ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Το «πακέτο»

Του Σταύρου Χριστοδούλου

Του Σταύρου Χριστοδούλου

stavros.christodoulou@gmail.com

Ανέκαθεν έβρισκα χειρότερο να γράφει κανείς για σοβαρά πράγματα με ένα λεξιλόγιο 300 λέξεων (στις εφημερίδες), από το να γράφει για ελαφρά πράγματα (στα περιοδικά) αλλά με ενδιαφέρουσα γλώσσα. Όπως και να ‘χει, όλ’ αυτά αφορούν στην παλαιολιθική εποχή των 90ς. Ουδείς πλέον ασχολείται με τη «λαίλαπα του lifestyle», επειδή μάλλον αποδείχτηκε πως ο τόπος κινδύνευε λιγότερο από το πλούσιο μπούστο μιας νεαρής ηθοποιού και πολύ περισσότερο από τον αφυδατωμένο λόγο ενός πολιτικού. Στο κάτω κάτω, τώρα που πέρασαν τα χρόνια και κάνουμε τον απολογισμό, αυτό που μπορεί να χρεώσει κανείς στα περιοδικά εκείνης της εποχής είναι ένα σταρ σύστεμ κατώτερο των περιστάσεων. Μικρή ζημιά αν σκεφτούμε το τσουνάμι που ακολούθησε. Λέω για την επέλαση της ιδιωτικής τηλεόρασης που όπως ο λίβας έκαψε τα σπαρτά και μαζί χιλιάδες εγκεφαλικά κύτταρα ανυποψίαστων τηλεθεατών. Μια απροκάλυπτη φτήνια, που δεν πουλούσε απλώς ωμό κρέας στον πάγκο του χασάπη αλλά αποθέωνε κατά τρόπο προκλητικό το απόλυτο τίποτα.

Τώρα πια το τίποτα δεν αφορούσε μονάχα την show biz. Αλλά και την πολιτική και οποιονδήποτε διεκδικούσε μια θέση στη δημόσια σφαίρα. Έτσι έσκασαν μύτη κάτι περίεργες περιπτώσεις, πρόσωπα που τα ακολουθούσε η φήμη ότι διέθεταν το «πακέτο». Μια καλή εμφάνιση δηλαδή και ένα συμπαθητικό τρόπο «να τα λένε» ώστε να γίνονται κατανοητοί από το ευρύ κοινό. Απαραίτητο συστατικό στο λόγο τους, το συναίσθημα. Όσα δεν τολμούσαν να κάνουν οι παραδοσιακοί πολιτικοί, άρχισαν πλέον να αναπαράγονται χωρίς μέτρο. Η έκρηξη των social media προσέθεσε την τελευταία, πλην όμως καθοριστική, πινελιά: το ανέβασμα των τόνων. Το «πακέτο» γινόταν πια ακαταμάχητο: συμπαθητική εμφάνιση, κατανοητός λόγος και συναίσθημα. Κατά προτίμηση θυμός, είδος που ευδοκιμεί στην αρένα του διαδικτύου. Όποιος είχε το «πακέτο», πήγαινε μπροστά. Όποιος ήξερε πώς να πουλήσει το «πακέτο» του, θριάμβευε. Τα πάλαι ποτέ αμαρτήματα των lifestyle περιοδικών έμοιαζαν με πταίσματα. Κανείς δεν είχε όρεξη να ασχοληθεί με τη σέξι εικόνα μιας τηλεοπτικής ηθοποιού ή τους έρωτες ενός δημοφιλούς τραγουδιστή. Η νέα ποπ κουλτούρα αναδείκνυε ως πρωταγωνιστές πρόσωπα του δημόσιου βίου. Πρόσωπα που πλασάρονταν με λαμπερό αμπαλάζ, αλλά την ίδια ώρα μπορούσαν να επηρεάσουν τις ζωές μας.

Δημιούργημα αυτής της συνθήκης είναι και η Εύα Καϊλή. Όμορφη, φωτογενής, φιλόδοξη και με επαρκή δείκτη ευφυίας για να διεκδικήσει μια θέση στο τραπέζι. Ένα ακαταμάχητο «πακέτο» που στηρίχτηκε από ένθερμους υποστηρικτές στα ΜΜΕ. Στην αρχή της καριέρας της, διαβάζαμε ότι το ΠΑΣΟΚ βρήκε στο πρόσωπο της ωραίας Εύας το αντίπαλον δέος στην Έλενα Ράπτη. Κάπως έτσι προέκυψε μια εντυπωσιακή πολιτική καριέρα, εφάμιλλη της εξωτερικής της εμφάνισης. Μιας πορείας που ξεκίνησε το 2002 όταν εξελέγη, ως το νεότερο μέλος, στο δημοτικό συμβούλιο της Θεσσαλονίκης. Κι ύστερα πέρασε στην κεντρική πολιτική σκηνή, πρώτη φορά βουλευτής με το ΠΑΣΟΚ το 2007, ευρωβουλευτής με την Ελιά το 2014 και αργότερα με το Κίνημα Αλλαγής. Κορυφαία της στιγμή ήταν όταν εκλέχθηκε ως μια εκ των 14 αντιπροέδρων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ένα χρόνο πριν. Το «πακέτο» αποκτούσε κύρος, με την σφραγίδα ποιότητας μάλιστα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Όλοι γνωρίζουμε το άδοξο τέλος καθώς η πτώση της Εύας Καϊλή υπήρξε εκκωφαντική. Αν έχει μια αξία πάντως να σταθούμε λίγο παραπάνω στην περίπτωσή της δεν είναι για το σκάνδαλο αυτό καθαυτό, αλλά για τη σημειολογία της δημόσιας παρουσίας της. Θα ήταν βεβαίως βλακώδες αν επιχειρούσαμε να ενοχοποιήσουμε την ομορφιά ή πολύ περισσότερο να την ταυτίσουμε με τη διαφθορά. Γι΄ αυτό πρέπει να βγάλουμε το σκάνδαλο από την εξίσωση και να παραμείνουμε στο δια ταύτα: την απουσία πολιτικού περιεχομένου. Στο γεγονός δηλαδή ότι το «πακέτο» αποδείχτηκε εντέλει άδειο.

Θεωρώ χρήσιμο να σκεφτούμε τις αναλογίες με την κυπριακή πραγματικότητα. Το «πακέτο» άλλωστε δεν αφορά μόνο μια ωραία γυναίκα αλλά όποιον ικανοποιεί τις επικοινωνιακές ανάγκες της εποχής. Πρόκειται για την κυριαρχία της εικόνας επί της ουσίας. Μια συνειδητή πολιτική επιλογή δηλαδή, που ο κάθε πολίτης καλείται να κάνει κάθε πέντε χρόνια μπροστά στην κάλπη.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Σταύρου Χριστοδούλου

Σταύρος Χριστοδούλου: Τελευταία Ενημέρωση