ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Η δημοκρατία ως συμβιβασμός

Με το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η Γερμανική Αυτοκρατορία καταρρέει και στη θέση της, εν μέσω θυελλωδών συγκρούσεων, εγκαθιδρύεται η πρώτη Γερμανική Δημοκρατία, γνωστή και ως Δημοκρατία της Βαϊμάρης (1918-1933). Στη νεαρή Δημοκρατία, από την πρώτη κιόλας στιγμή, τίθεται έντονο το πρόβλημα της σταθερότητας των θεσμών. Το πολίτευμα θεωρήθηκε προσωρινό από τις ίδιες τις δυνάμεις που υποτίθεται ότι το στήριζαν, όπως το Σοσιαλιστικό Κόμμα.

Είναι γνωστή η θέση των Γερμανών σοσιαλιστών της εποχής: «Η Δημοκρατία δεν αρκεί, στόχος παραμένει ο Σοσιαλισμός». Το Σύνταγμα της Βαϊμάρης θεωρείται αδύναμο, η κοινοβουλευτική δημοκρατία στηλιτεύεται ως λοιδορία του κράτους από τα κόμματα και τους οπαδούς τους, ο φιλελευθερισμός καταγγέλλεται ως αντίθετος στη γερμανική φύση, ιστορία και νοοτροπία. Ήδη από το 1920 σημαντικοί Γερμανοί στοχαστές καταφέρονται με βία εναντίον της νεοσύστατης Δημοκρατίας. Γνωστότερος όλων, ο Γερμανός νομικός Καρλ Σμιτ (1888-1985) προωθεί, ενάντια στον κοινοβουλευτισμό, ένα καισαρικό-δικτατορικό πολίτευμα, όπου η εκτελεστική εξουσία θα έχει το ελεύθερο να αντιμετωπίζει με όποιον τρόπο κρίνει αυτή κατάλληλο την έκτακτη κατάσταση, χωρίς να δεσμεύεται από το Σύνταγμα ή τους ισχύοντες νόμους. Ανοίγει έτσι τον δρόμο για τη δικτατορία του κόμματος. «Κυρίαρχος είναι αυτός που αποφασίζει για την έκτακτη κατάσταση», αποφαίνεται ο Σμιτ στην «Πολιτική Θεολογία» (1922) του. Όχι το Δίκαιο αλλά η «έκτακτη κατάσταση» είναι αυτή που στην ουσία θεμελιώνει την κυριαρχία. Όπως σχολιάζει χαρακτηριστικά ο Σμιτ: «Είναι αυτονόητο ότι ένας νεοκαντιανός όπως ο Κέλσεν βρίσκεται από συστηματική άποψη σε πλήρη αμηχανία απέναντι στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης» (μετάφραση Παναγιώτης Κονδύλης, Λεβιάθαν, 1994).

Ο Βιεννέζος νομικός Χανς Κέλσεν (1881-1973) ήταν από τους ένθερμους οπαδούς του κοινοβουλευτισμού. Αυτά που οι περισσότεροι θεωρούσαν αδυναμίες του κοινοβουλευτικού συστήματος, ο Κέλσεν τα θεωρούσε δύναμη της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Σε αντίθεση με τον Σμιτ, για τον οποίο το κράτος βρισκόταν στη σφαίρα της καθαρής πολιτικής πράξης, πέρα από το Δίκαιο, o Κέλσεν στήριξε το δικό του σύστημα στην ταύτιση του κράτους και του δικαίου. Οι πολιτικές συνέπειες της βασικής αυτής επιστημονικής πρότασης του Κέλσεν είναι πολύ σημαντικές. Κατ΄αρχάς το κράτος δεν νοείται πέρα από το Δίκαιο. Η ενότητά του θεμελιώνεται με την υπαγωγή των πολιτών σε μια κοινή έννομη τάξη και όχι με υπερβατικό τρόπο σε μια από τις συνιστώσες του ΈθνουςΚράτους, εθνική, εθνοτική, θρησκευτική ή ταξική. Σχετικιστής, ο Κέλσεν υπερασπίζεται την ιδιαιτερότητα των ατομικών επιδιώξεων και τη συνύπαρξη εντός της ίδιας πολιτικής κοινωνίας πολλών και διαφορετικών μεταξύ τους αξιακών συστημάτων. Επομένως, η κοινοβουλευτική δημοκρατία είναι το πολιτικό σύστημα το οποίο εκφράζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το κοινωνικό όραμα του πλουραλισμού και της ανοχής. Σε δύο σημαντικά πολιτικά κείμενά του, γραμμένα με σκοπό την υπεράσπιση της φιλελεύθερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας ενάντια στους εχθρούς της, o Κέλσεν αναπτύσσει με σαφήνεια και μεστότητα τις θεωρητικές αρχές του πολιτικού αυτού συστήματος. Το ένα είναι το Περί της ουσίας και αξίας της δημοκρατίας (1920) και το δεύτερο Το πρόβλημα του κοινοβουλευτισμού (1926) (μετάφραση, Νομική βιβλιοθήκη, 1998).

Σύμφωνα με τον Κέλσεν, και αντίθετα απ’ ό,τι πιστεύεται, η κοινοβουλευτική δημοκρατία δεν στηρίζεται ούτε στην επιδίωξη ενός κοινού στόχου, ο οποίος και συγκροτεί την πολιτική ενότητα, ούτε στην αρχή της πλειοψηφίας. Στηρίζεται στη συγκρότηση μιας έννομης τάξης, στην οποία θεμελιώνονται τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και η προστασία της μειοψηφίας από την πλειοψηφία. Κατά τον Βιεννέζο νομικό, ο βασικός φορέας της δημοκρατίας είναι τα πολιτικά κόμματα. Μετά το 1918, στην Αυστρία και τη Γερμανία, η ανάδυση των κομματικών σχηματισμών προκαλεί τη δυσπιστία στοχαστών όπως ο Μαξ Βέμπερ(1864-1920) και ο Καρλ Σμιτ (βλ. S. Baume, Χανς Κέλσεν, Πόλις, 2016). Ο Κέλσεν αντίθετα βλέπει στον πολυκομματισμό και την πολυφωνία την ουσία της δημοκρατικής διαδικασίας: «Το δημοκρατικό παιχνίδι έγκειται στη σύγκρουση ομάδων με αντίθετα συμφέροντα, τα οποία εκπροσωπούνται πιο αποτελεσματικά από τα πολιτικά κόμματα» (ό.π.). Σχηματίζονται έτσι δυο ομάδες, η πλειοψηφία και η μειοψηφία. Σε καμία περίπτωση η αρχή της πλειοψηφίας δεν πρέπει να ταυτιστεί «με την ιδέα μιας απεριόριστης εξουσίας της πλειοψηφίας πάνω στη μειοψηφία», προειδοποιεί ο Κέλσεν. Αντίθετα, πρέπει να κατανοηθεί ως συμβιβασμός: «Εφόσον η αρχή της πλειοψηφίας αναφέρεται στο σύνολο των υπαγομένων στους κανόνες της, το οποίο διαιρείται ουσιαστικά μόνο σε δυο ομάδες, της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας, δημιουργεί τη δυνατότητα ενός συμβιβασμού» (Το πρόβλημα του κοινοβουλευτισμού). Η κοινωνική ενοποίηση έγκειται στην ικανότητα των πολιτικών κομμάτων να προβαίνουν σε συμβιβασμούς. Η ίδια η πλειοψηφία, γράφει ο Κέλσεν, είναι προϊόν συμβιβασμού. Ως εκ τούτου, στο κοινοβουλευτικό σύστημα, η αρχή της πλειοψηφίας ταυτίζεται με την αρχή του συμβιβασμού. Η δημοκρατική και κοινοβουλευτική διαδικασία προσανατολίζεται στην επίτευξη ενός συγκερασμού ανάμεσα σε αντιτιθέμενα συμφέροντα και κοινωνικές δυνάμεις (ό.π.).

Η σοφία του Χανς Κέλσεν δεν ωφέλησε τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Η πρώτη προσπάθεια εδραίωσης φιλελεύθερου κοινοβουλευτισμού στη Γερμανία συνετρίβη από το ναζιστικό κόμμα το 1933 μέσα στις ιαχές των οπαδών του Καρλ Σμιτ, συμπαρασύροντας μαζί της και την Ευρώπη. Το πνεύμα, όμως, του Βιεννέζου στοχαστή, το όραμά του, αυτό μιας πλουραλιστικής και πολυκομματικής κοινωνίας δικαίου, θεμελιώνει σήμερα το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Ήταν αυτό που επικράτησε στην πρόσφατη ιστορική σύνοδο των Ευρωπαίων ηγετών, όπου μετά από τέσσερα εικοσιτετράωρα σκληρών διαπραγματεύσεων επήλθε ο αναγκαίος, σωτήριος, συμβιβασμός για την Ευρώπη. Πολλοί είναι αυτοί που κατηγορούν το πνεύμα του συμβιβασμού ως ξεπούλημα του ευρωπαϊκού οράματος, θεωρώντας ότι καθιστά την Ευρώπη αδύναμη εμπρός στις απαιτήσεις των καιρών. Ακόμα περισσότεροι, οι επικριτές των κρατών-μελών που εξέφρασαν σημαντικές αντιρρήσεις για την υιοθέτηση της αρχικής πρότασης εύχονται την επόμενη φορά να φιμωθούν οι φωνές της μειοψηφίας και να υπερισχύσει η πλειοψηφία των «μεγάλων» ή των «πολλών». Όλοι εκείνοι που σκέφτονται και μιλούν δημόσια με αυτόν τον τρόπο αγνοούν την ουσία της Δημοκρατίας που δεν είναι άλλη από τον συμβιβασμό. Όποιος στρέφεται κατά της δυνατότητας του συμβιβασμού, ενάντια δηλαδή στην ύπαρξη της μειοψηφίας, στρέφεται την ίδια στιγμή και ενάντια στη Δημοκρατία. Η αρχή του συμβιβασμού καθιστά την Ευρώπη ασθενέστερη; Όχι, διότι μέσα από την πίστη στους θεσμούς και τη δημοκρατική διαδικασία ενδυναμώνεται η ενότητα. Όπως γράφει ο Απόστολος Παύλος: όταν γαρ ασθενώ, τότε δυνατός ειμί (Κορ. Β΄, 12, 10). Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου και εταίρος του ερευνητικού κέντρου «Ευρωπαϊκές Δυναμικές» του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου.

Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου και εταίρος του ερευνητικού κέντρου «Ευρωπαϊκές Δυναμικές» του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου.

 

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση