ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Μνήμη και εγγύτητα

Του Παναγιώτη Χριστιά

Του Παναγιώτη Χριστιά

Άραγε πόσο συνειδητά έχουμε διαβάσει τον Νίτσε; Στις σκέψεις του Γερμανού φιλοσόφου υπάρχει πάντα κάτι το επώδυνο, κάτι που μας ενοχλεί βαθιά και δεν μας αφήνει να αρκεστούμε στο αφήγημα που συνδέει παρελθόν, παρόν και μέλλον. Η ζωή των σύγχρονων εθνών-κρατών έχει δομηθεί πάνω στην έννοια της ιστορίας, της ιστορικής μνήμης και της διαρκούς βιωματικής αναπαράστασης του παρελθόντος. Οι μοντέρνες κοινωνίες δημιουργούν αρχεία, υπερμνημονικά δίκτυα με σκοπό να καταγράψουν το παραμικρό συμβάν, όχι μόνο του παρόντος, αλλά κυρίως του παρελθόντος. Πιστεύουμε ακράδαντα, αν και άκριτα, ότι το παρελθόν είναι η «αιτία» του παρόντος και ότι αν κατανοήσουμε το παρελθόν, αν μπορέσουμε να τιθασεύσουμε την ιστορική «πραγματικότητα», θα μπορέσουμε να λύσουμε τα προβλήματα του παρόντος και του μέλλοντος. Το πόσο εσφαλμένη είναι η σύγχυση ανάμεσα στις κατηγορίες της χρονικής αλληλουχίας και της αιτιότητας, είναι κάτι που αρκετοί φιλόσοφοι, όπως ο Bertrand Russel, έχουν καταδείξει. Το ότι η κατάσταση Β έπεται της κατάστασης Α δεν σημαίνει ότι η κατάσταση Α είναι η «αιτία» της κατάστασης Β ή ότι η κατάσταση Β «προέρχεται» από την κατάσταση Α. Αυτό είναι ιδιαίτερα αληθές σε ό,τι αφορά στην κοινωνική και πολιτική ζωή. Στην περίπτωση αυτή, δεν είναι τα γεγονότα του παρελθόντος που καθορίζουν το μέλλον μιας κοινωνίας, αλλά οι αποφάσεις του παρόντος. Οι αποφάσεις αυτές, όμως, συχνά λαμβάνονται υπό το βάρος του παρελθόντος και του ιστορικού αφηγήματος για το μέλλον. Πόσο χρήσιμη και πόσο επιβλαβής συνάμα είναι όμως η ιστορία; Σε αυτό το ερώτημα απαντάει ο Νίτσε στον δεύτερο από τους «Ανεπίκαιρους στοχασμούς» (Unzeitgemaßen Betrachtungen, 1873-1876), ο οποίος και φέρει τον τίτλο «Σχετικά με τα οφέλη και τα μειονεκτήματα της ιστορίας για τη ζωή» (Vom Nutzen und Nachteil der Historie für das Leben, 1874).

Πρόκειται για κριτική της ιστορικής επιστήμης της εποχής του και της σχέσης που οι σύγχρονοί του είχαν οικοδομήσει με την ιστορία. Ο Νίτσε βέβαια υποστηρίζει ότι η ιστορική παρατήρηση θα μπορούσε να αποδειχθεί σωτήρια και επωφελής για το παρόν, αν και εφόσον η σχέση με το παρελθόν είναι υγιής. Αυτό συμβαίνει όταν ο ιστορικός είναι αποστασιοποιημένος και προσβλέπει στο ιστορικό αφήγημα για ορθές πολιτικές συμβουλές, όπως κάνει, για παράδειγμα, ο Μακιαβέλι στις αναγνώσεις του της «Ιστορίας της Ρώμης» του Τίτου Λίβιου ή όταν γράφει ο ίδιος τις «Φλωρεντινές ιστορίες». Όταν το ιστορικό αφήγημα μετατρέπεται σε βιωματικό, όταν δηλαδή προσπαθούμε να βιώσουμε το παρόν μέσα από το παρελθόν, τότε κάνουμε ανεπανόρθωτο κακό στη ζωή του παρόντος. Ο Γερμανός στοχαστής μέμφεται την κολοσσιαία υπερεκτίμηση που είχε η εποχή του για κάθε τι το ιστορικό και για την ιστορική παιδεία γενικότερα. Το ζώο, θυμίζει ο Νίτσε, ζει απόλυτα ευτυχισμένο μόνο στο παρόν, μη ιστορικά. Ο άνθρωπος από την άλλη, έχει την ικανότητα να θυμάται, δεν ζει μόνο στην απλότητα του παρόντος, αλλά και ιστορικά. Ωστόσο, οι ατομικές αναμνήσεις και οι συλλογικές αναπαραστάσεις αποτελούν βάρος, το οποίο γίνεται μερικές φορές τόσο μεγάλο, που μπορεί να εμποδίσει τη βιωσιμότητα ενός ατόμου, μιας ομάδας ή ενός λαού. Στα μάτια του Νίτσε η ιστορία είναι ταυτόχρονα αναγκαιότητα και κίνδυνος. Για να μπορέσει ο άνθρωπος να ξεπεράσει τον σκόπελο της ιστορικής του οντότητας, ο Νίτσε αναλύει τις τρεις λειτουργίες της ιστορίας. Η μνημειακή ιστορία (monumentalische), με τα πλούσια παραδείγματα του μεγαλείου του παρελθόντος, καλεί τους συγκαιρινούς να κάνουν μεγάλα έργα και να μιμηθούν τις μεγάλες πράξεις αυτών που έχουν φύγει, ενώ η αρχαιολογική ιστορία (antiquarische) διατηρεί τη συλλογική ταυτότητα των ατόμων και των λαών. Ιδιαίτερη έμφαση όμως δίνεται στην τρίτη λειτουργία, την κριτική ιστορία (kritische). Είναι αυτή που εξαλείφει τις κακόβουλες μνήμες, όσες δηλαδή απειλούν το παρόν και το μέλλον ενός ατόμου, μιας οικογένειας ή ενός τόπου, στραγγαλίζοντας τη θέληση για ζωή. Και οι τρεις λειτουργίες θα μπορούσαν να μετατραπούν σε παθολογικές, αν απεξαρτηθούν από τη ζωή και γιγαντωθούν, αναπαράγοντας έναν άγονο και επικίνδυνο παρελθοντισμό. Γι’ αυτό και η τρίτη λειτουργία είναι τόσο σημαντική, καθώς φιλτράρει τα άγονα και βλαβερά στοιχεία των άλλων δύο, επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα την απαραίτητη ισορροπία μεταξύ των τριών λειτουργιών της ιστορίας.

Οι κριτικές πολιτικές της μνήμης είναι ιδιαίτερα σημαντικές όταν η χωρική εγγύτητα επιβάλλει την προσέγγιση εθνών, εθνοτήτων, κοινοτήτων ή και ιδεολογικών παρατάξεων για το κοινό καλό όλων των μελλοντικών γενεών. Το χρέος να θυμόμαστε είναι το χρέος μας σε αυτούς που έφυγαν, είναι το χρέος μας προς τον θάνατο. Το χρέος να ξεχνάμε, που επικαλείται ο Νίτσε με την κριτική λειτουργία της ιστορίας, είναι προς αυτούς που έρχονται, είναι το χρέος μας απέναντι στα παιδιά μας και στην κοινή μας ζωή με τον άλλον στον ίδιο τόπο. Όταν η μελέτη της ιστορίας σε καταδικάζει στο μίσος του άλλου, ενώ το συμφέρον των μελλοντικών γενεών σου βρίσκεται στην πολιτική φιλία με τον άλλο, τότε καθίσταται επιβλαβής για το μέλλον του κοινού τόπου. Όπως θυμίζει ο Αριστοτέλης, οι επιβάτες ενός πλοίου στο πέλαγος συνδέονται εξ ανάγκης με πολιτική φιλία, καθότι διατρέχουν τον ίδιο κίνδυνο και εργάζονται από κοινού για τη σωτηρία του πλοίου, το οποίο όλοι μοιράζονται. Όταν το πλοίο βυθιστεί, τότε θα πάψει να έχει οποιαδήποτε αξία για τους πνιγμένους επιβάτες του: θα έχει πλέον μόνο ιστορικό ενδιαφέρον.

 

Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής Πολιτικής και Κοινωνικής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παναγιώτη Χριστιά

Παναγιώτης Χριστιάς: Τελευταία Ενημέρωση