
Του Σταύρου Χριστοδούλου
Eνας αδιαπέραστος τοίχος μάς χωρίζει από τους απέναντι. Και δεν αναφέρομαι μόνο στα φυλάκια ένθεν και ένθεν της πράσινης γραμμής. Αλλά στο εμπόδιο που δεκαετίες τώρα ορθώνεται ανάμεσά μας και μας εμποδίζει να δούμε, ν’ ακούσουμε και να νιώσουμε την αλήθεια των άλλων. Μια αλήθεια που επειδή της προσθέσαμε ένα «ψευδό» ως πρώτο συστατικό –ψευδοπραγματικότητα ή όπως θέλετε πείτε το– νομίζουμε πως ξοφλήσαμε τους λογαριασμούς με την ιστορία και τη συνείδησή μας. Είναι κάποιες στιγμές όμως που μια φωνή διαπερνά τα οδοφράγματα και φτάνει εκκωφαντική στ’ αυτιά μας. Αυτό έγινε με την πρόεδρο της συντεχνίας των Τουρκοκυπρίων καθηγητών Σελμά Εϊλέμ την περασμένη βδομάδα. Ο λόγος της, αιχμηρός και βαθιά πολιτικός, δεν άφησε ασυγκίνητους τους δημοκρατικά σκεπτόμενους πολίτες στην άλλη πλευρά της πράσινης γραμμής.
«Ήρθαμε να βάλουμε στη θέση τους αυτούς που κατέλαβαν κάθε θεσμό μας και τον μετέτρεψαν σε υποχείριο και ετοίμασαν πακέτα για να επιβάλουν σχέδια που μας καταδικάζουν σε εξαθλίωση και φτώχεια, αυτούς που μεταμόρφωσαν την παιδεία μας και επιτέθηκαν στη θέλησή μας, την κοινωνική μας δομή, τις αξίες μας, τη γλώσσα, τη θρησκεία και τις ελευθερίες μας, αυτούς που έφτασαν στο σημείο να μας διώξουν από τη χώρα μας. Ήρθαμε εδώ για να πούμε: Αυτή η χώρα είναι δική μας». Αυτά λέχθηκαν από μια ψευδοσυνδικαλίστρια σε μια ογκώδη ψευδοδιαδήλωση όπου συμμετείχαν χιλιάδες πολίτες ενός ψευδοκράτους. Άνθρωποι που εξέθεσαν με τόλμη την αλήθεια τους κόντρα στις ανελεύθερες πολιτικές της Άγκυρας. Με προσωπικό κόστος, αποφασισμένοι να υπερασπιστούν αξίες που υπερβαίνουν τα συντεχνιακά αιτήματα.
Τα λόγια της Σελμά Εϊλέμ αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα τώρα ειδικά που κόπασε ο κουρνιαχτός της πρώτης διαδήλωσης. Και υπογραμμίζονται από την απόφαση των 55 οργανώσεων να συνεχίσουν τη διαμαρτυρία τους έως ότου η «κυβέρνηση» αποσύρει τον πειθαρχικό κανονισμό για τη χρήση της μαντίλας στα σχολεία. Μέχρι τις 28 Απριλίου, επί τρεις ώρες καθημερινά, θα ανάβει η «φωτιά δράσης». Αν δεν υποχωρήσει ο Τατάρ τότε θα προχωρήσουν σε επ’ αόριστον απεργία. Δεν πρόκειται, επαναλαμβάνω, για μια διαμαρτυρία με αντικείμενο συντεχνιακά αιτήματα. Να το θυμόμαστε αυτό, καθώς στο δικό μας αληθινό κράτος οι καθηγητές βγήκαν μαζικά στον δρόμο, αλλά το έκαναν για να υπερασπιστούν τα εργασιακά κεκτημένα τους. Θέματα όπως π.χ. ο εναγκαλισμός της Εκκλησίας με το υπουργείο Παιδείας δεν στάθηκαν ικανά να τους μετακινήσουν από τον καναπέ τους. Κι όχι μόνο τους εκπαιδευτικούς για να είμαστε δίκαιοι. Κανείς μας δεν βγήκε στους δρόμους για να υπερασπιστεί αξίες οι οποίες διαταράσσουν τη βολή και τον μικρόκοσμό μας. Σε αντίθεση με τους ψευδοαπέναντι που ξεπέρασαν ιδεολογικές και κομματικές γραμμές για να υπερασπιστούν την ίδια την ύπαρξή τους. Στον λόγο της Σελμά Εϊλέμ δεν περισσεύει ούτε μια λέξη: «Ήρθαμε να φωνάξουμε σε όλες τις πολιτικές επιβολής που ακολουθούνται για την εξάλειψη της ύπαρξης και της βούλησης των Τουρκοκυπρίων, σε αυτούς που δίνουν οδηγίες κάνοντας συναντήσεις υψηλού επιπέδου κεκλεισμένων των θυρών λόγω της κατάστασης που βρίσκεται σήμερα η Τουρκία, σε όσους προσπαθούν να δημιουργήσουν μια ατζέντα εδώ και να κερδίσουν πολιτικό όφελος, σε όσους το βλέπουν ως ευκαιρία, ότι αυτό δεν θα το επιτρέψουμε. Θα συνεχίσουμε να αντιστεκόμαστε όλοι μαζί».
Εμείς; Εμείς οι κατά τ’ άλλα «αληθινοί» πότε θα είμαστε αρκετά ειλικρινείς ώστε να απαντήσουμε στο ερώτημα που έθεσε ο Σενέρ Λεβέντ σε άρθρο του: «Εσείς δεν έχετε την έγνοια της κοσμικότητας;». Και για όσους δυσκολεύονται να κατανοήσουν το πολιτικό βάθος του ερωτήματος, ο Τουρκοκύπριος δημοσιογράφος το κάνει λιανά: «Εμείς αντιτιθέμεθα στα θρησκευτικά σύμβολα στα σχολεία μας. Όμως, τα σχολεία στον νότο είναι γεμάτα με θρησκευτικά σύμβολα. Ο Αρχιεπίσκοπος κατέχει μια ιδιαίτερη θέση στο κρατικό πρωτόκολλο. Ενώ εμείς αν δούμε τον ιμάμη σε πρωτόκολλο, είμαστε σαν να είδαμε τον διάβολο. Ο υπουργός Παιδείας εξαρτάται από την έγκριση της Εκκλησίας. Αν επιχειρήσουν να κάνουν κάτι τέτοιο εδώ σε εμάς, θα γίνουν όλα άνω - κάτω». Όπως και τα έκαναν. Εμείς;