ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Οι κυρώσεις που δύναται να επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση στην Τουρκία και οι ενδοιασμοί της

* Του Νίκου Γ. Σταύρου

Kathimerini.com.cy

info@kathimerini.com.cy

Στα τέλη του Ιουνίου του 2019 έλαβε χώρα η Σύνοδος Κορυφής της Ε.Ε., όπου τέθηκαν στο τραπέζι προς συζήτηση σωρεία θεμάτων, όπως η κλιματική αλλαγή, ο προϋπολογισμός της Ε.Ε., οι εξωτερικές σχέσεις κ.α. Μέσα στα πλαίσια της συζήτησης για τις εξωτερικές σχέσεις, βασικό και κύριο θέμα αποτέλεσαν οι Τουρκικές προκλήσεις και συγκεκριμένα οι απροκάλυπτες και απερίφραστες δηλώσεις της Τουρκίας για επικείμενη γεώτρηση εντός της Κυπριακής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ).

Μετά το πέρας της Συνόδου εξήχθησαν τα συμπεράσματα αυτής σε μορφή κειμένου, στο οποίο αναφέρονται οι κυρώσεις που δύναται και προτίθεται η Ένωση να επιβάλει εναντίον της Τουρκίας, αν δεν αναθεωρήσει την καταφανώς αυθαίρετη και απειλητική της στάση. Παραθέτω την ακριβή και αυτούσια διατύπωση μεταφρασμένη στα ελληνικά: «Εγκρίνει την απόφαση του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων με την οποία καλούνται τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσεως να υποβάλουν, χωρίς καθυστέρηση, προτάσεις για κατάλληλα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων και στοχευμένων μέτρων».

Εξαιρετικά σημαντική και κομβική, ωστόσο ελαφρώς «αινιγματική», αποτελεί η φράση «στοχευμένα μέτρα» της ανωτέρω διατύπωσης. Η λογική ερμηνεία είναι ότι η εν λόγω διατύπωση παραπέμπει και προοιωνίζει κυρώσεις ή καλύτερα, και κυρώσεις, που δύναται να επιβάλει η Ένωση στην Τουρκία.

Κάνοντας λόγο για μέτρα και κυρώσεις, αναφέρομαι στην ουσία σε δύο βασικούς άξονες – πυλώνες:

Στον πρώτο πυλώνα, εδράζεται η ενταξιακή διαδικασία και πορεία της Τουρκίας στην Ε.Ε., και οι σχέσεις μεταξύ αυτών. Ειδικότερα, η Ε.Ε. μπορεί να θέσει επί τάπητος το ζήτημα των διαβατηρίων και της θεώρησης αυτών, την Τελωνειακή Πολιτική, καθώς και τα κεφάλαια που απαιτούνται για την ενδεχόμενη είσοδο της Τουρκίας στην Ένωση.

Βλέπουμε λοιπόν πως η Ε.Ε. κατέχει ορισμένα ισχυρά χαρτιά που μπορεί να χρησιμοποιήσει για να αποτρέψει την Τουρκία στο να προβεί σε πράξη και υλοποίηση των απειλητικών της βλέψεων και επιθυμιών, και αναφέρομαι στις αθέμιτες δραστηριότητες της στην Κυπριακή ΑΟΖ.

Πιο συγκεκριμένα τώρα, είναι αναντίρρητο πως η Ένωση πράγματι κατέχει τις προαναφερθείσες δυνατότητες, εντούτοις, είναι αλήθεια επίσης πως οι Ευρωτουρκικές σχέσεις δεν διανύουν και την καλύτερη περίοδό τους σε επίπεδο επαφών και συνομιλιών εδώ και αρκετά έτη. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι κυρίως γιατί η Ένωση δεν επιδοκιμάζει τη στάση της γείτονος χώρας αναφορικά με τα ζητήματα διασφάλισης του κράτους δικαίου και της προστασίας των ανθρωπίνων θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η Ένωση εκτιμά ότι το κράτος δικαίου διασαλεύεται και πως τα ανθρώπινα δικαιώματα παραβιάζονται κατάφορα σε ορισμένες περιπτώσεις υπό την ανοχή του Τουρκικού Κράτους. Συνεπώς, ούτως ή άλλως, θα πει κανείς και δικαιολογημένα, πως οι Ευρωτουρκικές σχέσεις δεν είναι και στα καλύτερά τους όπως λέμε.

Αυτό όμως σημαίνει πως η Τουρκία δεν ανησυχεί για τις προαναφερθείσες πιθανές κυρώσεις που δύναται να της επιβάλει η Ένωση; Η απάντηση είναι όχι. Και η εξήγηση είναι απλή. Μέχρι στιγμής η Ένωση δεν έχει προβεί επί της ουσίας σε κάποια εμφανή και έμπρακτη κυρίως στάση απέναντι στις προκλήσεις της Τουρκίας, αλλά ακολουθεί μια ρητορική που βασίζεται κυρίως σε προειδοποιήσεις. Η Τουρκία όμως, έχει κάθε λόγο να προβληματίζεται και να ανησυχεί για ενδεχόμενες έμπρακτες κυρώσεις, τις οποίες μπορεί να της επιβάλει η Ε.Ε., όπως για παράδειγμα κυρώσεις που αφορούν όπως είπαμε την Τελωνειακή Ένωση, μιας και η γειτονική χώρα την επιδιώκει μετά μανίας ένεκα της βέλτιστης πρόσβασης που θα της εξασφάλιζε στην κοινή ευρωπαϊκή αγορά, πράγμα το οποίο η Τουρκία επιθυμεί διακαώς χρόνια τώρα.

Αδιαμφισβήτητα, τα ανωτέρω αποτελούν και συνιστούν μέτρα, τα οποία μόνο και στη σκέψη εφαρμογής τους ανησυχούν την Τουρκική ηγεσία, ωστόσο μπορεί κανείς να θεωρήσει πως πρόκειται για μέτρα έμμεσης εφαρμογής.

Στο σημείο αυτό λοιπόν θα παραθέσω και θα αναφερθώ στον δεύτερο πυλώνα, στον οποίο έκανα νύξη πιο πάνω. Η Ε.Ε. κατέχει ένα ισχυρότατο χαρτί, το οποίο μπορεί να το θέσει υπό τους κατάλληλους χειρισμούς, ως κραταιό και σθεναρό αντίβαρο απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις και αυτό δεν είναι άλλο από την οικονομική αρωγή που παρέχει η Ένωση προς την Τουρκία. Με άλλα λόγια δεν αναφέρομαι σε κάτι διαφορετικό από τα προ - ενταξιακά κεφάλαια – κονδύλια. Η Τουρκία μπροστά σε μια τέτοια αντίδραση της Ένωσης, δηλαδή μιας καταφανούς ακλόνητης και ισχυρής στάσης, με άλλα λόγια την επιβολή ενός αντιβάρου που θα αφορά πάγωμα της οικονομικής αρωγής, σε περίπτωση που η Τουρκία δεν αναθεωρήσει και δεν υπαναχωρήσει από τις προκλητικές της θέσεις, τότε η τελευταία θα διαπιστώσει πως δεν έχει κανένα δικαίωμα να λειτουργεί και να δρα ανεξέλεγκτη και πως για κάθε δράση της, η οποία απειλεί κυριαρχικά δικαιώματα κράτους μέλους της Ένωσης και κατ’ επέκταση της ίδιας της Ένωσης, υπάρχει και αντίδραση.

Πέραν τούτων, υπάρχει και ένα άλλο πολύ σημαντικό μέτρο – αντίβαρο, το οποίο εδράζεται στο «οπλοστάσιο» της Ε.Ε.. Είναι γνωστό πως η Τουρκία δεν διαθέτει επαρκή τεχνογνωσία και εμπειρία, αναφορικά με τις εξορύξεις. Το τουρκικό γεωτρύπανο που φέρει την ονομασία «ΠΟΡΘΗΤΗΣ» δεν τελεί αμιγώς υπό τις εντολές και τη διαχείριση τούρκων, αλλά δρα και λειτουργεί υπό την επίβλεψη ξένων ιθυνόντων εταιρειών, εξειδικευμένων στις γεωτρήσεις. Συνεπώς παρατηρείται μια συνεργασία μεταξύ Τουρκικής Κρατικής Εταιρείας Πετρελαίου (ΤΡΑΟ) και ξένων εταιρειών.

Όταν ήρθε στην επιφάνεια και στο φως η ενέργεια αυτή της Τουρκίας, δηλαδή η επαπειλούμενη γεώτρηση του «ΠΟΡΘΗΤΗ», η Κυπριακή Δημοκρατία εξέδωσε διεθνή εντάλματα συλλήψεως για όσους επιχειρούν να παραβιάσουν τα κυριαρχικά της δικαιώματα επί της Κυπριακής ΑΟΖ. Καταδίκασε απερίφραστα λοιπόν εξ αρχής την ενέργεια αυτή εμπράκτως. Λαμβάνοντας υπόψιν μας την ανωτέρω παγιωμένη και τεκμηριωμένη νομικά αρχή, βάσει της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), ότι τα κυριαρχικά δικαιώματα κράτους μέλους συνιστούν κατ’ επέκταση και κατά μιας αναλογικής και διασταλτικής ερμηνείας, δικαιώματα της ίδιας της Ένωσης, η τελευταία δύναται να αξιοποιήσει και να εφαρμόσει το ίδιο ακριβώς μέτρο, το οποίο εφάρμοσε και η Κυπριακή Δημοκρατία εμφορούμενη από το πνεύμα και τις νόρμες του Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου. Άρα τα προαναφερθέντα «στοχευμένα μέτρα» με μία ευρεία και διασταλτική ερμηνεία, δύνανται να αφορούν και στοχευμένες κυρώσεις κατά συγκεκριμένων προσώπων. Ερωτάται λοιπόν, μήπως ήγγικεν η ώρα να αποδείξει η Ένωση πως δεν μένει αμέτοχη, αλλά στις δύσκολες συγκυρίες στηρίζει πάντοτε τα μέλη που απαρτίζουν την «οικογένειά» της. Η Ένωση πρέπει να αποδείξει και ακόμα και στους πιο σκληροπυρινικούς αντιφρονούντες και αμφισβητίες της, πως διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο σε τέτοιες περιστάσεις και πως τα κράτη μέλη δεν είναι μόνα τους, απομονωμένα, αποκλεισμένα και απειλούμενα από εχθρικούς και εκφοβιστικούς εξωγενείς παράγοντες.

Ίσως κάποιος να σκεφτεί ότι το να επιφέρει η Ε.Ε. στοχευμένες κυρώσεις κατά εταιρειών και προσώπων δεν συνιστά καίριο και ευθύ «πλήγμα» εναντίον της Τουρκίας, όμως μία τέτοια αντίληψη δεν είναι απολύτως ορθή, διότι ναι μεν μπορεί να μην πρόκειται για μία άμεση κύρωση κατά της της γείτονος χώρας, εντούτοις συνιστά μία πολύ ισχυρή έμμεση ενέργεια, καθώς με το μέτρο αυτό, όλες οι εταιρείες που ασχολούνται με εξορύξεις και γεωτρήσεις, με τις οποίες προτίθεται η Τουρκία να συνεργαστεί για να υλοποιήσει τις επεκτατικές της βλέψεις στην Κυπριακή ΑΟΖ, θα το σκεφτούν πολύ προτού αποδεχθούν μια τέτοια πρόταση και προτού προβούν σε ένα τέτοιο διάβημα, από τη στιγμή που η ρομφαία του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου θα βρίσκεται άνωθεν της κεφαλής των.

Αυτοί λοιπόν είναι συνοπτικά οι τρόποι με τους οποίους δύναται η Ε.Ε. να επιβάλει κυρώσεις ενάντια στις προκλήσεις της Τουρκίας. Είδαμε ότι η Ένωση έχει συγκεκριμένα μέσα που μπορεί να επηρεάσει την γειτονική χώρα, ωστόσο αυτό γίνεται εκατέρωθεν, μιας και η Τουρκία διαθέτει επίσης τρόπους, μέσω των οποίων μπορεί και εκείνη με τη σειρά της να επηρεάσει την Ένωση. Θα αναρωτηθεί λοιπόν κάποιος, είναι όλα τόσο εύκολα και τόσο ρόδινα; Μπορεί η Ένωση να δράσει τόσο άμεσα και όπως περιγράψαμε ανωτέρω χωρίς να μπορεί να αντιδράσει η Τουρκία;

Είναι γνωστό πως οι Ευρωτουρκικές σχέσεις διέπονται από μακρά συνεργασία στον τομέα των οικονομικών συναλλαγών. Με άλλα λόγια η Ένωση αποκομίζει αρκετά οφέλη από την τουρκική αγορά. Τούρκοι νόμιμοι μετανάστες εντοπίζονται διάσπαρτα σε πολλά κράτη μέλη της Ένωσης, τα οποία διαθέτουν ισχυρή οικονομία, την οποία και στηρίζουν και αναβαθμίζουν, όπως συμβαίνει στη Γαλλία ή στη Γερμανία σε πολύ μεγάλο βαθμό. Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς πως τελικά, δεν είναι και τόσο εύκολη μια ρήξη με τη γείτονα χώρα.

Περαιτέρω, το μεταναστευτικό αποτελεί αναντίρρητα ένα άκρως σοβαρό ζήτημα για την Ε.Ε. Κύματα μεταναστών και προσφύγων εισέρχονται στην Ένωση, καθώς ο έλεγχος στα σύνορα παρουσιάζει προβλήματα και έντονες δυσκολίες. Η Τουρκία υποστηρίζει και έως έναν βαθμό έχει δίκιο, πως είναι η δική της μεταναστευτική πολιτική που αποτρέπει έναν ακόμη μεγαλύτερο αριθμό μεταναστών και προσφύγων από το να εισέρχονται συλλήβδην στο έδαφος της Ένωσης. Συνεπώς έχει διαμορφωθεί μια πολιτική συνεργασίας μεταξύ Ε.Ε. και Τουρκίας σε σχέση με το μεταναστευτικό – προσφυγικό, την οποία η Ένωση δεν θέλει επ' ουδενί να διασαλεύσει.

Εν κατακλείδι, θεωρώ ότι είναι η στιγμή να δράσει η Ένωση. Όπως προανέφερα ανωτέρω, εκτιμώ πως έφτασε πια το πλήρωμα του χρόνου να αποδείξει εμπράκτως ακόμα και στους πιο ακραιφνείς αντιευρωπαϊστές ότι είναι σε θέση να ορθώσει το ανάστημά της, να προστατεύσει και να υπεραμυνθεί των αναφαίρετων δικαιωμάτων της. Αναμφισβήτητα και η Τουρκία διαθέτει ορισμένα ατού στην εξωτερική της πολιτική, στα οποία αναφέρθηκα ακροθιγώς, όμως εις ουδεμία των περιπτώσεων δεν επιτρέπεται σε μια ισχυρή, απαρτίζουσα από κυρίαρχα έθνη – κράτη με μακρά παράδοση και ιστορία να δέχεται αμέτοχη και αδρανής την οποιαδήποτε εξωτερική πρόκληση, από οπουδήποτε και αν προέρχεται. Η ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής που προβλέπεται στα πλαίσια της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας της Ένωσης (ΚΕΠΠΑ), η οποία αρχικώς προβλέφθηκε στη Συνθήκη για την ΕΕ (η Συνθήκη του Μάαστριχτ) στο άρθρο 42 παρ. 7 και αργότερα εμπλουτίστηκε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας και την εισαγωγή «ρήτρας αλληλεγγύης», επιβάλλει θα λέγαμε μια δραστήρια Ένωση, η οποία θα λειτουργεί προς προάσπιση των συμφερόντων και δικαιωμάτων των μελών της «οικογένειάς» της και κατ’ επέκταση και των δικών της.

Χρόνω πίστευε έγραψε ο Θαλής, δηλαδή να έχεις εμπιστοσύνη στο χρόνο. Ας έχουμε λοιπόν εμπιστοσύνη στο χρόνο και σε αυτά που μας επιφυλάσσει, αλλά να έχουμε εμπιστοσύνη και στο ευρωπαϊκό δίκαιο και στην ευρωπαϊκή οικογένεια, η οποία όμως πρέπει να μας πείσει με πράξεις και να επιβεβαιώσει όλους όσους ελπίζουν, πιστεύουν και οραματίζονται μια Ευρώπη – Οικογένεια πως δεν λανθάνουν.

* Δικηγόρος (LL.M) - Απόφοιτος Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.com.cy

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση