Αποφασίζει ο κ. Κουλίας να εκτοξεύσει την «απειλή» πως μόλις αναλάμβανε προεδρεύων θα διόριζε εκείνος γενικό ελεγκτή και μετά από αυτή την τραγελαφική παρέμβαση ακολουθεί μπάχαλο, ωσάν και αυτός ο τόπος να είναι ένα καράβι ακυβέρνητο. «Μα είναι δυνατόν;» θα διερωτηθεί ακόμη και ο πιο καλόπιστος παρατηρητής όσων συνέβησαν τις τελευταίες μέρες. Και όμως είναι δυνατόν. Παύεται ο γενικός ελεγκτής, παθαίνουν παράκρουση –αυτή είναι η λέξη που αποδίδει καλύτερα όσα άκουσαν τα αφτιά μας– διάφοροι πολιτικοί αρχηγοί και αρχηγίσκοι που σπεύδουν να καπηλευτούν τη δημοφιλία τού τέως ελεγκτή και τον από καιρού συσσωρευμένο θυμό της κοινωνίας και επέρχεται μια γενικότερη υστερία στον τόπο, την οποία από όλους τους πρωταγωνιστές της θλιβερής πολιτικής μας σκηνής, αναλαμβάνει –άκουσον άκουσον– ο κ. Κουλίας να τη διαχειριστεί.
Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, στο μεταξύ, ούτε φωνή ούτε ακρόαση για όσα συνέβαιναν στη μαρτυρική μας μεγαλόνησο και γι’ αυτό αποφασίζει η κα Δημητρίου να αναβάλει το ταξίδι της στο εξωτερικό ώστε να μην αφήσει τον κ. Κουλία να επιφέρει το τελειωτικό χάος, αλλά παράλληλα δεν θεωρεί σκόπιμο να συνεννοηθεί με ένα απλό τηλεφώνημα με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, με τον οποίο σε ένα κανονικό κράτος θα ήταν δεδομένο πως θα έπρεπε να προηγηθεί μια μεταξύ τους κουβέντα για το πώς να αντιμετωπιστεί η κρίση που επακολούθησε της παύσης του γενικού ελεγκτή. Από την άλλη, ούτε και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος ήταν στα μακρινά ξένα, θεώρησε πως υπήρχε λόγος σοβαρός να συνεννοηθεί με την πρόεδρο της Βουλής, παρότι είχε εκείνος την ευθύνη και δεδομένου ότι η κοινωνία των πολιτών –την οποία συχνά πυκνά επικαλείται– ήταν στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, βουτηγμένη στη βεβαιότητα πως ζει σε μια χώρα όπου κυβερνά η διαφθορά.
Όλα αυτά ο πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν τα θεώρησε, από ό,τι φάνηκε, επείγοντα προς διαχείριση, γι’ αυτό και δεν επικοινώνησε με την κα Δημητρίου και η κα Δημητρίου από την πλευρά της προκειμένου να σώσει την κατάσταση και παράλληλα να κερδίσει και έξτρα πόντους ως άξια ηγέτιδα –αφού ως γνωστόν ο ηγέτης στην κρίση φαίνεται– ανέβαλε το ταξίδι της, αναγκάζοντας έτσι και τον Πρόεδρο να επισπεύσει την ανακοίνωση του διορισμού τού νέου ελεγκτή ώστε να μην την αφήσει τελικά να κλέψει την παράσταση. Η κα Δημητρίου φρόντισε μάλιστα να ρίξει και το καρφί της, λέγοντας πως «οφείλουμε στις δύσκολες στιγμές να δηλώνουμε το παρών μας», αφήνοντας να διαφανεί ότι αν δεν έπαιρνε η ίδια την κατάσταση στα χέρια της δεν θα επερχόταν η «σταθερότητα και η ομαλότητα» η οποία βέβαια ποσώς δεν επήλθε, το αντίθετο μάλιστα, όλη αυτή η αδιανόητη συνθήκη έδειξε και απέδειξε πόσα μίλια μακριά απέχουμε από την πολυπόθητη ομαλότητα.
Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, μετά τα καρφιά της κας Δημητρίου και την αναβολή του ταξιδιού της, αντιλήφθηκε προφανώς πως δεν τον έπαιρνε να παραμείνει άλλο στη σιωπή και στην πανηγυρική αποχή και έσπευσε να στείλει τον διορισμό τού νέου ελεγκτή από τη Νέα Υόρκη. Και εννοείται πως όλα αυτά εξακολουθούσαν να συμβαίνουν χωρίς να έχουν μιλήσει ο ένας με τον άλλο, την ίδια ώρα που η κοινωνία βρισκόταν κάτω από την «απειλή» του γραφικού Κουλία με τα συγκυβερνώντα κόμματα να παριστάνουν τις πάπιες και το ΑΚΕΛ να φανατίζει προς ίδιον συμφέρον. Και αν όλο αυτό το μπάχαλο δεν ήταν λόγος να υπάρξει μια συνεννόηση του πρόεδρου της Δημοκρατίας με την πρόεδρο της Βουλής, τότε ευλόγως ο πολίτης διερωτάται, κάτω από ποιες συνθήκες αυτοί οι δύο θεωρούν πως επείγει να συνεννοηθούν. Εκτός κι αν εκείνο που τους ενδιαφέρει πρωτίστως είναι το ποιος θα κερδίσει τις εντυπώσεις λες και άρχισε ήδη η προεκλογική του ’28. Μια απορία που περνά από το μυαλό του κάθε σκεπτόμενου πολίτη, καθόλου αδίκως.
elenixenou11@gmail.com