ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Πέντε μορφές αναβάθμισης κτιρίων

Του Ανδρέα Ανδρέου

Του Ανδρέα Ανδρέου

Στον κόσμο των οικοδομών πολλές φορές χρησιμοποιούμε τους όρους, «ανακαίνιση», «φρεσκάρισμα», «αναπαλαίωση», «αποκατάσταση», «επανασχεδιασμός», σαν εναλλακτικούς όρους για το ίδιο πράγμα.

Μάλιστα, ο όρος «ανακαίνιση» έφτασε να χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά σαν ο όρος που περιλαμβάνει συλλογικά όλους τους υπόλοιπους. Είναι όμως πράγματι εναλλακτικοί όροι για το ίδιο πράγμα ή μήπως ο κάθε όρος έχει τη δική του σημασία και το δικό του πεδίο εφαρμογών.

Προφανώς και αν όλα σήμαιναν το ίδιο πράγμα δεν θα γραφόταν αυτό το άρθρο! Ας δούμε λοιπόν με απλά λόγια, αποφεύγοντας όσο γίνεται τα βαθιά τεχνικά, ποιες είναι οι διαφορές και ποιες οι ομοιότητες των πιο πάνω όρων.

Η «ανακαίνιση» αποσκοπεί στη βελτίωση ενός δομημένου χώρου μέσω της αντικατάστασης και αναβάθμισης των υλικών τελειώματος, χωρίς να αλλάζει ή να αλλοιώνεται ο αρχικός σχεδιασμός. Δηλαδή πέραν από το μπογιάντισμα τοίχων και ταβανιών, η αλλαγή δαπέδων, κουζίνας, ερμαριών, θυρών, μπάνιου, φωτιστικών σωμάτων κ.λπ. είναι εργασίες που περιλαμβάνονται σε μια ανακαίνιση.

Κάποτε μπαίνουμε στη διαδικασία να δώσουμε μια έκταση στην ανακαίνιση προσδιορίζοντάς την είτε σαν «μικρή» ή σαν «ριζική», χωρίς όμως να υπάρχει ανάγκη για κάτι τέτοιο. Η «μικρής έκτασης ανακαίνιση», πολύ απλά αποτελεί ένα «φρεσκάρισμα» όπου συνήθως περιορίζεται σε φρέσκια μπογιά σε τοίχους, ταβάνια και ξυλεία που επιδέχεται μπογιά, και σε βερνίκωμα της ξυλείας που επιδέχεται βερνίκι. Οι αλλαγές στο «φρεσκάρισμα» είναι περισσότερο κοσμητικές παρά ουσιαστικές και εκτείνονται μέχρι την αλλαγή της κινητής επίπλωσης παρά την μόνιμης/ σταθερής επίπλωσης.

Επίσης, αχρείαστο είναι να αναφερόμαστε σε «ριζική ανακαίνιση», όταν ουσιαστικά έπρεπε να αναφερόμαστε σε «επανασχεδιασμό». Δηλαδή άμα δεν μας αρέσει η υφιστάμενη μορφή/ διάταξη του δομημένου χώρου και αποφασίζουμε πως θέλουμε να ρίξουμε κάποιους τοίχους, να κτίσουμε κάποιους άλλους, να κάνουμε μια προσθήκη, να αλλάξουμε τη θέση του μπάνιου, των ερμαριών, της κουζίνας κ.λπ., τότε μιλάμε για επανασχεδιασμό επειδή αλλάζουμε/ αλλοιώνουμε τον αρχικό σχεδιασμό. Εννοείται ότι στα πλαίσια αυτά περιλαμβάνονται και εργασίες ανακαίνισης.

Το «φρεσκάρισμα», λοιπόν, έχει να κάνει περισσότερο με τη βελτίωση της αισθητικής του περιβάλλοντος στο οποίο ζούμε και λιγότερο με την αύξηση της αξίας του ακινήτου μας. Συμβάλλει όμως στη διατήρηση της αξίας μεσοπρόθεσμα.

Η «ανακαίνιση» σκοπεί στην αναβάθμιση του χώρου στον οποίο ζούμε και άμα γίνει σωστά συμβάλλει στην αύξηση της αξίας του ακινήτου μας. Αν όμως δεν γίνει σωστά, τότε εύκολα μπορεί τα λεφτά που ξοδέψαμε να θεωρηθούν ότι πήγαν στο βρόντο.

Ο «επανασχεδιασμός» μπορεί να συμβάλει θετικά ή αρνητικά στην αύξηση της αξίας του ακινήτου μας κατά ανάλογο τρόπο που συμβάλλει η «ανακαίνιση». Όμως ο «επανασχεδιασμός» είναι πολύ πιο απαιτητικός επειδή καθιστά τη χρήση των υπηρεσιών συμβούλων αναγκαία, καθώς εξ ορισμού γίνονται επεμβάσεις σε δομικά και άλλα στοιχεία του κτιρίου που δεν μπορούμε από μόνοι μας να διαχειριστούμε. Ένας «επανασχεδιασμός» μπορεί να απαιτεί και την εξασφάλιση αδειών από τις αρμόδιες αρχές αναλόγως του τι θέλουμε να κάνουμε, ή/ και αλλαγή χρήσης χώρου, όπως για παράδειγμα από οικιστική σε επαγγελματική στέγη. Αυτά απαιτούν αυξημένο κόστος και επενδυτικό ρίσκο, γι’ αυτό πρέπει να έχουμε ξεκάθαρη στρατηγική από την αρχή και να διερευνήσουμε όλα τα ενδεχόμενα πριν πάρουμε αποφάσεις.

Η «αναπαλαίωση» έχει να κάνει σχεδόν αποκλειστικά με διατηρητέα κτίρια και με κτίρια που αναδεικνύουν την ιστορική/ πολιτιστική μας κληρονομιά. Σκοπός είναι η επαναφορά σε πλήρη χρήση ενός τέτοιου οικοδομήματος, χρησιμοποιώντας υλικά που είναι όσο το δυνατόν κοντύτερα ή πιστά αντίγραφα των πρωτότυπων. Μπορεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις να επιτραπούν μικρές αποκλίσεις ή τροποποιήσεις οι οποίες όμως δεν επηρεάζουν το σύνολο. Και εννοείται πως εντός των πλαισίων της νέας χρήσης παρέχεται η δυνατότητα ενσωμάτωσης νέων τεχνολογιών και υπηρεσιών με τρόπους που σέβονται την αρχική μορφή του κτιρίου.

Οι «αναπαλαιώσεις» είναι ένα πολυέξοδο σπορ επειδή απαιτούν συμβούλους, εργολάβους και υπεργολάβους με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία και όλα παρακολουθούνται από την αρχή μέχρι το τέλος από το αρμόδιο τμήμα της πολεοδομίας. Το κόστος για τον ιδιοκτήτη είναι μεγάλο, αλλά το αποτέλεσμα αμειπτικό. Είναι ένα κεφάλαιο που τυγχάνει στήριξης από την πολιτεία, τόσο με επιδοτήσεις όσο και με φορολογικές ελαφρύνσεις, ακριβώς για να διατηρούνται αυτά τα κτίρια σε βάθος χρόνου και να προάγουν την πολιτιστική μας κληρονομιά.

Σε περιπτώσεις όπου ένα κτίριο έτυχε καταπονήσεων είτε λόγω σεισμού ή φωτιάς ή πολύχρονης έκθεσης σε καιρικά φαινόμενα κ.λπ., τα δομικά του στοιχεία αποδυναμώνονται θέτοντας σε κίνδυνο τους χρήστες και τους περίοικους από ενδεχόμενη κατάρρευση. Σε τέτοιες περιπτώσεις η επέμβαση στο κτίριο αφορά κύρια την «αποκατάσταση» του. Δηλαδή την ενίσχυση των δομικών του στοιχείων έτσι ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ικανό να ανταποκριθεί εκ νέου στις όποιες νέες καταπονήσεις.

Εφόσον κριθεί, μετά από εξειδικευμένους ελέγχους, ότι ένα κτίριο χρειάζεται «αποκατάσταση», τότε αυτό είναι το πρώτο στάδιο εργασιών που γίνεται στα πλαίσια μιας αναβάθμισής του. Δεν υπάρχει νόημα να προβεί κάποιος σε «φρεσκάρισμα» ή «ανακαίνιση» ή «επανασχεδιασμό» αν δεν αποπερατώσει πρώτα με επιτυχία την σκοπούμενη «αποκατάστασή» του. Στην περίπτωση των «αναπαλαιώσεων» συνήθως τα δύο πάνε χέρι-χέρι. Το κόστος μιας «αποκατάστασης» είναι άρρηκτα δεμένο με την κλίμακά της σε εύρος και σε βάθος. Μπορεί όμως να είναι τόσο ψηλό που, με ίσως μοναδική εξαίρεση ένα διατηρητέο κτίριο, να προστάζει την κατεδάφιση και την πλήρη ανοικοδόμηση.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Ανδρέα Ανδρέου

Ανδρέας Ανδρέου: Τελευταία Ενημέρωση