ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Το παγκάκι

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Καθισμένος στο παγκάκι που ήταν το πιο καθαρό απ’ όλα, κάπνιζε και σκεφτόταν. Μεγάλος προβληματισμός του ήταν πού θα πετάξει τη γόπα, καλάθι σκουπιδιών δεν υπήρχε εντός του οπτικού του πεδίου, «θα το σβήσω στο χώμα, και μετά θα το τυλίξω σε μία χαρτοπετσέτα», τελικά δεν χρειάστηκε και πολλή σκέψη, οι λύσεις είναι στο τσεπάκι μας, αν θέλουμε να τις βρούμε. Βάλθηκε, λοιπόν, ήρεμα πια, να απολαύσει το απόγευμά του, καθισμένος στο παγκάκι της κεντρικής πλατείας. Κόσμος και ντουνιάς, παιδιά που έτρεχαν πάνω κάτω, μητέρες και πατεράδες αγκαζέ, γριές, γέροι, νέοι, ζωόφιλοι, αδιάφοροι, διαφορετικοί, όλοι περνούσαν μπροστά από το παγκάκι του.

Κάποια στιγμή τελείωσε το τσιγάρο του, πόσο διαρκεί, ένα, δύο, τρία λεπτά; Πήρε το αποτσίγαρο, το έσβησε στο χώμα, τίναξε τη γόπα ευλαβικά, και την τύλιξε σε μία χαρτοπετσέτα. Δεν ήθελε όμως να φύγει, δεν χόρταινε να βλέπει τον κόσμο να πηγαινοέρχεται, να ακούει, ή καλύτερα να κρυφακούει, συνομιλίες κυριών και κυρίων να διηγούνται από τις πιο βαρετές μέχρι τις πιο πιπεράτες ιστορίες. Δεν ήθελε να ανάψει και άλλο τσιγάρο, «ποιος κάθεται να βρει πάλι λύση», είπε από μέσα του…

Κάθισε για αρκετή ώρα στο παγκάκι, ολοένα και λιγόστευε ο κόσμος, εκείνος εκεί, στο παγκάκι, ευτυχώς σκέφτηκε, δεν κάνει κρύο –βλέπετε όταν έφυγε από το σπίτι του ήταν μέρα, είχε και καλή θερμοκρασία, και δεν ήταν απαραίτητη μια ζακέτα ή έστω ένα ελαφρύ μπουφάν. Αν και η πλατεία ήταν από τις πιο κεντρικές της πόλης, ίσως και η κεντρικότερη, εν τούτοις από νωρίς άδειαζε από κόσμο. Λίγο μετά το κλείσιμο των καταστημάτων, έσπαγε κι η κίνηση. Κάπως έτσι και εκείνο το απόγευμα. Σύντομα, λοιπόν, έπεσε το σκοτάδι, η πλατεία δεν θύμιζε σε τίποτα τον απογευματινό οργασμό, πού και πού έσπαγε την ενοχλητική μονοτονία της ησυχίας κάποιο διερχόμενο αυτοκίνητο ή το κρώξιμο από κάποιο πουλί. «Μα πού βρέθηκε πουλί το βράδυ; Τι πουλί να είναι αυτό άραγε, που δεν κοιμάται;» Τέλος πάντων, δεν έχει σημασία, το ζήτημα είναι ότι ενοχλεί. Για τσιγάρο δεν του πέρασε η ιδέα να κάνει άλλο, είπαμε δεν ήθελε προβλήματα και τα προβλήματα ζητάνε λύσεις, μα οι λύσεις είναι λαχεία, δεν κερδίζεις πάντοτε.

Ακίνητος στο παγκάκι, ασάλευτος έμενε να ακούει τη σιωπή και να βλέπει το υπόλευκο φως των φαναριών. Μετά από λίγο, ούτε καν αυτοκίνητο δεν περνούσε, μόνο κάτι γάτες περνούσαν και ετοίμαζαν την καθιερωμένη τους επίθεση στους κάδους απορριμμάτων και στα καλάθια σκουπιδιών, οι υπάλληλοι καθαριότητας του δήμου δεν είχαν περάσει, άρα μόσχος πολύς, για όλους. Είχε αρχίσει, όμως, να μετανιώνει που δεν είχε πάρει μαζί του κάτι να φορέσει, όταν έφευγε από το σπίτι του, το σκοτάδι φέρνει κρύο, δεν είχε σκεφτεί το σκοτάδι, όταν βγήκε από το σπίτι του ο ήλιος ήταν ψηλά και είχε φως…

Δεν έλεγε να φύγει, σαν να τον είχε δέσει στο παγκάκι μια παράξενη και αλλόκοτη δύναμη, που του έλεγε πόσο αδύναμος είναι να αποφασίσει να σηκωθεί να φύγει. Μπορεί να μην το καταλάβατε, αλλά μέσα του πάλευε, ήθελε να σηκωθεί από το παγκάκι και να τρέξει μακριά από την άδεια πλατεία. Προσπαθούσε, να, λοιπόν, ο ένας λόγος να μην ανάψει άλλο τσιγάρο, να μην τον κρατάει τίποτα απασχολημένο. Χαζό θα μου πείτε, ίσα-ίσα που ίσως να αναγκαζόταν να σηκωθεί για να βρει κάδο να πετάξει τη γόπα. Μια αόρατη δύναμη τον κρατούσε δέσμιο στο παγκάκι, χωρίς κανέναν να μιλήσει, χωρίς κανένας να περνάει για να τον παρατηρήσει, χωρίς κανέναν θόρυβο να του κάνει εντύπωση. Μόνος στην πλατεία, που πια είχε γίνει κρύα, ακόμα και οι γάτες, μετά το ρεσάλτο τους είχαν αποχωρήσει…

 

«Τι κι αν είμαι μόνος», σκέφτηκε, «τι κι αν δεν μπορώ να σηκωθώ, λύσεις υπάρχουν, θα πρέπει να τις βρω, χρόνος υπάρχει, άνθρωποι δεν υπάρχουν να τις μοιραστώ…»

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Απόστολος Κουρουπάκης: Τελευταία Ενημέρωση