
Kathimerini.gr
Ο δίσκος με το φαγητό ήταν κόκκινος. Πάνω είχε ένα πιάτο με ρύζι, κοτόπουλο και μία μικρή σαλάτα. Ηταν τόσο φρεσκομυριστό το μπουτάκι φούρνου που ήθελες να το αρπάξεις με το χέρι. Η Ασημίνα* καθόταν στην τραπεζαρία της Μονάδας Διαταραχών Πρόσληψης Τροφής-Ψυχογενούς Ανορεξίας σιωπηλή. Οταν είδε τον δίσκο τα μάτια της γέμισαν δάκρυα. Για εκείνη δεν ήταν ούτε ένα λαχταριστό γεύμα, ούτε μέρος της θεραπείας της. Ηταν μία «πυρηνική βόμβα», ένα δυνατό «δηλητήριο» που θα έμπαινε μέσα στο σώμα της, θα το μόλυνε, μα κυρίως θα το βάρυνε.
Οταν μπήκε στη Μονάδα ζύγιζε περίπου 30 κιλά και ήταν 20 χρονών. Κατά το παρελθόν, έλεγε πως ήταν φοιτήτρια, είχε παρέες, πλάνα και όρεξη να ζήσει τη φοιτητική ζωή. Δεν ένιωθε, όμως, πως είχε τον πλήρη έλεγχο των πραγμάτων. Ελεγε: «Πρέπει να ελέγξω το φαγητό μου». Και τα κατάφερε, κάνοντας την ανορεξία «φίλη» της. Ξεκίνησε κόβοντας τροφές, με πρώτα τα λίπη και τους υδατάνθρακες. Στη συνέχεια έκοψε ένα γεύμα, ύστερα δύο, και αργότερα τρία, μέχρι που η μόνη της τροφή ήταν ένα φρούτο.
«Οταν έβλεπα την όψη μου στον καθρέφτη ήξερα πως δεν ήταν φυσιολογική. Η ανορεξία με έτρωγε ζωντανή. Ετσι άρχισα ψυχοθεραπεία. Τα κιλά όμως δεν αυξάνονταν, αλλά όλο και μειώνονταν απλά γιατί οι σκέψεις μου κάθε ημέρα έπαιζαν σε λούπα. Το πιο σοκαριστικό ήταν την πρώτη ημέρα νοσηλείας μου εδώ στη Μονάδα, όπου προσπαθούσαν να μου πάρουν αίμα και οι φλέβες μου απλά δεν έδιναν», αφηγείται η ίδια στην «Κ».
Διπλάσια περιστατικά με την πανδημία
Η Μονάδα Διαταραχών Πρόσληψης Τροφής-Ψυχογενούς Ανορεξίας Αμαρουσίου στεγάζεται στο Σισμανόγλειο νοσοκομείο και πρόκειται για τη μοναδική δημόσια μονάδα νοσηλείας στην Ελλάδα για περιστατικά ανορεξίας και ψυχογενούς βουλιμίας σε άτομα ηλικίας από 12 έως 22 ετών, καλύπτοντας έτσι ένα κενό που υπήρχε για ασθενείς που είναι μεγάλοι για νοσηλεία σε ψυχιατρικά τμήματα παιδιατρικών νοσοκομείων και μικροί για μονάδες ενηλίκων.
Η Μαργαρίτα Σεστρίνη, ψυχίατρος και διευθύντρια της ΜΔΠΤ, εξηγεί στην «Κ» πως υπάρχει μία εστίαση στις ηλικίες 16-22 ετών, ωστόσο όσο προχωρά ο καιρός όλο και μικρότερες ηλικίες φτάνουν στην πόρτα τους. «Απο τον Ιούλιο του 2022 έχουμε νοσηλεύσει 40 ασθενείς, 39 κορίτσια και ένα αγόρι. Στα εξωτερικά μας ιατρεία, όπου γίνεται αξιολόγηση, διάγνωση των ασθενών και εν συνεχεία μετανοσοκομειακή παρακολούθηση των ασθενών, τα περιστατικά έχουν ξεπεράσει τα 900».
Οι ειδικοί που βλέπουν περιστατικά από το 2019 είναι πεπεισμένοι πως η πανδημία του κορωνοϊού πυροδότησε διατροφικές διαταραχές σε τέτοιο βαθμό που τα περιστατικά διπλασιάστηκαν μετά το τέλος της. Οπως λέει μάλιστα η κοινωνική λειτουργός της μονάδας, Ηλιάνα Νιαρχάκου: «Τα περισσότερα ιστορικά που κοίταζα χτες ξεκινούσαν ως εξής: “Κατά τη διάρκεια της πρώτης καραντίνας άρχισε το παιδί να κάνει πολύ έντονη γυμναστική ή πολύ έντονη δίαιτα”».
Πίσω από το «δεν πεινάω»
Η έναρξη γυμναστικής ή δίαιτας συνήθως δεν αποτελεί σημάδι κινδύνου για τους περισσότερους γονείς. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, μπορεί να περάσουν μήνες, ακόμη και χρόνια, μέχρι να γίνει κατανοητό το πρόβλημα της ανορεξίας. Η Κάτια Χατζηγεωργίου, παιδοψυχίατρος της μονάδας, βρίσκει και άλλες κεκαλυμμένες απειλές που μπορεί να ερμηνευτούν διαφορετικά, καθυστερώντας σημαντικά τον εντοπισμό της ασθένειας. Οπως εξηγεί, τα συνήθη αίτια που οδηγούν στη Μονάδα, είναι σημαντική απώλεια βάρους, καθαρτικές συμπεριφορές, πολύ έντονη και ψυχαναγκαστική γυμναστική που να φτάνει ακόμη και τις 3 ώρες την ημέρα, κάθε ημέρα. «Είχαμε ασθενή που περπατούσε τόσα πολλά χιλιόμετρα που άλλαζε πόλη», σημειώνει.
Επίσης ο παραπλανητικός ρουχισμός με φαρδιά ρούχα αλλά και η σταδιακή αποκοινωνικοποίηση, όπως αποφυγή οικογενειακών δείπνων ή εξόδων με φίλους, ώστε οι ασθενείς να μην έρχονται σε επαφή με το φαγητό, είναι κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ των νοσηλευομένων.
Πιο ύπουλη από την ανορεξία είναι η ψυχογενής βουλιμία, καθώς το βάρος του ασθενή είναι συχνά φυσιολογικό. Ετσι μπορεί να περάσουν έως και πέντε χρόνια χωρίς διάγνωση και μέσα σε αυτό το διάστημα να μην το έχει καταλάβει κανείς. Στη βουλιμία οι ασθενείς κάνουν πολλούς εμέτους την ημέρα, περίπου 3 με 4 και έτσι κινδυνεύουν γιατί υπάρχει διαταραχή ηλεκτρολυτών, ακόμη και καρδιακές αρρυθμίες.
Οταν λειτουργεί ξανά ο εγκέγαλος
H νοσηλεία μέσα στη Μονάδα για μία ασθενή που κινδυνεύει η ζωή της δεν είναι καθόλου εύκολη στην αρχή. Για τις περισσότερες ασθενείς μάλιστα η Μονάδα είναι ο τελικός σταθμός, καθώς συνήθως έχει προηγηθεί μία προσωπική μάχη. Ετσι οι περισσότερες φτάνουν εδώ έχοντας ένα σωματότυπο που θυμίζει παιδί γιατί υπάρχει οστεοπενία, υπάρχει μειωμένη μυϊκή μάζα, ο καρδιακός ιστός υπολειτουργεί και πολλές έχουν βραδυκαρδία.
Οπως θυμάται η Ασημίνα, η οποία έμεινε στη Μονάδα συνολικά 4 μήνες, «τους πρώτους μήνες η ανορεξία μου έλεγε πως όλοι αυτοί οι άνθρωποι θέλουν να μου κάνουν κακό. Δεν μπορούσα να έχω φυσική επαφή με την οικογένειά μου, δεν είχα ούτε κινητό. Επίσης υπάρχουν διάφορα πρωτόκολλα όπως κλειδωμένες τουαλέτες για να μην υποτροπιάσει κάποια. Μετά κατάλαβα πόσο σημαντικά και βοηθητικά ήταν όλα αυτά για να συνέλθω», σημειώνει.
Εκτός από τα προβλήματα υγείας που έχουν οι ασθενείς, ο μεγαλύτερος εχθρός για τις ίδιες είναι οι σκέψεις τους. «Είναι γεγονός πως ο υποσιτισμός εμποδίζει τη λειτουργία του εγκεφάλου τους, ο οποίος χρειάζεται να έχει ενέργεια για να λειτουργήσει. Ετσι, ο οργανισμός προσπαθώντας να επιβιώσει κόβει τις λιγότερο απαραίτητες για την επιβίωση λειτουργίες, άρα και τη διαδικασία της σκέψης. Θυμάμαι υπήρχε κοπέλα στην κλινική με ασυνάρτητο λόγο και αυτό έχει να κάνει με τον βαθμό και την ταχύτητα της απώλειας βάρους», σημειώνει η κ. Σιστρίνη.
Μπροστά στον καθρέφτη ύστερα απο μήνες
Η επανασίτηση είναι το πρώτο βήμα της θεραπείας, όπως λέει η σύμβουλος παθολόγος της μονάδας, Μαργαρίτα Δημητριάδη, ώστε μετά να μπορέσει να έρθει η ψυχοθεραπεία που είναι επίσης ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο στην αντιμετώπιση της νόσου αλλά και στην κατανόηση του πώς κατέληξε να γίνει η ανορεξία, καταφύγιο.
Η έναρξη της ψυχοθεραπείας ξεκινά κοντά στο 14 BMI (Δείκτη Μάζα Σώματος). «Τότε βλέπεις τις κοπέλες να ανθούν, να μπορούν να συζητούν, να συνδιαλέγονται. Η ανορεξία μέχρι πριν τους έλεγε πως είναι η μόνη τους φίλη, αλλα σιγά σιγά αυτή η φωνή εξαφανίζεται», σημειώνει ο ψυχολόγος, Πάνος Μαλαίνος.
Απο τις πιο δυνατές αναμνήσεις της Ασημίνας μέσα στη Μονάδα ήταν όταν θα έβλεπε πρώτη φορά τους γονείς της, θυμάται η Σοφία Μπενέτου, υπεύθυνη νοσηλεύτρια μονάδας. «Στην αρχή δεν ήθελε να πάρει άδεια γιατί είχε αγωνία πώς θα τη δουν οι άλλοι και εν προκειμένω οι γονείς της».
Απο την πλευρά της η ίδια θυμάται σαν χτες την πρώτη φορά που κατά τύχη βρέθηκε μπροστά σε καθρέφτη. «Με είδα διαφορετική και για πρώτη φορά χαμογέλασα. Μου άρεσα».
Η ανορεξία δεν επιλέγει πού θα χτυπήσει
Κι ενώ κάποιος θα έλεγε πως βασικός στόχος για μία ασθενή είναι η επαναφορά του φυσιολογικού βάρους, το μότο της Μονάδας είναι πως «δεν θέλουμε να διορθώσουμε μόνο τον σωματικό δείκτη αλλά φτιάχνουμε και τον συναισθηματικό, γι’ αυτό και δεν μετράμε μόνο τα κιλά».
Σε αυτή την αναγκαία συναισθηματική αναδιαμόρφωση, βασική προϋπόθεση είναι και η αποχή από τα social media. «Υπάρχουν πολλές δράσεις στο πλαίσιο της εργοθεραπείας, όπως διαμόρφωση ομάδων χαλάρωσης, καλλιτεχνίες, μαραθώνιοι αγγλόφωνου Χάρι Πότερ. Εχουν γίνει και ομάδες δραματοθεραπείας και χοροθεραπείας, αλλά η χρήση των social media δεν ενδείκνυται», σημειώνει η Αγγελική Παπαγιάννη, εργοθεραπεύτρια της μονάδας.
Δεν είναι τυχαίο, όπως προσθέτει η Αλεξάνδρα Χαριτίδου, πως τα περισσότερα κορίτσια που έχουν έρθει εδώ βλέπουν συγκεκριμένους δημιουργούς περιεχομένου με πολλά κοινά στοιχεία και λανθασμένες πληροφορίες, τις οποίες δεν μπορούν να διαχειριστούν σωστά.
Από την άλλη η παιδοψυχίατρος, Κάτια Χατζηγεωργίου, υπενθυμίζει πως η ανορεξία και η βουλιμία είναι πολυπαραγοντικές νόσοι με ισχυρή γονιδιακή βάση. Προσβάλλουν άτομα οποιουδήποτε φύλου, ηλικίας, κοινωνικο-οικονομικής κατάστασης. Οι περισσότερες νοσηλευόμενες αυτή τη στιγμή στη Μονάδα Διαταραχών Πρόσληψης Τροφής είναι από την επαρχία. Ακόμη ένα στοιχείο πως η συγκεκριμένη νόσος δεν «επιλέγει» πού θα χτυπήσει.
«Αν κάτι κρατάμε είναι τα λόγια που μας είπε πρόσφατα ένας πατέρας που η κόρη του είχε ανορεξία. “Καταφερατε ύστερα από επτά χρόνια να καθίσουμε πάλι σε οικογενειακό τραπέζι όλοι μαζί”. Και αυτή είναι μία νίκη που πετύχαμε όλοι, μα κυρίως αυτά τα κορίτσια».
*Το όνομα της συνεντευξιαζόμενης δεν είναι το πραγματικό.