
Του Σταύρου Χριστοδούλου
Κάποτε θα πούμε πως φταίνε οι άλλοι. Αλλά όταν τα πράγματα φτάσουν σε τέτοιο αδιέξοδο όπου θα επιπλέουν οι φελλοί μαζί με τα περιττώματα της πολιτικής, η αυτοδικαίωση δεν θα έχει πλέον και τόση σημασία. Ή μάλλον δεν θα έχει καμία απολύτως σημασία. Το ερώτημα άλλωστε –αν η κότα έκανε το αβγό ή το αβγό την κότα– είναι αρχέγονο κι ακόμα αναπάντητο παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της επιστήμης. Εμείς είμαστε η κότα κι εμείς το αβγό. Δεν εξαιρώ το σινάφι μας, το δημοσιογραφικό, καθώς το θεωρώ ανέντιμο να βγάζουμε την ουρά μας απέξω.
Τα τελευταία πέντε χρόνια, σε αυτήν τη στήλη, σχολιάζω τα τρέχοντα της επικαιρότητας. Κατά κανόνα της πολιτικής, ενίοτε και θέματα βαθιά πολιτικά πλην όμως εκτός της κομματικής ατζέντας. Αλλά να που «έρχονται κάτι στιγμές κι ό,τι έχτιζα αιώνες τώρα το γκρεμίζω» όπως έγραψε ο λαϊκός φιλόσοφος Ρασούλης – με άλλα λόγια, έρχονται κάτι στιγμές που το συναίσθημα υπερβαίνει την πραγματικότητα. Σαφώς και είναι σημαντικό ότι τέθηκε σε διαθεσιμότητα η Άννα Αριστοτέλους, για να αναφέρουμε ένα παράδειγμα από την επικαιρότητα των ημερών, αλλά αν το σκεφτούμε πιο ψύχραιμα τέτοιου είδους γεγονότα έρχονται και παρέρχονται. Αν ξύσουμε δε λίγο την επιφάνεια, τότε θ’ αντικρίσουμε τη βαθύτερη αλήθεια του τι πραγματικά συμβαίνει εκεί έξω: Λαϊκισμός και φανατισμός. Αυτά τα δύο πάνε μαζί. Για να θυμηθούμε δε και κάτι απ’ τα παλιά, τα χρόνια των ιδεολογικών βεβαιοτήτων, ιδού πού φτάσαμε: λαϊκισμός, το ανώτατο στάδιο του φανατισμού. Μιλάμε για ένα νέο τοξικό κόσμο όπου το δηλητήριο στην ατμόσφαιρα δεν αφήνει κανέναν ανεπηρέαστο. Πόσο μάλλον εκείνους που πλατσουρίζουν στα λασπόνερα των κοινωνικών δικτύων, μονίμως θυμωμένοι, μονίμως εριστικοί, μονίμως εξεγερμένοι.
Ο θυμός εκεί έξω δεν είναι απλώς ορατός – κόβεται θαρρείς με το μαχαίρι. Σαν να εξαντλήθηκε η υπομονή του κόσμου και ψάχνει τρόπους για να εκτονωθεί. Πότε κανιβαλίζοντας δημόσια πρόσωπα και πότε αποθεώνοντας τους πλέον ακατάλληλους. Το παράδειγμα του Φειδία το έχουμε αναλύσει τόσες φορές που ξεχείλωσε πια. Αν και παραμένει χαρακτηριστικό, για τον τρόπο που ο θυμός κεφαλαιοποιήθηκε στην κάλπη των ευρωεκλογών. Και τιμώρησε το «σύστημα», ό,τι κι αν σημαίνει αυτό στο μυαλό των ψηφοφόρων. Τα παραδοσιακά κόμματα πρώτα και κύρια, τα οποία μετατράπηκαν σε σάκο του μποξ. Αν το ζητούμενο είναι η εκτόνωση δεν υπάρχει οτιδήποτε άλλο να προσθέσουμε. Αν όμως το ζητούμενο είναι αυτή η απαξίωση να μετουσιωθεί σε κάτι χρήσιμο, τότε δεν αρκούν οι αφορισμοί και η ισοπέδωση.
Η απαξίωση είναι δείγμα υγείας και δημοκρατικών αντανακλαστικών, ισχυρίζονται οι καθ’ έξιν αγανακτισμένοι. Αρκεί να οδηγεί κάπου και οπωσδήποτε να μην αποθεώνει το εκκωφαντικό τίποτα, είναι ο αντίλογος. Γιατί αλλιώς το μόνο που καταφέρνει είναι να δημιουργήσει ένα αρρωστημένο κλίμα όπου κυριαρχεί η γκρίνια και η άρνηση. Το πλέον οξύμωρο σε αυτή τη νέα κοινωνική πραγματικότητα είναι η αντιστροφή των ρόλων. Η ευκολία με την οποία ο κατήγορος γίνεται κατηγορούμενος και τανάπαλιν. Άνθρωποι που κατακεραυνώνουν τα «κομματόσκυλα» π.χ. ως το απόλυτο κακό και συμπεριφέρονται οι ίδιοι ως κλακαδόροι. Δεν θα αναφέρω παραδείγματα, αν και είναι μεγάλος ο πειρασμός. Γιατί ο τόπος είναι μικρός και γνωριζόμαστε. Και γιατί κανείς δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από τον φερετζέ του αντισυστημικού, όταν εξυπηρετεί απροκάλυπτα συγκεκριμένα συμφέροντα.
Κάποτε θα πούμε πως φταίνε οι άλλοι. Όταν πια τα πράγματα φτάσουν σε τέτοιο αδιέξοδο που η μπόχα της τοξικότητας θα μας πνίξει. Το ερώτημα για την κότα και το αβγό θα μας ακολουθεί χλευάζοντας την ανικανότητά μας να δώσουμε μια στοιχειωδώς πειστική απάντηση. Ποιος ευθύνεται αλήθεια; Τα social media που διαμορφώνουν συνειδήσεις ή ο κάθε χρήστης που εκτρέφει με τον τρόπο του τον λαϊκισμό, τον φανατισμό, τη φτήνια; Με πράξεις ή απλώς σιωπώντας. Γι’ αυτό ισχυρίζομαι, αυτή την Κυριακή του Ιουνίου που προσπεράσαμε τα τρέχοντα, ότι αξίζει να θυμόμαστε το κλείσιμο του ματιού της Λιλής Ζωγράφου: «Χρωστάμε ενός λεπτού κραυγή, για κάθε στιγμή που σιγήσαμε».
stavros.christodoulou@gmail.com