
Του Πάρη Δημητριάδη
«Νέα πολιτική σελίδα στην Ολλανδία», διαβάζω στο ρεπορτάζ των ημερών, αφού στις βουλευτικές εκλογές «το φιλοευρωπαϊκό κεντρώο κόμμα Democrats 66 κατέγραψε εντυπωσιακή άνοδο, ισοφαρίζοντας το ποσοστό του ακροδεξιού Κόμματος Ελευθερίας του Χέερτ Βίλντερς». Με άλλα λόγια, σε τέτοια αλλόκοτη εποχή ζούμε, όπου η είδηση που προτάσσεται από τους δημοσιογράφους, μια κατά τα άλλα αδιάφορη Πέμπτη, είναι ότι ένα κεντρώο, φιλοευρωπαϊκό κόμμα –στην καρδιά της Ευρώπης– «ισοφαρίζει με ένα ακροδεξιό».
Δεν μας απασχολεί δηλαδή ότι η νηπιακή, μισάνθρωπη δημαγωγία έχει κυριαρχήσει και κανονικοποιηθεί, παντού σχεδόν στη γηραιά ήπειρο, ούτε φαίνεται να μας ενδιαφέρει και πολύ ότι η ρητορική μίσους, που μέχρι πριν από δέκα, για να μην πω πριν από πέντε χρόνια, θεωρείτο αδιανόητη για τη δημόσια σφαίρα, έχει γίνει πλέον κανόνας, με τον καθένα να βγάζει τη γλώσσα του περίπατο και κυριολεκτικά όποιον πάρει ο Χάρος.
Προφανώς, η κανονικοποίηση της ρητορικής μίσους είναι περσινά, ξινά σταφύλια ως είδηση. Δεν είναι καν είδηση. Είδηση τώρα είναι οι στιγμές όπου η νηφαλιότητα και ο ορθολογισμός φανερώνουν σημάδια αντοχής και ανάκαμψης, αποδεικνύοντας ότι το καράβι της δημοκρατίας δεν έχει ακόμη βουλιάξει εντελώς. Πόσο μακριά βρισκόμαστε από ένα πιθανό τσουνάμι που θα στείλει στον πάτο του βυθού το ταλαιπωρημένο αυτό καράβι παραμένει υπαρκτό ως ερώτημα. Να σημειωθεί, στο μεταξύ, ότι το ακροδεξιό μόρφωμα της Ολλανδίας, που με θράσος και αυθαιρεσία εργαλειοποιεί την ελευθερία για ονομασία, είναι αντιπροσωπευτικό alt right πολιτικό κίνημα των ημερών. Τηρουμένων των αναλογιών, πρόκειται ίσως για έναν Φειδία της Ολλανδίας, αφού ο χαρισματικός ανόητος που τυγχάνει να είναι εμπνευστής και δημιουργός του, ο Χέερτ Βίλντερς, είναι ένας άνθρωπος που το μοναδικό πράγμα που έχει κατορθώσει να κάνει είναι να αποκτήσει 1,5 εκατομμύρια ακόλουθους στην πολωτική πλατφόρμα του Χ (πρώην Twitter). Ούτε οργανωμένη δομή πολιτικού κόμματος έχει στήσει, ούτε οργανωτικό πρόγραμμα. Μόνο φιλικά στους αλγορίθμους τσιτάτα ξέρει να σερβίρει και λαϊκίστικα συνθήματα εναντίον των ευάλωτων και των φτωχών μεταναστών κυρίως. Την ίδια ώρα, επειδή η ισχυρή δράση μάλλον φέρνει ισχυρή αντίδραση και τούμπαλιν ή εάν θέλουμε να προσεγγίσουμε το ζήτημα με πιο πεζή διάθεση, επειδή ζούμε σε ημέρες όπου όλοι οι λαχνοί… κερδίζουν, στη «μάχη στήθος με στήθος» στις ολλανδικές εκλογές, για να παραπέμψω και πάλι στη φρασεολογία του πολιτικού ρεπορτάζ –η εν λόγω στερεότυπη έκφραση παραμένει αναλλοίωτη στον χρόνο– ισχυρότερος αντίπαλος του ακροδεξιού Βίλντερς αποδείχτηκε ο 38χρονος Ρομπ Γέτεν, ο οποίος όχι μόνο χαρακτηρίζεται ως κεντρώος και μετριοπαθής αλλά μπορεί να γίνει ο νεότερος και πρώτος ανοιχτά ομοφυλόφιλος πρωθυπουργός στην ιστορία της χώρας.
Μιλώντας στους δημοσιογράφους μετά τη δημοσιοποίηση των πρώτων αποτελεσμάτων, ο Γέτεν περιέγραψε το αποτέλεσμα ως «ιστορικό», σημειώνοντας ενδεικτικά ότι «δείξαμε όχι μόνο στην Ολλανδία αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο ότι είναι εφικτό να νικήσεις τις λαϊκίστικες και ακροδεξιές δυνάμεις».
Νομίζω, πέραν της πολιτικής του διαδρομής και ατζέντας, αξίζει να σταθούμε στο ότι ο Γέτεν είναι ανοιχτά ομοφυλόφιλος, αφού πρόκειται για ένα γεγονός που είκοσι με τριάντα χρόνια πριν, για να μην πω δέκα, θα ήταν πολύ δύσκολο να συμβεί, ακόμη και σε παραδοσιακά προοδευτικές χώρες όπως η Ολλανδία. Καθώς δηλαδή η τραμπικού τύπου ακροδεξιά επέλαση, θερίζει πόλεις και χωριά παντού στην Ευρώπη βρίσκοντας ευήκοα ώτα στα πιο ευάλωτα, μάλλον, μέλη των κοινωνιών μας, θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα όπως η ισοτιμία ανάμεσα στα φύλα και ανάμεσα σε άτομα με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό, δείχνουν μετά από αιώνες καταπίεσης να αποκαθίστανται.
Σύμφωνα με το Politico, το κόμμα του Γέτεν έχει μακρά πολιτική διαδρομή και ιστορία στην Ολλανδία. Ιδρύθηκε το 1966, διατηρεί σταθερά φιλοευρωπαϊκό προσανατολισμό και παραδοσιακά αντλεί στήριξη από τα αστικά στρώματα της κοινωνίας. Μήπως η ισχυρή και αδίστακτη αυτή μάχη μεταξύ της οπισθοδρόμησης και της προόδου, που τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε κορύφωση, πέραν της τεχνολογικής δυστοπίας να συνδέεται ανάμεσα σε άλλα και με την αστική καταγωγή και προέλευση των ψηφοφόρων; Με γενικευμένα συμπεράσματα τέτοιου τύπου να είναι επίφοβα, το μόνο σίγουρο είναι ότι την εποχή που ζούμε κάθε άλλο από αδιάφορη τη λες.















