ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Μπορεί η μελατονίνη να βλάπτει την καρδιά;

Ανησυχία, έπειτα από μη δημοσιευμένη έρευνα, ότι το δημοφιλές σκεύασμα κατά της αϋπνίας ενέχει κινδύνους για την υγεία

Kathimerini.gr

Πρόσφατα, μια σειρά από πρωτοσέλιδα προειδοποιούσαν για τους πιθανούς κινδύνους της λήψης του συμπληρώματος ύπνου μελατονίνη, υποστηρίζοντας ότι νέα έρευνα το συνέδεσε με αύξηση 90% στον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας.

Τα ευρήματα προέρχονται από μια μη δημοσιευμένη μελέτη που παρουσιάστηκε στο επιστημονικό συνέδριο της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας στη Νέα Ορλεάνη. Ωστόσο, ειδικοί στον ύπνο τονίζουν ότι δεν μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα σχετικά με τη μελατονίνη βάσει αυτών των ευρημάτων, επισημαίνοντας σημαντικούς περιορισμούς της μελέτης – δεν έχει υποβληθεί σε αξιολόγηση από ομότιμους και δεν αποδεικνύει αιτιώδη σχέση.

Μια πιο πιθανή εξήγηση των αποτελεσμάτων, σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι ότι η ίδια η αϋπνία –ή μια πάθηση που προκαλεί αϋπνία, όπως η μη διαγνωσμένη υπνική άπνοια– μπορεί να είναι η αιτία. Σε ένα τέτοιο σενάριο, η μελατονίνη θα ήταν απλώς ένας «αθώος θεατής», σημειώνει ο δρ Σουτζάι Κανσάγκρα, γιατρός εξειδικευμένος στις διαταραχές ύπνου στο Duke Health, ο οποίος δεν συμμετείχε στη μελέτη. Η μελέτη, λέει, «μου άφησε περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις».

Η δοκιμή

Οι ερευνητές ανέλυσαν διεθνή ιατρικά αρχεία από περισσότερους από 130.000 ενήλικες με αϋπνία, χωρίζοντάς τους σε δύο ομάδες: μία που λάμβανε συμπληρώματα μελατονίνης για τουλάχιστον ένα χρόνο και μία χωρίς καμία καταγεγραμμένη χρήση μελατονίνης. Στη συνέχεια οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Εκενεντιλίτσουκου Ναντί, ειδικευόμενο γιατρό στη γενική ιατρική και στην παθολογία στο SUNY Downstate Health Sciences University της Νέας Υόρκης, εξέτασαν τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής ανεπάρκειας –δηλαδή όταν η καρδιά δεν μπορεί να αντλήσει αρκετό αίμα για να οξυγονώσει τα όργανα του σώματος– σε διάστημα πέντε ετών.

Ο κίνδυνος καρδιακής ανεπάρκειας ήταν 4,6% για την ομάδα της μελατονίνης, έναντι 2,7% για την ομάδα που δεν είχε καταγεγραμμένη χρήση. Με άλλα λόγια, σύμφωνα με τα δεδομένα της μελέτης, όσοι λάμβαναν μελατονίνη παρουσίασαν κατά 90% υψηλότερο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας. Επιπλέον, είχαν 3,5 φορές περισσότερες πιθανότητες να νοσηλευθούν για καρδιακή ανεπάρκεια, καθώς και διπλάσιες πιθανότητες να πεθάνουν από οποιαδήποτε αιτία.

Ο Ναντί ανέφερε ότι είναι αναμενόμενο αυτά τα νούμερα να τραβήξουν την προσοχή, δεδομένου ότι η μελατονίνη χρησιμοποιείται ευρέως. Ωστόσο, κατά την άποψή του, ορισμένα άρθρα που υπονοούν ότι η μελατονίνη από μόνη της προκάλεσε καρδιακή ανεπάρκεια είναι «λίγο πιο ανησυχητικά απ’ ό,τι δικαιολογούν τα δεδομένα». «Αυτό που εντοπίσαμε ήταν απλώς μια συσχέτιση, όχι απόδειξη αιτιώδους σχέσης», λέει. «Κι αυτή η διάκριση μπορεί εύκολα να χαθεί στη μετάφραση».

Οι περιορισμοί

Ενα από τα σημαντικότερα μειονεκτήματα της μελέτης ήταν ότι συμπεριέλαβε μόνο άτομα με καταγεγραμμένες συνταγές για μελατονίνη. Στη Βρετανία και σε αρκετές χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η μελατονίνη χορηγείται μόνο με ιατρική συνταγή, όμως στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε ορισμένες άλλες χώρες μπορεί κανείς να την αγοράσει ελεύθερα ως συμπλήρωμα.

Αυτό σημαίνει ότι κάποιοι από τους συμμετέχοντες που καταγράφηκαν ως μη χρήστες μελατονίνης ενδέχεται, στην πραγματικότητα, να λάμβαναν το συμπλήρωμα χωρίς αυτό να εμφανίζεται στα ιατρικά τους αρχεία. Αυτό «θολώνει» τη σύγκριση ανάμεσα στις δύο ομάδες, επισημαίνει ο δρ Αντριου Γ. ΜακΧιλ, ειδικός στην ιατρική του ύπνου και στους κιρκάδιους ρυθμούς στο Πανεπιστήμιο Υγείας και Επιστημών του Ορεγκον.

Επιπλέον, δεν υπήρχαν πληροφορίες σχετικά με τη δοσολογία της μελατονίνης ή τη σοβαρότητα της αϋπνίας, σημειώνει η δρ Φίλις Ζι, γιατρός ερευνήτρια σε θέματα ύπνου στο Northwestern Medicine στο Σικάγο, η οποία επίσης δεν συμμετείχε στη μελέτη. Και οι δύο αυτοί παράγοντες θα μπορούσαν να επηρεάσουν τους κινδύνους για την καρδιά. Ο Κανσάγκρα σημειώνει εξάλλου ότι ο κίνδυνος καρδιακής ανεπάρκειας ήταν αρκετά χαμηλός και στις δύο ομάδες.

Για να διαπιστωθεί αν η μελατονίνη αυξάνει πράγματι τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας, θα χρειάζονταν τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές, στις οποίες οι συμμετέχοντες θα λάμβαναν είτε συμπληρώματα μελατονίνης είτε εικονικό φάρμακο, εξηγεί ο δρ Ακινμπολάτζι Ακινμπολά, γιατρός με ειδίκευση σε θέματα ύπνου στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα, ο οποίος επίσης δεν συμμετείχε στη μελέτη.

Ο Ναντί αναγνωρίζει ότι απαιτείται περαιτέρω έρευνα. Οπως λέει, ένας από τους στόχους του όταν διεξήγαγε τη μελέτη ήταν να ενθαρρύνει την πραγματοποίηση περισσότερης επιστημονικής έρευνας σχετικά με τα συμπληρώματα που διατίθενται χωρίς ιατρική συνταγή, όπως η μελατονίνη. Προσθέτει ότι σκοπεύει να υποβάλει τη μελέτη για αξιολόγηση και πιθανή δημοσίευση στις αρχές του 2026.

Τα ευρήματα

Η μελέτη έχει πάρα πολλούς περιορισμούς για να μπορέσει να καθορίσει αν η μελατονίνη αυξάνει τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας – ή ακόμη κι αν επηρεάζει καθόλου την καρδιακή λειτουργία. Ωστόσο, οι ειδικοί συμφωνούν ότι αποτελεί μια χρήσιμη υπενθύμιση για το πόσα λίγα γνωρίζουμε σχετικά με την ασφάλεια των συμπληρωμάτων. Τα συμπληρώματα μελατονίνης μπορεί να μιμούνται μια ορμόνη που παράγει φυσικά ο οργανισμός, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως είναι απαλλαγμένα από πιθανούς κινδύνους, τονίζει η Ζι.

Η μελατονίνη μπορεί να βοηθήσει στην προσαρμογή σε νέα ζώνη ώρας ή στη ρύθμιση ενός διαταραγμένου προγράμματος ύπνου, επισημαίνει ο ΜακΧιλ. Παρ’ όλα αυτά, οι περισσότεροι ειδικοί σε θέματα ύπνου συμφωνούν ότι δεν αποτελεί αποτελεσματική θεραπεία για την αϋπνία. Η ορμόνη λειτουργεί δίνοντας σήμα στον εγκέφαλο ότι πλησιάζει η ώρα για ύπνο, αλλά δεν προκαλεί άμεσα υπνηλία. Σε πολλές έρευνες η αποτελεσματικότητά της δεν υπερβαίνει εκείνη ενός εικονικού φαρμάκου.

«Το πρόβλημα είναι ότι συνεχώς αναζητούμε μια μαγική λύση που θα μας βοηθήσει να κοιμόμαστε καλύτερα», τονίζει. Ωστόσο, οι μέθοδοι που πραγματικά λειτουργούν –όπως η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία για την αϋπνία, οι σταθερές και υγιεινές συνήθειες ύπνου και η αποφυγή καφεΐνης και αλκοόλ πριν από τον ύπνο– απαιτούν πολύ περισσότερη προσπάθεια από το να καταπιεί κανείς ένα χάπι.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Υγεία: Τελευταία Ενημέρωση