ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Άλλο το αίσθημα δικαίου και άλλο μια νομική απόφαση

Ο γενικός εισαγγελέας της Δημοκρατίας έχει, με βάση το άρθρο 113(2) του Συντάγματος, απόλυτη εξουσία να αποφασίζει ποιος θα διωχθεί ποινικά και ποιου η ποινική δίωξη θα διακοπεί. Είναι μία εξουσία η οποία δεν υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο. Αυτό έχει εγερθεί ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου και επιβεβαιωθεί. Ενδεχομένως, αυτό είναι θέμα που θα πρέπει να μελετήσει η Βουλή των Αντιπροσώπων. Αν πρέπει δηλαδή να τροποποιηθεί το άρθρο αυτό του Συντάγματος ούτως ώστε το δεύτερο σκέλος της εξουσίας αυτής του γενικού εισαγγελέα, η διακοπή μιας ποινικής δίωξης, να υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο.Το θέμα δεν είναι της παρούσης και δεν είναι ούτε νομικά απλό. Χρειάζεται συζήτηση και μελέτη.

Ερχόμενος στο προκείμενο ζήτημα της μη ποινικής δίωξης των αστυνομικών που ερεύνησαν τις υποθέσεις των πέντε γυναικών και δύο παιδιών που δολοφονήθηκαν από τον Ορέστη – ο οποίος καταδικάστηκε σε επτά φορές ισόβια φυλάκιση – είναι φυσικό η σχετική απόφαση του γενικού εισαγγελέα να προκάλεσε αίσθηση και να «αναστάτωσε» την κοινή γνώμη. Το αίσθημα δικαίου, όπως το αισθάνεται και αντιλαμβάνεται ο πολίτης χωρίς νομικές γνώσεις, δεν συνάδει με την απόφαση αυτή. Ταυτόχρονα, όμως, είναι φυσικό να μην μπορεί η απόφαση του γενικού εισαγγελέα να κριθεί νομικά ως ορθή ή λανθασμένη χωρίς να γνωρίζει ο νομικός που καλείται να τηn κρίνει όλο το μαρτυρικό υλικό που ο γενικός εισαγγελέας είχε ενώπιόν του, όταν αποφάσιζε τη μη ποινική δίωξη των αστυνομικών. Οποιαδήποτε άλλη προσέγγιση θα ήταν επιστημονικά ατεκμηρίωτη και δεδομένου ότι η άποψή μου στο πλαίσιο του άρθρου αυτού είναι εκείνη του νομικού και όχι του πολίτη, δεν δύναμαι να εκφέρω τεκμηριωμένη νομική άποψη. Σε γενικές γραμμές εκείνο το οποίο μπορεί να αναφερθεί είναι ότι για την ύπαρξη ενός ποινικού αδικήματος απαιτείται να συντρέχουν ταυτόχρονα δύο στοιχεία. Το πρώτο είναι η διάπραξη της πράξης ή της παράλειψης και δεύτερον η ένοχη διάνοια εκείνου που ενεργεί ή παραλείπει να ενεργήσει. Θα πρέπει δηλαδή εκείνος ο οποίος προβαίνει σε μία ενέργεια ή παράλειψη να έχει κατά νου και να σκοπεύει σε μια συγκεκριμένη κατάληξη, η οποία κατάληξη να συνιστά ποινικό αδίκημα. Μόνο τότε εκείνος ο οποίος ενεργεί ή παραλείπει να ενεργήσει γνωρίζοντας το αποτέλεσμα της ενέργειας ή παράλειψής του μπορεί να κριθεί ένοχος της διάπραξης ποινικού αδικήματος. Στην προκειμένη περίπτωση είναι ακριβώς αυτό το οποίο αποφάσισε ο γενικός εισαγγελέας. Ότι δηλαδή ναι μεν ενδεχόμενα υπήρξε αμέλεια στο πλαίσιο της διερεύνησης από πλευράς των αστυνομικών της εξαφάνισης αυτών των ανθρώπων, αλλά στη συγκεκριμένη δεδομένη στιγμή οι ενέργειες και παραλείψεις τους δεν συνοδεύονταν από την πρόθεση να έχουν το συγκεκριμένο αποτέλεσμα, δηλαδή τη δολοφονία των ανθρώπων αυτών. Με μία λέξη θα μπορούσε κάποιος να πει ότι δεν ενήργησαν ή παρέλειψαν να ενεργήσουν εσκεμμένα για να προκαλέσουν τον θάνατο αυτών των ανθρώπων. Αυτό ήταν το σκεπτικό όπως εξήγησε ο ίδιος, του γενικού εισαγγελέα όταν αποφάσιζε να μη διώξει ποινικά τους αστυνομικούς αυτούς αλλά επαναλαμβάνω για να μπορώ να κρίνω το ορθό ή μη αυτής του της απόφασης θα πρέπει να γνωρίζω όλο το υλικό το οποίο είχε ενώπιόν του κάτι το οποίο δεν συμβαίνει.Τελειώνω λέγοντας ότι εάν ο γενικός εισαγγελέας έκρινε ότι δικαιολογούνται πειθαρχικής φύσεως διώξεις, αυτές οφείλουν να λάβουν χώρα το συντομότερο δυνατό.

Ο κ. Χρίστος Μ. Τριανταφυλλίδης είναι δικηγόρος.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση

X