταση στρατηγικής έγινε στο πλαίσιο ανάλυσης που παρουσίασε ως πρόεδρος του Ινστιτούτου Γλαύκος Κληρίδης, καταθέτοντας πρώτα τους λόγους της εκλογικής πίεσης που δέχεται ο ΔΗΣΥ, ακτινογραφώντας στη συνέχεια το πολιτικό σκηνικό και παραθέτοντας στο τέλος προτάσεις στρατηγικής για το πώς μπορεί να κινηθεί σε αυτό το πολιτικό περιβάλλον το κόμμα. Προχώρησε και ένα βήμα πιο κάτω, σημειώνοντας ότι με δεδομένο ότι οι διαφωνίες με τα κόμματα ΔΗΚΟ-ΔΗΠΑ έχουν πλέον αμβλυνθεί, η σχέση συνεργασίας μαζί τους δεν πρέπει να έχει συναλλακτικό και ευκαιριακό χαρακτήρα αλλά να οικοδομηθεί, να έχει μακροπρόθεσμο στρατηγικό ορίζοντα και να απευθύνεται όχι μόνο στην ηγεσία αλλά και στη βάση. Μία κίνηση που εμπεδώνει πως κάποια στελέχη στον ευρύτερο χώρο της Κεντροδεξιάς άρχισαν να σκέφτονται την επόμενη μέρα των βουλευτικών εκλογών.
Η στενή σχέση του Χάρη με το ΔΗΚΟ, οι ταυτόσημες θέσεις που δίδουν την αίσθηση συνεννόησης με κάποια στελέχη και οι αντιδράσεις στον ΔΗΣΥ
Το έδαφος που καλλιεργήθηκε
Δεν ήταν η πρώτη φορά βεβαίως που ο Χάρης Γεωργιάδης εξέφραζε την άποψη ότι ο ΔΗΣΥ θα πρέπει να συνεργαστεί με τα κόμματα του Κέντρου. Πέραν των δημόσιων δηλώσεών του, υπάρχει και μία εμφανής σύσφιγξη σχέσεων του ιδίου με στελέχη και αυτό καταγράφεται στη Βουλή. Οι σχέσεις με τον πρόεδρο του ΔΗΚΟ Νικόλα Παπαδόπουλο έχουν εξομαλυνθεί σε σχέση με τον καιρό που ο κ. Γεωργιάδης ήταν υπουργός Οικονομικών και ο ΔΗΚΟϊκός πρόεδρος ζητούσε επανειλημμένα την παραίτησή του. Έχει ωστόσο μία πολύ στενή συνεργασία με τον Χρύση Παντελίδη. Ενδεικτικό ότι οι δύο πολιτικοί άνδρες εκφράζουν συχνά τις ίδιες θέσεις – κάποιοι μιλάνε ακόμη και για υποτυπώδη συντονισμό σε ό,τι αφορά τη στάση της χώρας απέναντι στο Ισραήλ, στις σχέσεις με την Ελλάδα, το κομμάτι της άμυνας αλλά και στα της οικονομίας. Δεν θεωρήθηκε καθόλου τυχαία η πανομοιότυπη αναφορά του βουλευτή του ΔΗΚΟ Χρύση Παντελίδη στην «Κ» ότι τα κόμματα της Κεντροδεξιάς θα πρέπει να συνεργαστούν στο εγγύς μέλλον. Η αρχή της συμφιλίωσης βεβαίως καταγράφηκε με τη συμβολική κίνηση του Χάρη Γεωργιάδη να παρουσιάσει ως πρόεδρος του Ινστιτούτου Γλαύκος Κληρίδης στην εκδήλωση προς τιμήν του ιδρυτικού ηγέτη του ΔΗΣΥ, τον περασμένο Νοέμβριο, τη συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο Γλαύκος Κληρίδης στη φοιτήτρια Αναστασία Παπαδοπούλου, με την τελευταία να είναι η κύρια ομιλήτρια. Είχαν γραφτεί πολλά εκείνες τις μέρες περί πολιτικού πολιτισμού που διακατείχε τους Γλαύκο Κληρίδη και Τάσσο Παπαδόπουλο και που εκλείπει σήμερα, όμως πολλοί ήταν εκείνοι εντός του ΔΗΣΥ που διάβασαν πίσω από τις γραμμές και είδαν το ξαφνικό φλερτ του Χάρη Γεωργιάδη με τον χώρο του Κέντρου.
Οι πέντε άξονες
Πέραν της ενδιαφέρουσας κατάληξης για μία μεγάλη συμμαχία με το Κέντρο, ο Χάρης Γεωργιάδης έθεσε και άλλα ζητήματα στην ανάλυσή του που προβλημάτισαν αρκετά τα συναγερμικά στελέχη.
1) Έκανε λόγο για δύο πετυχημένες διακυβερνήσεις στις οποίες όπως σημειώθηκε επιτεύχθηκε ο δυτικός προσανατολισμός, η ευρωπαϊκή προοπτική, η συμπόρευση με την Ελλάδα, η ανοικτή ανταγωνιστική οικονομία, η κοινωνική οικονομία της αγοράς.
2) Έκανε ακτινογραφία της σημερινής κρίσης στο κόμμα και παρέθεσε τους λόγους που παρατείνεται. Ανέφερε πως η νέα ηγεσία παρά τη δημοφιλία της δεν έχει εδραιωθεί πλήρως, κατέγραψε ότι υπάρχει εσωστρέφεια και πρόταξη προσωπικών φιλοδοξιών μεταξύ στελεχών πρώτης γραμμής, στη φθορά της διακυβέρνησης, έδωσε έμφαση στην αντίληψη ότι ο ΔΗΣΥ δεν είναι πλέον καθαρό κόμμα, στην ανεπαρκή στελεχιακή ανανέωση και στη δυστοκία καταρτισμού ψηφοδελτίου.
3) Άσκησε κριτική στη νέα ηγεσία για υπέρμετρο επικοινωνιακό ζήλο, για ρηχές και άγονες αντιπαραθέσεις, δίδοντας έμφαση στην ανάγκη παρεμβάσεων που αναδεικνύουν πολιτική επάρκεια και αξιοπιστία.
4) Παρουσίασε το νέο πολιτικό σκηνικό το οποίο χαρακτηρίζεται, όπως καταγράφηκε, από δημαγωγία και λαϊκισμό, κατατάσσοντας σε αυτό το στρατόπεδο ΕΛΑΜ, Άλμα, Βολτ και το ΑΚΕΛ ως οπισθοδρομικό. Κόμματα και πολιτικές στις οποίες πρέπει ο ΔΗΣΥ να σταθεί απέναντι.
5) Έβαλε τις γραμμές για τη στάση που θα πρέπει να τηρήσει το κόμμα απέναντι στην κυβέρνηση. Στήριξη σε προϋπολογισμό, εξωτερική πολιτική, μεταναστευτικό με στόχο τον επαναπατρισμό των ψηφοφόρων του Νίκου Χριστοδουλίδη και κριτική εκεί που πρέπει όπως τις κρατικές δαπάνες, το μισθολόγιο και την αδράνεια στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων.
Κλίνατε… συντηρητικά
Μία πρώτη ανάλυση της παρουσίασης του Χάρη Γεωργιάδη στέλνει το μήνυμα πως στόχος είναι να κινηθεί ο ΔΗΣΥ περισσότερο στα πρότυπα ενός Χριστιανοδημοκρατικού Λαϊκού κόμματος. Κάποιοι άλλοι βεβαίως στα συναγερμικά πηγαδάκια σημειώνουν με νόημα ότι το κόμμα κινδυνεύει να μετατραπεί σε Ρεπουμπλικανικό κόμμα των ΗΠΑ, αν υιοθετηθούν οι προτάσεις του που διαγράφουν πλήρως τον πολιτικό φιλελευθερισμό που διέπει το κόμμα. Έδωσε για παράδειγμα έμφαση στον δυτικό προσανατολισμό, έθεσε ως απειλή όμως για την κοινωνική συνοχή και ασφάλεια το μεταναστευτικό, το οποίο έχει ανάγκη από την πιο αυστηρή ευρωπαϊκή πολιτική που ακολουθείται πλέον. Έβαλε ξεκάθαρες κόκκινες γραμμές στα κοινωνικά ζητήματα, σημειώνοντας ότι ο ΔΗΣΥ δεν μπορεί να ρέπει προς τη woke agenda, η οποία έπληξε σοβαρά την υποψηφιότητα της Καμάλα Χάρις και πως το κόμμα πρέπει να δείχνει σεβασμό στις παραδόσεις, στις εθνικές καταβολές, στη θρησκεία και στον θεσμό της οικογένειας. Έθεσε ως πρώτιστο θέμα την οικονομία που θεωρείται προνομιακό πεδίο για το κόμμα, την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, η οποία όπως εξηγείται θα αποτελέσει ανάχωμα στη δημαγωγία και δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ενίσχυση της άμυνας και ασφάλειας που άφησε για χρόνια στο συρτάρι ο ΔΗΣΥ. Ενδιαφέρουσα είναι και η προσέγγιση για το Κυπριακό, όπου μιλά μεν για έναν έντιμο συμβιβασμό, αλλά διαπιστώνει πως η τουρκική πολιτική δεν δίνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας και ξεκαθαρίζει πως το κόμμα δεν μπορεί να τοποθετείται όπως τους ΕΔΗ, το ΑΔΗΣΟΚ και το σημερινό Volt.
Η ανάλυση και οι προτάσεις του Χάρη Γεωργιάδη προκάλεσαν αναμφίβολα αντιδράσεις στο εσωτερικό του κόμματος, με αρκετούς να διερωτώνται αν αυτή είναι η νέα ταυτότητα και η στρατηγική της νέας ηγεσίας του κόμματος. Ο Χάρης Γεωργιάδης βεβαίως είπε επανειλημμένα πως πρόκειται για τη δική του άποψη αποκλειστικά και κατ’ επέκταση πως αυτό δεν δεσμεύει με οποιονδήποτε τρόπο την ηγεσία. Αυτή η ανάλυση, ωστόσο, παρουσιάστηκε πρώτα τη 13η Ιουνίου στην κοινοβουλευτική ομάδα και εκεί λήφθηκε η απόφαση να παρουσιαστεί και στο ευρύτερο Πολιτικό Γραφείο. Το ερώτημα, βεβαίως, είναι για ποιο λόγο να επαναληφθεί στο κατεξοχήν πολιτικό σώμα του κόμματος, αν δεν συμφωνεί με αυτήν η ηγεσία. Αν από την άλλη στόχος ήταν να εκφραστούν διάφορες απόψεις για το πώς μπορεί να κινηθεί το κόμμα, ερώτημα είναι για ποιο λόγο δεν δόθηκε παρόμοιος χρόνος ούτως ώστε άλλα στελέχη να διαμορφώσουν τη δική τους ανάλυση για το πού πάει το κόμμα. Υπήρξαν για παράδειγμα στελέχη όπως ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Ιωάννης Κασουλίδης και ο Χριστόφορος Φωκαΐδης που ήγειραν κάποια ερωτήματα γύρω από τις θέσεις που εξέφρασε ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Γλαύκος Κληρίδης σε ό,τι αφορά τις προτεραιότητες που θα πρέπει να θέσει το κόμμα αλλά και στην ταυτότητά του.
Δεν πέρασε για παράδειγμα απαρατήρητο σε πολλούς το γεγονός ότι στην ανάλυση υποβαθμίστηκε ο ρόλος του Κυπριακού και της ανάγκης για λύση –που ήταν από τους κύριους λόγους ίδρυσης του ΔΗΣΥ– δίδοντας έμφαση στην ενίσχυση της άμυνας και ασφάλειας, στο μεταναστευτικό και στον τομέα της οικονομίας. Όπως λέχθηκε, δημιουργήθηκε ένα αφήγημα «αντί» για ΑΚΕΛ, ΕΛΑΜ, Βολτ και Άλμα. Η μία ανάγνωση είναι ότι σε μία περίοδο στασιμότητας του Κυπριακού, ο ΔΗΣΥ θα πρέπει να δώσει έμφαση και σε άλλες πτυχές που αποτελούν μεγάλες προκλήσεις για την κοινωνία. Η δεύτερη ωστόσο που γίνεται από τους πιο καχύποπτους στον ΔΗΣΥ, δεδομένου ότι ο Χάρης Γεωργιάδης δέχεται κριτική για τη στάση του στο Κυπριακό και τη θέση του για τον Νέο Ρεαλισμό, είναι ότι οι θέσεις αυτές μετατοπίζουν το κόμμα πιο κοντά στα δύο κόμματα του Κέντρου και ανοίγουν τον δρόμο συμμαχίας, με στόχο πρώτα την προεδρία της Βουλής και στη συνέχεια την προεδρία της Δημοκρατίας.
Ποιους βολεύει
Ένα μεγάλο κεφάλαιο είναι ποιος ευνοείται από μία τέτοια μεγάλη συμμαχία. Σε μία εποχή που ο ΔΗΣΥ παρουσιάζεται απομονωμένος, με συνεχείς διαρροές προς το ΕΛΑΜ και με τους ψηφοφόρους του Νίκου Χριστοδουλίδη να μην επαναπατρίζονται, ένα τέτοιο σενάριο δίνει προοπτική στο κόμμα. Προοπτική βεβαίως δίνει και στα δύο συγκυβερνώντα κόμματα ΔΗΚΟ και ΔΗΠΑ. Δεν είναι καθόλου κρυφό ότι και τα δύο κόμματα είναι σφόδρα ενοχλημένα όχι μόνο από τον τρόπο με τον οποίο ο Νίκος Χριστοδουλίδης τους αγνοεί, αλλά και με την άτυπη συνεργασία που έχει με το ΕΛΑΜ. Μία τέτοια προοπτική συμμαχίας ενισχύει τη διαπραγματευτική τους θέση εντός της κυβέρνησης, δεδομένου ότι ο Πρόεδρος δεν θέλει να αποχωρήσουν από αυτήν. Αυτή η συμμαχία ωστόσο βολεύει προσωπικά πολιτικά πρόσωπα. Έχει ήδη καταγραφεί από την «Κ» πως άτυπα συζητούν συναγερμικά και ΔΗΚΟϊκά στελέχη για μία συνεργασία, πρώτα για την προεδρία της Βουλής και στη συνέχεια για την προεδρία της Δημοκρατίας. Στην ουσία μία συνδιαλλαγή, όπου ο ΔΗΣΥ θα στηρίξει τον πρόεδρο του ΔΗΚΟ Νικόλα Παπαδόπουλο για την προεδρία της Βουλής, δίδοντάς του έτσι και ένα πολιτικό σωσίβιο πριν την αποχώρηση από την προεδρία του ΔΗΚΟ και στη συνέχεια το ΔΗΚΟ να στηρίξει τον υποψήφιο του ΔΗΣΥ.
Για τον υποψήφιο του ΔΗΣΥ βεβαίως οι απόψεις διίστανται. Πολύ πιθανή μπορεί να είναι η στήριξη της Αννίτας Δημητρίου με την οποία διατηρούν πολύ καλές σχέσεις, ή σε ένα σενάριο που η πρόεδρος του ΔΗΣΥ δεν θέλει να διεκδικήσει, να μπει κάποιος άλλος. Σε αυτό το σκηνικό θεωρείται από στελέχη του ΔΗΣΥ ως πιθανή η σφήνα Χάρη Γεωργιάδη, ως το πρόσωπο που δεν απειλεί την επετηρίδα στον ΔΗΣΥ, που οραματίστηκε και έκανε πράξη αυτή τη μεγάλη συμμαχία. Και το πρόσωπο βεβαίως του οποίου οι θέσεις βρίσκουν σύμφωνα τα δύο κόμματα του Κέντρου. Κάποιοι άλλοι δεν αποκλείουν και το ενδεχόμενο μιας ανεξάρτητης κοινής υποψηφιότητας, βλέποντας με ενδιαφέρον τον τρόπο που κινείται στο παρασκήνιο ο πρόεδρος του ΕΟΑ Λευκωσίας Κωνσταντίνος Γιωρκάτζης.
Τα μαθηματικά και η κάλπη
Όσο όμως κι αν στο Πολιτικό Γραφείο του ΔΗΣΥ γίνονται τέτοιες μακροπρόθεσμες αναλύσεις, πολλά θα εξαρτηθούν από τις βουλευτικές εκλογές που θα μεσολαβήσουν. Και αυτός είναι ο λόγος που πολλοί διαφωνούν με το γεγονός ότι ενόψει βουλευτικών εκλογών άνοιξε ήδη η συζήτηση για την επόμενη μέρα, χωρίς στην ουσία να λαμβάνεται υπόψη το τι θα προηγηθεί. Με δεδομένο ότι βάσει και της έρευνας που διεξήγαγε για λογαριασμό του ΔΗΣΥ η Pulse Market Research, παρουσιάζεται από τη μία το ΔΗΚΟ να παλεύει για την τρίτη κατανομή και να χάνει τον ρυθμιστικό του ρόλο και από την άλλη η ΔΗΠΑ να δυσκολεύεται να μπει στη Βουλή, εγείρονται σοβαρά ερωτήματα για το πόσο αποτελεσματική μπορεί να είναι μία τέτοια συμμαχία.
Πέραν των μαθηματικών που ίσως να μη βγαίνουν, ζήτημα είναι και πόσο εύπεπτη είναι για τα ακροατήρια όλων των κομμάτων μία τέτοια συμμαχία και ιδιαίτερα ΔΗΣΥ και ΔΗΚΟ. Στον Συναγερμό είναι πολλοί εκείνοι που βλέπουν με αντιπάθεια το ΔΗΚΟ, δεδομένης της σκληρής κριτικής που έκανε κατά τη δεκαετία Αναστασιάδη, αλλά και λόγω των διαφορετικών θέσεων των δύο κομμάτων στο Κυπριακό. Και στο ΔΗΚΟ όμως η κατάσταση δεν είναι καλύτερη. Μπορεί τα δύο κόμματα να έχουν σχεδόν ταυτόσημες θέσεις στη Βουλή (οικονομία, ακόμη και η πρόσφατη θέση για τις διαμαρτυρίες) ωστόσο ΔΗΚΟϊκά στελέχη βλέπουν με καχυποψία τον ΔΗΣΥ. Κάποιοι επειδή στηρίζουν φανατικά τον Νίκο Χριστοδουλίδη και άλλοι επειδή βλέπουν ως πιο φυσικό συνομιλητή το ΑΚΕΛ για μία κοινή κάθοδο στις προεδρικές του 2028. Δεν πρέπει άλλωστε να περνά απαρατήρητο το γεγονός ότι στις τελευταίες εκλογές της τοπικής αυτοδιοίκησης, όπου συνεργάστηκαν τα κόμματα ΔΗΚΟ και ΑΚΕΛ κατάφεραν να κερδίσουν. Αυτές οι νίκες στην τοπική κοινωνία δεν αποκλείεται να αποτελέσουν ανάχωμα στις επιδιώξεις για μία μεγάλη κεντροδεξιά συμμαχία. Το κύριο όμως που θα καθορίσει το παιχνίδι είναι τα ποσοστά των κομμάτων. Πόσο εύκολο είναι να αποκτήσουν όλοι αυτοί μαζί ένα πλειοψηφικό ρεύμα με δεδομένο το τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις; Και πόσο πιθανή είναι μία αναδιάταξη, όχι μόνο του σκηνικού εντός της Βουλής αλλά και των κύριων πρωταγωνιστών του σήμερα.