ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Πώς φτάσαμε στην τραγωδία του 1974

Του ΓΙΑΝΝΑΚΗ Λ. ΟΜΗΡΟΥ

Συνολικά, 47 χρόνια από το δίδυμο έγκλημα σε βάρος της Κύπρου το ερώτημα που λογικά τίθεται μπροστά μας είναι πώς φτάσαμε στο 1974, στον Ιούλη του φασιστικού πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής και ποια η σχέση της 21ης Απριλίου 1967 με την εθνική καταστροφή της Κύπρου; Για να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα, θα πρέπει πρώτα να αναλύσουμε την υφή του κυπριακού προβλήματος. Ήταν πάγια τακτική των αποικιστών, φεύγοντας από τις αποικίες, να διατηρούν κατάλοιπα δικαιωμάτων ή διαιρετικά στοιχεία, τα οποία αργότερα θα χρησιμοποιούσαν για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους σε περιοχές που παρουσίαζαν ενδιαφέρον για τις μητροπόλεις. Η αποικιακή δύναμη, αποχωρώντας από την Κύπρο, διατήρησε μια κατάσταση ημιανεξαρτησίας, με ένα καθεστώς υπό εγγύηση, φυλετικά διαιρετικό, που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και τελικά χρησιμοποιήθηκε σαν πρόσχημα διαιώνισης και επέκτασης των αποικιακών δεσμών. Στόχος η στρατηγική σημασία της Κύπρου στην περιοχή, που φυσικά σε τελευταία ανάλυση σημαίνει άσκηση οικονομικού και πολιτικού ελέγχου πάνω στις γειτονικές χώρες και στους πλουτοπαραγωγικούς τους πόρους.

Παρουσίαζαν και εξακολουθούν να παρουσιάζουν και σήμερα το θέμα σαν μια δήθεν αναμέτρηση ανάμεσα στους Ελληνοκυπρίους και τους Τουρκοκυπρίους, προβάλλοντας το αδύνατο της συμβίωσης και την ανάγκη χωριστών τόπων διαμονής. Με αυτή την ψεύτικη τοποθέτηση στοχεύουν μόνιμα στη δημιουργία δύο χωριστών ελεγχόμενων κρατιδίων.

Η άρνηση του Μακαρίου και του κυπριακού λαού να αποδεχθεί αυτή τη θεώρηση του Κυπριακού και συνεπώς η αντίσταση σε μια πορεία διχοτόμησης οδήγησε στην υιοθέτηση μιας πορείας συνωμοσιών, παγίδων και κατά μέτωπο επίθεσης ενάντια τον κυπριακό λαό και την ηγεσία του, ενάντια την ίδια την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Τα γεγονότα του 1963-64 αποτελούν στην πραγματικότητα την πρώτη φάση ενός καλά συγκροτημένου σχεδίου. Εκμεταλλευόμενοι οι Τούρκοι και οι Άγγλοι τις λογικές προτάσεις του Μακαρίου για τροποποίηση του Συντάγματος, δημιούργησαν κρίση της οποίας οι στόχοι ήταν σαφείς. Στην πραγματικότητα τα γεγονότα του 1963 ήταν η αφετηρία μιας μακράς διαδικασίας που οδήγησε στην τουρκική εισβολή του 1974. Παράλληλα, ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος υπήρξε απόλυτα αρνητικός αναφορικά με το ξεκάθαρα διχοτομικό σχέδιο Άτσεσον, με αποτέλεσμα να προκαλέσει το ναυάγιο των προσπαθειών του που οργισμένος και με μια απίστευτη κυνικότητα δήλωνε στις 27 Οκτώβρη του 1966, μιλώντας σε σεμινάριο του κολεγίου Σάλεμ της Βόρειας Καρολίνας, τα εξής: «Κατά τη γνώμη μου η Διχοτόμηση είναι η καλύτερη λύση του Κυπριακού και διά να επιτύχει τούτο οιοσδήποτε θα πρέπει να ασκήσει πίεση επί του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου» Και πρόσθεσε: « Εάν είχα στη διάθεση μου τον 6ο Στόλο της Μεσογείου, θα μπορούσα να διευθετήσω το κυπριακό πρόβλημα και αύριο».

Κι όμως στην Κύπρο οι ορκισμένοι εχθροί του Μακαρίου προσπαθούσαν να δηλητηριάσουν τον κυπριακό λαό, κατηγορώντας τον ότι είχε απορρίψει μια σπουδαία ευκαιρία για να πετύχει την Ένωση με την Ελλάδα. Η αντίσταση του λαού μας, η σθεναρή στάση του Μακαρίου και η αδυναμία των ξένων να επιβάλουν διχοτομική λύση στην Κύπρο μέσω οποιασδήποτε κοινοβουλευτικής κυβέρνησης της Ελλάδας, οδήγησε στο πραξικόπημα της 21ης του Απρίλη και στην επιβολή φασιστικής δικτατορίας πάνω στον αδελφό ελληνικό λαό. Ο σαφής στόχος ήταν η ευθυγράμμιση της Αθήνας σε μια παράλληλη πορεία προς την πολιτική του Αμερικάνικου Πενταγώνου και της Βρετανίας για λύση του Κυπριακού μέσα στα συμμαχικά ατλαντικά πλαίσια. Με αυτόν τον τρόπο, η πορεία προς την προδοσία μπήκε στην τελική της φάση. Κι ενώ ο ελληνικός λαός στέναζε κάτω από το πέλμα της δικτατορίας, η ηγεσία και οι παράγοντες της αντιμακαριακής παράταξης δέχτηκαν πρόθυμα να γίνουν υπηρέτες της δικτατορίας στην Κύπρο για να προετοιμαστεί με αυτό τον τρόπο η εκ των έσω άλωση του κυπριακού ελληνισμού. Τα πάντα άρχισαν να διαβρώνονται. Κάθε τομέας της εσωτερικής ζωής περνούσε σταδιακά κάτω από τον έλεγχο της χούντας.

Η σθεναρή στάση του Μακάριου και οι λαϊκές κινητοποιήσεις δεν επέτρεψαν υλοποίηση των σχεδίων. Η διαπίστωση ότι ο πολιτικός και εκκλησιαστικός εκβιασμός δεν έδωσαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, οδήγησαν τους συνωμότες στην υιοθέτηση μιας καινούργιας τακτικής, με ένα κύκλο βίας και ανωμαλίας, χρησιμοποιώντας την ΕΟΚΑ Β΄ και τον Γρίβα ως φορείς αυτής της πολιτικής. Ο στόχος με τη νέα αυτή τακτική ήταν να εξαναγκαστεί σε παραίτηση ο Μακάριος, ενώ η μέθοδος δολοφονίας του και συνεπώς συνταγματικού πραξικοπήματος παρέμενε πάντα στην εφεδρεία. Μετά την αποτυχία και αυτής της τακτικής το Αμερικανικό Πεντάγωνο, η CIA και ο Κίσινγκερ δεν είχαν άλλη επιλογή. Προχώρησαν έτσι στο τελευταίο στάδιο της συνωμοσίας. Στο πραξικόπημα και την εισβολή.Το πραξικόπημα και η εισβολή ήταν προσυμφωνημένες δίδυμες εκφράσεις της ίδιας κεντρικής συνωμοσίας. Στόχος αυτής της συνωμοσίας ήταν η κατάληψη της εξουσίας, η δολοφονία του Μακάριου και η επιβολή διάδοχων σχημάτων που θα ήταν πρόθυμα να εξυπηρετήσουν τα ξένα σχέδια. Έτσι το φασιστικό όργιο της βίας και του αίματος απλώθηκε εφιαλτικά το πρωί της 15ης Ιουλίου, σε μια αποκορύφωση της προδοσίας ενάντια στην πατρίδα μας. Το αποκορύφωμα της συνωμοσίας, η τουρκική εισβολή, έδειξε ανάγλυφα τις διαστάσεις της προδοσίας.

Ενώ τα τούρκικα σήματα δεν άφηναν καμιά απολύτως αμφιβολία για την επικείμενη εισβολή, αλλά αντίθετα καθόριζαν ακόμα και την ώρα και τον τόπο της απόβασης, ο Αμερικανός πρεσβευτής στη Λευκωσία Ντέηβις διαβεβαίωνε ότι οι Τούρκοι κάνουν επίδειξη δυνάμεως.

Τα γεγονότα, οι μαρτυρίες, το πρόσφατα αποδεσμευθέν από τη Βουλή των Ελλήνων υλικό του Φακέλου της Κύπρου, επιβεβαιώνουν ότι οι ΗΠΑ σε συνεργασία με την Τουρκία συνέλαβαν και εξετέλεσαν, όχι απλώς ένα σχέδιο κατάληψης της Κύπρου, αλλά γενοκτονίας του κυπριακού ελληνισμού. Με τον πιο επίσημο τρόπο ο πρόεδρος Κλίντον και ο διπλωμάτης Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ αναφώνησαν το Mea Culpa.

Παρόλα όμως τα κτυπήματα που δέχθηκε ο λαός μας, το σχέδιο δεν ολοκληρώθηκε. Προσπάθησαν στα χρόνια που πέρασαν από την τραγωδία του 1974 να πείσουν τον λαό μας ότι δεν υπάρχει δυνατότητα σωτηρίας, ότι θα πρέπει να υποχωρήσουμε και να συνθηκολογήσουμε με τα τετελεσμένα γεγονότα, αν θέλουμε να επιβιώσουμε.

Όμως με παθητική αντιμετώπιση δεν λύνονται προβλήματα κατοχής, εθνικής επιβίωσης και απελευθέρωσης. Γιατί λαοί που αγωνίζονται δικαιώνονται. Και ο λαός μας, ο προδομένος λαός μας 47 χρόνια μετά το δίδυμο έγκλημα, είναι έτοιμος να συνεχίσει με ρεαλισμό αλλά και διεκδικητικότητα τους αγώνες και τις προσπάθειες για μια λύση που θα τερματίζει την κατοχή, θα αποκαθιστά τα ανθρώπινα δικαιώματα για όλους τους νόμιμους κατοίκους της Κύπρου, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, και θα θέτει τα θεμέλια για την Κύπρο της ειρήνης, της δημοκρατίας, την Κύπρο των οραμάτων και των προσδοκιών μας.

Ο κ. Γιαννάκης Λ. Ομήρου είναι πρώην πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση