
Kathimerini.gr
Μια εξαιρετικά μεταδοτική νόσος που εθεωρείτο σχεδόν εξαφανισμένη επιστρέφει με ανησυχητική ένταση στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Οι ΗΠΑ βιώνουν τη χειρότερη επιδημία ιλαράς από το 1992 με σχεδόν 1.300 επιβεβαιωμένα κρούσματα, ενώ στην Ευρώπη, από τον Ιούνιο του 2024 μέχρι σήμερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC), τα κρούσματα έχουν ξεπεράσει τις 18.000. Πέντε ερωτήσεις και απαντήσεις για το «ξύπνημα» της ιλαράς.
Πώς είναι σήμερα η κατάσταση στις ΗΠΑ;
Κρίσιμη. Δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη έξαρση. Οι ΗΠΑ βιώνουν τη χειρότερη επιδημία ιλαράς από το 1992, με 1.297 επιβεβαιωμένα κρούσματα στους πρώτους επτά μήνες του 2025· ξεπερνούν ήδη κατά πολύ τα 1.274 κρούσματα του 2019, της πιο επιβαρυμένης χρονιάς από το 2000, όταν είχε θεωρηθεί ότι η νόσος είχε εξαλειφθεί. Το 13% των ασθενών έχουν χρειαστεί νοσηλεία, ενώ έχουν αναφερθεί και θάνατοι – κυρίως βρεφών και ανοσοκατεσταλμένων ατόμων. Αρχική εστία ήταν το Τέξας, όμως πλέον τουλάχιστον 39 πολιτείες αντιμετωπίζουν μεγάλο πρόβλημα δημόσιας υγείας. Και η εξάπλωση συνεχίζεται ραγδαία, αφού η εμβολιαστική κάλυψη των Αμερικανών έχει πέσει κάτω από το 95% (είναι περίπου 92% στα παιδιά) που αποτελεί το όριο ασφαλείας – κάτω από αυτό το ποσοστό αρχίζει πάλι η διασπορά του ιού στην κοινότητα. Στην επιδείνωση έχουν συμβάλει και τα μηνύματα του υπουργού Υγείας των ΗΠΑ. Στα τέλη της άνοιξης, ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ υποβάθμισε τη σοβαρότητα της επιδημίας, δηλώνοντας ότι η ιλαρά λαμβάνει μεγαλύτερη προσοχή απ’ ό,τι της αξίζει, σε σχέση με χρόνιες παθήσεις όπως ο διαβήτης ή ο αυτισμός. Παράλληλα, αμφισβήτησε την αποτελεσματικότητα του εμβολίου και έφερε στο προσκήνιο αμφιλεγόμενες διατροφικές θεραπείες για την ιλαρά με βιταμίνη Α και ιχθυέλαιο.
Και στην Ευρώπη;
Πολύ χειρότερη είναι η κατάσταση στην Ευρώπη. Μόνο τον Μάιο οι νοσήσεις σημείωσαν ρεκόρ: 686, ενώ από τον Ιούνιο του 2024 μέχρι σήμερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC), έχουν ξεπεράσει τις 18.000. Οι ασθενείς είναι κυρίως παιδιά κάτω των 5 ετών, όμως αυξάνονται συνεχώς και οι μολύνσεις σε εφήβους και ενηλίκους χωρίς πλήρη εμβολιασμό. Σε hot spot της ιλαράς έχει εξελιχθεί η Ρουμανία –όπου η κάλυψη με το εμβόλιο MMR (κατά της ιλαράς, παρωτίτιδας και ερυθράς) είναι δραματικά χαμηλή, κάτω του 70%– με περισσότερα από 3.500 καταγεγραμμένα κρούσματα μόνο φέτος. Στη Γαλλία και την Ιταλία η νόσος έχει επανεμφανιστεί με εκατοντάδες περιστατικά, ιδιαίτερα σε αστικά κέντρα και κοινότητες μεταναστών ή πληθυσμών με περιορισμένη ή καθόλου πρόσβαση στο σύστημα υγείας. Σε παγκόσμιο επίπεδο, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το 2023 καταγράφηκαν πάνω από 320.000 κρούσματα ιλαράς – σχεδόν τα διπλάσια από το 2022. Ο πραγματικός αριθμός εκτιμάται πολύ μεγαλύτερος, λόγω υποκαταγραφής σε χώρες με ελλιπή συστήματα επιδημιολογικής επιτήρησης.
Είναι επικίνδυνη η ιλαρά;
Απολύτως. Πρόκειται για μία από τις πιο μεταδοτικές ιογενείς ασθένειες – ένα μολυσμένο άτομο μπορεί να μεταδώσει τον ιό σε 12 έως 18 άλλα, αν αυτά δεν έχουν ανοσία. (Συγκριτικά: η γρίπη έχει δείκτη μετάδοσης 1,5-2, η COVID-19 1-3, η ερυθρά 5-7, η ανεμοβλογιά 8-10.) Η ιλαρά δεν είναι μια «αθώα» παιδική ασθένεια, λοιπόν, όπως λανθασμένα πιστεύουν πολλοί. Τουλάχιστον το 30% των ασθενών εμφανίζουν επιπλοκές, όπως πνευμονία, μέση ωτίτιδα, εγκεφαλίτιδα ή μόνιμες νευρολογικές βλάβες. Ενας στους τέσσερις χρειάζεται νοσηλεία σε νοσοκομείο. Ιδιαίτερα ευάλωτα είναι τα βρέφη κάτω του ενός έτους –που δεν έχουν ακόμη εμβολιαστεί– οι έγκυοι, τα άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό και οι ενήλικοι που δεν έχουν λάβει και τις δύο δόσεις του εμβολίου, ιδίως όσοι γεννήθηκαν μεταξύ 1970 και 1990 (όταν δεν είχε ακόμη ενταχθεί η δεύτερη δόση στα εθνικά προγράμματα εμβολιασμού).
Πού οφείλεται η πτώση της εμβολιαστικής κάλυψης;
Πολλοί παράγοντες ευθύνονται: η κόπωση από την κρίση της COVID-19, χειρισμοί που κλόνισαν την εμπιστοσύνη προς τις υγειονομικές αρχές, η εξάπλωση της αντιεμβολιαστικής ρητορικής και της παραπληροφόρησης μέσω των κοινωνικών δικτύων. Το εμβόλιο κατά της ιλαράς, ωστόσο, είναι ένα από τα πιο αποτελεσματικά που διαθέτουμε: μία δόση παρέχει περίπου 93% προστασία, δύο δόσεις φτάνουν το 97%. Δηλαδή, σχεδόν όλοι οι πλήρως εμβολιασμένοι δεν θα νοσήσουν αν εκτεθούν στον ιό. Και κάτι που συχνά ξεχνάμε: ο εμβολιασμός δεν είναι μόνο πράξη ατομικής προστασίας· είναι κοινωνική υποχρέωση. Χτίζει ανοσιακό τείχος και προστατεύει εκείνους που δεν μπορούν να εμβολιαστούν.
Τι πρέπει να γίνει;
Πρώτο και πιο επείγον βήμα είναι η ενίσχυση της εμβολιαστικής κάλυψης σε συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες και γεωγραφικές περιοχές, όχι μόνο στα παιδιά αλλά και σε εφήβους και ενηλίκους με ελλιπές ιστορικό εμβολιασμού. Η ανάγκη για αναμνηστικές δόσεις είναι άμεση, ενώ η διεθνής απάντηση πρέπει να περιλαμβάνει σοβαρή στρατηγική κατά της παραπληροφόρησης και αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στα επιστημονικά δεδομένα. Hδη παρατηρούνται μικρές εστίες επανεμφάνισης και άλλων «ξεχασμένων» μεταδοτικών νόσων, όπως η διφθερίτιδα και ο κοκκύτης. Αν δεν υπάρξει συντονισμένη παρέμβαση, κινδυνεύουμε να χάσουμε όσα πέτυχε η Ιατρική τον τελευταίο αιώνα. Αν αδρανήσουμε, το κόστος για τη δημόσια υγεία θα είναι ανυπολόγιστο. Και κάτι ακόμα: η επιδημία της ιλαράς λειτουργεί ως «τεστ αντοχής» για τα άνισα συστήματα υγείας αρκετών χωρών, όπου η πρόσβαση στα εμβόλια δεν είναι δεδομένη. Επομένως το πρόβλημα δεν είναι μόνο ποιοι αρνούνται το εμβόλιο αλλά και ποιοι δεν μπορούν να το αποκτήσουν.