ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Θα πάρουν την πόλη μας μπροστά στα μάτια μας

Της ΑΝΝΑΣ ΜΑΡΑΓΚΟΥ

Η πρώτη το 1571, πήραν την πόλη με τη δύναμη των κανονιών και μας έδιωξαν, να πάμε στα περιβόλια μας, είπαν, στο προάστιο, varos-στα τουρκικά- και εκεί να κτίσουμε μιαν άλλη πόλη, δική μας, το Βαρώσι. Η δεύτερη το 1974, δεν ήταν στα σχέδιά τους λένε…την πήραν όμως, την βομβάρδισαν, την λεηλάτησαν, την έκλεισαν με συρματοπλέγματα. Η τρίτη, είναι αυτή που βιώνουμε τώρα, 46 χρόνια μετά…καθημερινά, απελπιστικά…γιατί κάθε φορά που μας την επέστρεφαν (με όρους, αλλά και με χωρίς όρους) την αρνήθηκαν οι άρχοντες, της γύρισαν τις πλάτες και αποκοιμηθήκαν στο μαξιλάρι των ψηφισμάτων. Εφεύραν όμως, για να καλύψουν την απραξία και τις τύψεις τους, μια άθλια λέξη «Αμμοχωστοποίηση», δηλαδή…η ζωή σου ο θάνατός μου.

Και σήμερα αποκαΐδια, σαράντα κομμάτια περιφερόμαστε στην πόλη μας, ο καθείς και οι αναμνήσεις του...ελάτε να δείτε μας λέει ο σουλτάνος, ελάτε να θυμηθείτε, ελάτε να αποφασίσετε επιτέλους τι θέλετε…γιατί εμείς θα προχωρήσουμε με τα δικά μας σχέδια. Αυτός και οι δικοί του προφανώς έχουν σχέδια. Εμείς άπραγοι, στην αναμονή, στις κελεύσεις του μακροχρόνιου ή όλα ή τίποτα, στις 12 του Νιόβρη είχε κατατεθεί το Σχέδιο Ανάν. Σε 100 μέρες θα επιστρέφαμε.

Στην αναμονή, λοιπόν, να έρθουν οι άλλοι να το λύσουν, τα Ηνωμένα Έθνη, ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου, η Ευρώπη, η οποία όμως έχει δύο αφτιά, ένα για μας και ένα για τους Τ/κ και σίγουρα παρακολούθησε τι έγινε το βράδυ της Τρίτης στην κατεχόμενη Λευκωσία. Εμείς δεν καταλάβαμε ότι οι Τουρκοκύπριοι είναι η ασπίδα προστασίας μας από τον σουλτάνο και τις ορέξεις του. Μπροστά στον αφανισμό της ύπαρξής τους κατάφεραν και βροντοφώναξαν ντόμπρα, όχι μισές κουβέντες όπως εμάς… ζήτησαν Δημοκρατία και Ελευθερία, όχι καμιά εκατοστή που μαζεύουμε εμείς με κόπο ασθμαίνοντας και ιδρωμένοι…Δέκα χιλιάδες μαζεύτηκαν το βράδυ της Τρίτης…και εμείς βωβοί να αναμένουμε τις αποφάσεις για την πανδημία και την απαγόρευση εκδηλώσεων.

Θα πάρουν την πόλη μας μπροστά στα μάτια μας και εμείς θα καθόμαστε σπίτι και θα βλέπουμε να μας την παίρνουν από τις τηλεοράσεις…Δεν έχω πολλά άλλα πράγματα να προσθέσω στις 600 λέξεις που μου ζητήθηκαν.

Στην απόγνωση σιωπάς, διαβάζεις, μετράς τις ώρες της ευτυχίας, αναπολείς…την πόλη. Θυμώνεις γιατί δεν χάνεται μόνο για σένα που την αγάπησες, την έζησες, τη χάρηκες, χάνεται για όλους, που φαίνεται δεν έχουν εκτιμήσει την αξία και τον ρόλο της. Ανώφελο πια να ικετεύουμε, ανώφελο πια να περιμένουμε από άλλους. Αφιερώνω σ’ αυτούς που προτίθενται ν’ αρπάξουν και να μαγαρίσουν ξανά την πόλη μου μια επιγραφή από τον Άγιο Σέργιο Αμμοχώστου (ΑΚΕΠ Δ μέρος Α. σελ. 173)

«Αν θελήση κανείς να ρθή στον τάφο βασιλιάς ή δικτάτορας ή στρατηγός ή οποιοσδήποτε άντρας ή γυναίκα έλθη ή αφαιρέση κάτι απ’ εκείνα που θάφτηκαν μαζί τους ή πάρη τα δώρα νεκρού ή τους μετατοπίση σε άλλο τόπο, ή τους εκθέση κάτω από τον έναστρο ουρανό είθε εσείς (νεκροί) να του γίνετε Ερινύες εκδικητικές και μήτε στα πόδια μήτε στα γόνατα, μήτε στα μάτια να ‘ναι ακέραιος να βλέπη το γλυκό το φως και μήτε να’ χη σπιτική ζωή σταθερή μήτε γάμο μήτε παιδί διόλου να ‘χη, μήτε, κάνοντας καλό, να’χη ανταπόδοση η τέρψη, μήτε κάνοντας κακό να ξεφύγει μα να χαθή μέσ’ στα βάσανα και να πάη ξολοθρεμένος κι όλος χαμένος. Και να του γίνουν τα κατανοητά ακατανόητα, τα διαβατά αδιάβατα, τα πρακτά άπρακτα, η επιστροφή στην πατρίδα ανεπίτρεπτη, τα ταξιδευτά αταξίδευτα, τα καρπερά άκαρπα, τα σπαρμένα άσπορα, τα γόνιμα άγονα, τα γλυκά πικρά, τα ευτυχισμένα δυστυχισμένα, τα λαμπερά μαύρα, τα χαρμόσυνα λυπηρά, τα ζωντανά νεκρά, τα γεννητούρια πένθιμα. Και μήτε να ΄χει τόπο στη μάνα γη σαν αποθάνη, μήτε την ψυχή του κάτω απ’ τη γη να τον δεχτήτε, παρά αμοιρολόγητος, άκλαυτος, άταφος, ελεεινός, τον σκύλο να δαγκώνη και της οχιάς το φύσημα ν’ αναπνέη».

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση