ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Τα μηνύματα της αποχής

*Του Γιαννάκη Λ. Ομήρου

Kathimerini.com.cy

info@kathimerini.com.cy

Σε μια χώρα, όπως η Κύπρος, με πρόβλημα ξένης στρατιωτικής κατοχής, η αποχή του 55% του εκλογικού σώματος από μια εκλογική διαδικασία, όπως οι ευρωεκλογές, θα έπρεπε να σημάνει σήμα κινδύνου για τη δημοκρατία. Γιατί χωρίς πλειοψηφική συμμετοχή των πολιτών, η δημοκρατία ακρωτηριάζεται. Είναι ανάπηρη και ελλειμματική.

Ένα είναι βέβαιο. Η αποχή στις λειτουργίες της δημοκρατίας στην Κύπρο, έχει αναχθεί σε παθογένεια του πολιτικού συστήματος.

Το μεγαλύτερο ερώτημα που αναζητεί απάντηση είναι κατά πόσον ευθύνονται οι πολίτες. Η ευθύνη ωστόσο δεν πρέπει να επιρρίπτεται στους πολίτες. Οι ευθύνες πρέπει να αναζητούνται στις αδυναμίες του πολιτικού συστήματος.

Στην απουσία φερέγγυων πολιτικών προτάσεων, στην αναποτελεσματικότητα των πολιτικών παρεμβάσεων, στις υπερβολές που παρατηρούνται, στις θεμιτές κατά τα άλλα, πολιτικές αντιπαραθέσεις και σε φαινόμενα ανοχής και ατιμωρησίας σε σκάνδαλα και στη διαφθορά. Σε κυνική περιφρόνηση πορισμάτων ερευνητικών επιτροπών για σκάνδαλα στο δημόσιο βίο.

Η στασιμότητα στο Κυπριακό, η απουσία ελπίδας για σύντομη λύσης και η εμφανής κόπωση από επαναλαμβανόμενες διακηρύξεις και ανεκπλήρωτες επαγγελίες, σε συνδυασμό με την καθυστέρηση στην ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας μετά την κρίση, είναι επίσης σίγουρα λόγοι για την αποχή.

Χρειάζεται μια συλλογική επανεκτίμηση για τις κραυγάζουσες αδυναμίες του πολιτικού συστήματος και την φθοροποιό λειτουργία των πολιτειακών θεσμών για να υπάρξει αποτελεσματική αντιμετώπιση όλων αυτών των παραγόντων που οδηγούν τους πολίτες στην ιδιώτευση, το περιθώριο και την αποχή.

Η αναγέννηση της πολιτικής προϋποθέτει ορθή διάγνωση, πολιτική τόλμη και γενναίες αποφάσεις.

Η αποχή, όπως προκύπτει από τα διαθέσιμα στοιχεία, αφορά ιδιαίτερα τη νέα γενιά. Διατυπώνεται συχνά το ερώτημα γιατί η ζωντάνια και η ορμή των νέων δεν διοχετεύεται και δεν εκφράζεται μέσα από τους πολιτικούς φορείς και τις πολιτικές διαδικασίες.

Όσοι διατυπώνουν αυτό το ερώτημα περιορίζονται στην άκριτη διαπίστωση, χωρίς να μπαίνουν στον κόπο να αναλύσουν το φαινόμενο και να εντοπίσουν τα αίτια της ιδιώτευσης και της αποχής της μέγιστης πλειοψηφίας της νέας γενιάς από τους πολιτικούς αγώνες. Γι’ αυτούς που έζησαν τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, τις έντονα φορτισμένες με τους δημοκρατικούς αγώνες της εποχής, το φαινόμενο μοιάζει περίεργο αν όχι και ενδεικτικό μιας επικίνδυνης παθογένειας της εποχής μας.

Αν θέλουμε ωστόσο να δούμε χωρίς παρωπίδες την πραγματικότητα και να δημιουργήσουμε ξανά τις προϋποθέσεις να γίνει η πολιτική ελκυστική στους νέους, θα πρέπει να εγκαταλείψουμε τη μεμψίμοιρο κρισιολογία. Θα πρέπει να δούμε πως η πολιτική μπορεί να γίνει ξανά φερέγγυα, αξιόπιστη, ελκυστική, με προτάσεις, ιδέες και επιχειρήματα και χωρίς κραυγές που ηχούν ως πληκτικές φωνές επανάληψης ενός βαθύτατου αναχρονισμού, ξένου προς τη σημερινή ζώσα πραγματικότητα.

Αν τις δεκαετίες του ΄60 και του ’70 τα αιτήματα των κοινωνιών στην Κύπρο και την Ελλάδα ήταν για την εθνική ανεξαρτησία και τη δημοκρατία, σήμερα, μέσα από μια εκ βάθρων ανατροπή των πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών δεδομένων θα πρέπει να ομολογήσουμε ότι νέα αιτήματα αναδεικνύονται, χωρίς να σημαίνει ότι μέρος τουλάχιστον των παλιών έχουν ικανοποιηθεί. Έτσι ενώ στην Κύπρο αντιμετωπίζουμε πρόβλημα απαλλαγής από την τουρκική κατοχή και στην Ελλάδα άμεση απειλή για την εθνική κυριαρχία, οι συνθήκες της νέας εποχής έχουν φέρει στην επιφάνεια αιτήματα όπως είναι η ποιότητα ζωής, η συμμετοχή του πολίτη στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων, η αποκέντρωση και αποδυνάμωση των κεντρικών εξουσιών, ο εφιάλτης της κλιματικής αλλαγής,ταυτόχρονα έχουν αναδυθεί προβλήματα, που δεν υπήρχαν ή δεν είχαν την οξύτητα με την οποία παρουσιάζονται σήμερα.

Ναρκωτικά, βελτίωση των συνθηκών στο στρατό, η μάστιγα των φροντιστηρίων, το κοινωνικό περιθώριο, η ανεργία. Άρα, το ζητούμενο είναι οι πολιτικοί φορείς να συγχρονίσουν τον πολιτικό τους λόγο και να στοιχίσουν το βηματισμό τους με αυτά τα καινούρια δεδομένα και τα συναφή αιτήματα και προβλήματα. ΟΙ αφορισμοί, οι από καθέδρας κρίσεις και η υπεράσπιση της κατεστημένης αντίληψης και πρακτικής μέσα από μια διαδικασία αυτοπροστασίας, όχι μόνο δεν οδηγούν στην ανάσχεση των αρνητικών φαινομένων, αλλά εντείνουν τη φυγή και την απομάκρυνση από την πολιτική.

Η άλλη βασική επισήμανση, που οφείλουμε να καταθέσουμε είναι ότι ζούμε μια εποχή, σε παγκόσμιο επίπεδο, πρωτόγνωρων φαινομένων που συνθέτουν την είσοδο ολόκληρου του κόσμου στην τροχιά ενός ιστορικού κύκλου. Και αποτελεί βασικό μας καθήκον να αναμετρηθούμε με αυτά που έρχονται και όχι με αυτά που φεύγουν ή αυτά που πέθαναν. Η παγκόσμια οικονομική κρίση, η κατάρρευση της οικολογικής ισορροπίας, οι δραματικές κλιματικές αλλαγές, η έκρηξη των νέων τεχνολογιών, η μετανάστευση και οι νέοι κυρίαρχοι και ηγεμονικοί πόλοι στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας και δύναμης, συνιστούν περιγραφές και φαινόμενα που εμφανίζονται ως λογαριασμοί ανεξόφλητοι, ιδιαίτερα για τα προοδευτικά πολιτικά κινήματα.

Το πρώτον καθήκον, ως εκ τούτου, είναι να εμπνεύσουμε και να συνεγείρουμε για ένα ανοικτό δημοκρατικό διάλογο γι’ αυτά τα φαινόμενα της εποχής μας, μακριά από φλύαρες, φτωχές και επαρχιώτικες αντιπαραθέσεις. Το καθήκον μας σήμερα, είναι όχι απλώς να χαράξουμε αλλά και να τολμήσουμε να περπατήσουμε σε νέους δρόμους, υπερβαίνοντας μια πληκτική επανάληψη του εαυτού μας και τοποθετούμενοι θετικά με ιδέες, επιχειρήματα, προτάσεις και πρωτοβουλίες.

Για να κερδηθούν τα μεγάλα στοιχήματα ευαισθητοποίησης και συμπόρευσης της κοινωνίας και ιδιαίτερα των νέων, χρειάζεται ακόμα συνέπεια, απόρριψη της διγλωσσίας και αντιστοιχία λόγων, έργων και οραμάτων. Χρειάζεται ακόμα να εκφραστούν τα αιτήματα των μεταρρυθμίσεων σε όλα τα επίπεδα και να αναληφθούν πρωτοβουλίες που θα αγκαλιάζουν τους πόθους και τις προσδοκίες της νέας γενιάς.

Κοντά σε αυτά, στους δύσκολους καιρούς που περνούμε, σε μια πατρίδα που μαστίζεται από το πρόβλημα της τουρκικής κατοχής, η επιλογή πρέπει να είναι μονόδρομος. Για συμμετοχή, δράση και για δημιουργικές πρωτοβουλίες. Για μια νέα γενιά του ριζοσπαστισμού, της ρήξης και της αμφισβήτησης που θα επαναπροσδιορίσει τους όρους των εθνικών και κοινωνικών προτεραιοτήτων, θα στήσει ξανά τα μέτωπα των εθνικών αγώνων και θα διατυπώσει τα μεγάλα οράματα για το αύριο.

*Τέως Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.com.cy

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση