ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Αντιπροσώπευση και δημοκρατία (Ι)

Του Παναγιώτη Χριστιά

Του Παναγιώτη Χριστιά

Η διαφορά ανάμεσα στην άμεση και την έμμεση δημοκρατία είναι ότι, ενώ στην πρώτη οι πολίτες λαμβάνουν οι ίδιοι τις αποφάσεις, στη δεύτερη επιλέγουν αντιπροσώπους, οι οποίοι αποφασίζουν γι’ αυτούς. Ωστόσο, το πρόβλημα της αντιπροσώπευσης δεν είναι ζήτημα εκτελεστικής εξουσίας. Η εξουσία αυτή, ακόμη και στις αρχαίες δημοκρατίες της Αθήνας και της Ρώμης, από την ίδια τη διαδικαστική φύση άσκησής της, ανατίθεται αναγκαστικά σε συγκεκριμένα άτομα ή ομάδες ατόμων.

Αυτό αναφέρει πολύ ορθά ο Γάλλος πολιτικός φιλόσοφος Bernard Manin στην εξαιρετική του πραγματεία πάνω στις «Αρχές της αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης» (1995). Το σύστημα της αντιπροσώπευσης αφορά στην ουσία τη νομοθετική εξουσία, η οποία ασκείται από το Κοινοβούλιο. Η κριτική του συστήματος αυτού είναι σχεδόν όσο παλαιό είναι και το ίδιο το σύστημα. Ο πρώτος που του άσκησε κριτική ήταν ο Ρουσσώ, ο οποίος θεωρούσε ότι ο λαός δεν μπορεί να μεταβιβάσει σε άλλον τη νομοθετική εξουσία, αλλά πρέπει ο ίδιος να την ασκεί, εκφράζοντας τη γενική βούληση. Οποιαδήποτε μεταβίβαση του αναφαίρετου αυτού δικαιώματος είναι, πάντα σύμφωνα με τον συγγραφέα του «Κοινωνικού συμβολαίου», υφαρπαγή της λαϊκής βούλησης και σφετερισμός της εξουσίας. Η δεύτερη ουσιαστική κριτική που έχει δεχθεί το αντιπροσωπευτικό μας σύστημα προέρχεται από έναν σημαντικό πολιτικό φιλόσοφο του 19ου αιώνα, τον Alexis de Tocqueville. Στο κλασικό του έργο «Η δημοκρατία στην Αμερική», ο Γάλλος στοχαστής προειδοποιεί για τον κίνδυνο που ενέχει η τάση των πολιτών στις σύγχρονες δημοκρατίες να αποποιούνται της ευθύνης της συλλογικής απόφασης.

Ο Tocqueville εξήγησε ότι ο σύγχρονος αστός μεταθέτει την ευθύνη της διακυβέρνησής του σε ειδικούς. Επειδή οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι έμποροι ρίχνονται αποκλειστικά στον βιοπορισμό, προτιμούν να αφήσουν τα κοινά σε άλλους, πιο ειδικούς, οι οποίοι ταυτίζουν το προσωπικό τους συμφέρον με των πολιτών. Η ενασχόληση με τα κοινά γίνεται πλέον επαγγελματική ασχολία και όχι πράξη φιλοπατρίας ή έκφραση της πολιτικής βούλησης των πολιτών. Με άλλα λόγια ο Tocqueville προσάπτει στα αντιπροσωπευτικά συστήματα την πολιτική οκνηρία των πολιτών τους.

Για κάποιους, η λύση θα ήταν η επιστροφή στην άμεση δημοκρατία ή έστω σε μια μορφή αυτής, όπου όλοι οι νόμοι θα ψηφίζονταν μέσω ενός ηλεκτρονικού συστήματος ψηφοφορίας από το σύνολο των πολιτών. Σε αυτή την περίπτωση δεν θα υπήρχε καν ανάγκη για κοινοβούλιο, αφού την ουσιαστική λειτουργία του θα την επιτελούσε το σύνολο των πολιτών. Φαίνεται ότι με τη μετατροπή της δημοκρατίας μας από αντιπροσωπευτική σε «δημοψηφική», θα έβρισκε επιτέλους οριστική λύση το αίτημα του Ρουσσώ. Σε μια τέτοια εξέλιξη θεραπεύεται, θεωρητικά τουλάχιστον, σε μεγάλο βαθμό και το πρόβλημα της πολιτικής οκνηρίας των πολιτών, αφού θα είναι αναγκασμένοι να αφιερώνουν μέρος του χρόνου τους για τα κοινά, θυσιάζοντας την προσωπική και επαγγελματική τους ζωή στον βωμό της άσκησης της νομοθετικής εξουσίας. Στα μάτια πολλών οραματιστών η εξέλιξη αυτή είναι αναπόφευκτη. Κανείς βέβαια δεν ισχυρίζεται ότι μια «δημοψηφική» δημοκρατία δεν θα έχει ελαττώματα, αλλά κανένα σύστημα δεν είναι τέλειο. Οφείλει παρόλα αυτά κανείς να ομολογήσει ότι μπροστά σε ένα σύστημα άμεσης νομοθεσίας από τον λαό, από τη στιγμή που καθίσταται δυνατό από τα προηγμένα τεχνολογικά μέσα, οποιοδήποτε άλλο αντιπροσωπευτικό σύστημα είναι «δημοκρατικά» υποδεέστερο. Μπορεί άραγε ένα μικτό σύστημα με έντονο αριστοκρατικό στοιχείο, όπως είναι το αντιπροσωπευτικό, να αποτελέσει ουσιαστικό αντίπαλο μπροστά στην επερχόμενη «δημοψηφική» δημοκρατία; Ή μήπως τελικά, από την ίδια τη μιντιακή της φύση, η «δημοψηφική δημοκρατία» είναι και αυτή μια μορφή αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας όπου αντί για βουλευτές θα έχουμε ινδάλματα του διαδικτύου που θα καθορίζουν τη διαρκή λαϊκή ετυμηγορία;

Ο Bernard Manin υποδεικνύει τρεις ιστορικές περιόδους του αντιπροσωπευτικού συστήματος: τον «φιλελεύθερο κοινοβουλευτισμό», την «κομματική δημοκρατία» και τη «δημοκρατία του κοινού». Η εμφάνιση των μαζικών κομμάτων έθεσε σταδιακά τέρμα στη μακρά περίοδο της πρώιμης φιλελεύθερης κοινοβουλευτικής διακυβέρνησης, κατά την οποία οι αντιπρόσωποι χαρακτηρίζονταν από τη θέση τους στην τοπική κοινωνική ιεραρχία. Σε αντίθεση με τον αριστοκρατικού χαρακτήρα φιλελεύθερο κοινοβουλευτισμό, η κομματική δημοκρατία υπήρξε πολύ πιο δημοκρατική. Σε κοινωνίες με έντονες ταξικές ταυτότητες βασίστηκε στη σχέση του πολιτικού ακτιβισμού με το κομματικό σύστημα. Με τη νέα αυτή μορφή αντιπροσώπευσης, είχε τότε δοθεί η εντύπωση ότι ο λαός είχε επιτέλους ταυτιστεί με την εξουσία. Η ανάπτυξη της κριτικής θεωρίας των ελίτ κατέρριψε όμως αυτόν τον μύθο. Η κομματική αντιπροσώπευση λειτούργησε με σταθερό και αποτελεσματικό τρόπο για αρκετές δεκαετίες, κυρίως στη μεταπολεμική Ευρώπη, βασιζόμενη σε μια σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των ψηφοφόρων και των αντίστοιχων κομματικών υποψηφίων. Ήδη, όμως, από τα τέλη του περασμένου αιώνα, γνώρισε μια πολύ σημαντική κρίση, η οποία οδήγησε τον Manin στην υπόθεση ότι ξεκίνησε μια νέα εποχή στην αντιπροσωπευτική διακυβέρνηση, η «δημοκρατία του κοινού». Οι σημερινοί ψηφοφόροι ταλαντεύονται από τη μια εκλογική αναμέτρηση στην άλλη και δεν επιθυμούν πλέον να ταυτίζονται με κομματικούς χώρους. Για τους πολίτες του σήμερα δεν υπάρχουν ιδεολογικοί ή ταξικοί διαχωρισμοί, παρά μόνο ένας ενιαίος χώρος όπου κυριαρχούν τα μαζικά μέσα ενημέρωσης και δικτύωσης. Η πολιτική τίθεται πλέον στην κρίση αυτών που κατασκευάζουν τα είδωλα των υποψηφίων και διαμορφώνουν την κοινή γνώμη μέσω ασαφών εικόνων και προπαγανδιστικών αναλύσεων. Μέσα από τον ρόλο των Μέσων στη «δημοκρατία του κοινού» διαφαίνεται ότι η δημοψηφική δημοκρατία θα είναι περισσότερο μια δημοκρατία των Μέσων παρά μια δημοκρατία των πολιτών.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παναγιώτη Χριστιά

Παναγιώτης Χριστιάς: Τελευταία Ενημέρωση