Οι ένορκοι επιδίκασαν στον ενάγοντα αποζημίωση ύψους 2,5 εκατομμυρίων δολαρίων και επιπλέον 125 εκατομμύρια ως τιμωρητική αποζημίωση – ποσό που σήμερα αντιστοιχεί σε περίπου 479 εκατομμύρια. Ο δικαστής περιόρισε το ύψος της στα 3,5 εκατομμύρια (περίπου 12 εκατομμύρια σε σημερινή αξία), χωρίς όμως να στερήσει από την απόφαση τον αποτρεπτικό και συμβολικό της χαρακτήρα. Η υπόθεση κατέστη ορόσημο στην ιστορία του δικαίου και αφύπνισε τη βιομηχανία.
Μετά την απόφαση, η Ford, όπως και άλλες εταιρείες του κλάδου, αναθεώρησε τις πολιτικές ασφάλειας, επενδύοντας σημαντικά σε νέες τεχνολογίες προστασίας των επιβατών. Παράλληλα, ενισχύθηκαν τα ρυθμιστικά πλαίσια από την πολιτεία, με την υιοθέτηση αυστηρότερων προδιαγραφών, ενώ ο δημόσιος διάλογος εστίασε πλέον στην ηθική διάσταση των αποφάσεων που λαμβάνονται με αμιγώς οικονομικά κριτήρια.
Το ανωτέρω παράδειγμα καταδεικνύει ότι, στον σημερινό κόσμο της τεχνολογικής πολυπλοκότητας και των αυξανόμενων κοινωνικών και περιβαλλοντικών κινδύνων, η διεπιστημονική ερμηνεία του δικαίου είναι επιβεβλημένη. Η σύνθεση της νομικής με την οικονομική, την ηθική, την επιστήμη των δεδομένων και την κοινωνιολογία καθίσταται απαραίτητη ώστε το δίκαιο να παραμείνει λειτουργικό, κοινωνικά νομιμοποιημένο και πρακτικά λυσιτελές.
Η ενίσχυση αυτής της προοπτικής δεν αφορά μόνο την ακαδημαϊκή εκπαίδευση, αλλά και την καλλιέργεια του νομικού φρονήματος των δικαστών και λοιπών εφαρμοστών του δικαίου. Η θεσμική αποδοχή σύνθετων και τεκμηριωμένων κριτηρίων στην απονομή της δικαιοσύνης μπορεί να οδηγήσει σε αποφάσεις πιο άρτιες νομικά, πιο αποτελεσματικές κοινωνικά και, τελικά, πιο δίκαιες. Και αυτό, ίσως, είναι σήμερα πιο αναγκαίο από ποτέ.
Ο κ. Δημήτριος Δεβετζής είναι επίκουρος καθηγητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο Frederick, εμπειρογνώμων Ιδιωτικού δικαίου - Δικαίου και Τεχνολογίας Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μέλος ΕΕΒΑ Κύπρου.