
Μπροστά μας υπάρχουν, επιγραμματικά, τρία πιθανά σενάρια:
Το πρώτο είναι η ατέρμονη παράταση της κατάστασης που επικρατεί εδώ και δεκαετίες: είτε χαμηλής, είτε υψηλής έντασης σύγκρουση, με περιοδικές εκρήξεις βίας, νέα θύματα, και χωρίς πολιτικό ορίζοντα. Είναι το σενάριο του κυνισμού, της κόπωσης και της κανονικοποίησης του αδιεξόδου. Για πολλούς, αυτό είναι το πιο ρεαλιστικό.
Το δεύτερο είναι το πιο ζοφερό: η πλήρης εξόντωση ή εκδίωξη του ενός από τους δύο λαούς από την περιοχή. Ένας «τελικός πόλεμος», όπου δεν υπάρχει πια κανένα περιθώριο συμβίωσης ή πολιτικής λύσης. Μια παράλογη λογική: ή ο ένας ή ο άλλος. Στο σενάριο αυτό, η απειλή δεν έρχεται μόνο από τις πιο ακραίες φωνές στο εσωτερικό του Ισραήλ που μιλούν για «μετεγκατάσταση» του παλαιστινιακού πληθυσμού ή για «τελειωτικό χτύπημα» στη Χαμάς με τίμημα δεκάδες χιλιάδες νεκρούς, εθνοκάθαρση ή ακόμα και γενοκτονία. Έρχεται και από την άλλη πλευρά: από έναν ιρανικό νεοναζιστικό ισλαμισμό που δηλώνει ανοιχτά την επιδίωξή του για την απόλυτη εξόντωση του Ισραήλ, εργαλειοποιώντας την παλαιστινιακή υπόθεση ως γεωπολιτικό εργαλείο. Το μίσος αυτό είναι υπαρκτό, ιδεολογικά θωρακισμένο και στρατηγικά οργανωμένο και το Ισραήλ το γνωρίζει.
Το τρίτο σενάριο είναι μια λύση δύο κρατών, στη βάση της συνύπαρξης και της αμοιβαίας αναγνώρισης. Κι όμως, αυτή η λύση –των δύο κρατών– όσο κι αν παραμένει η πιο δίκαιη, ίσως σήμερα να είναι απ’ όλες η πιο ουτοπική. Οι πολιτικές, γεωγραφικές και ψυχολογικές προϋποθέσεις της δείχνουν να έχουν καταρρεύσει. Σε αμφότερες πλευρές δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή η πολιτική βούληση, οι ηγεσίες, αλλά ούτε καν οι κοινωνικές πλειοψηφίες που να την επιθυμούν πραγματικά. Για να ξαναγίνει αυτό ρεαλιστικό, πρέπει να ανατραπούν πολλά: να φύγει η λογική των Νετανιάχου και Χαμάς, να ενισχυθούν οι μετριοπαθείς και να υπάρξει διεθνής πίεση, όχι μόνο με ανακοινώσεις, αλλά με πραγματικά πολιτικά, οικονομικά και διπλωματικά μέσα. Επιπλέον, προϋποθέτει κάτι εξαιρετικά δύσκολο: να δουν ο ένας τον άλλον όχι ως υπαρξιακή απειλή, αλλά ως συνομιλητή. Να αναγνωρίσουν την ιστορική πληγή της Σοά και την τραγωδία της Νάκμπα χωρίς να μπαίνουν στο παιχνίδι του συμψηφισμού. Να δουν τον Άλλο όχι ως ενσάρκωση του Κακού, αλλά ως άνθρωπο. Μόνο τότε θα μπορέσουμε να φανταστούμε μια άλλη ιστορία στη Γη της Επαγγελίας.
Αξίζει να κρατά κανείς την ουτοπία ως σημείο αναφοράς – όχι γιατί θα πραγματοποιηθεί σύντομα, αλλά γιατί χωρίς αυτή, το μόνο που απομένει είναι ένας αιώνιος, εξοντωτικός φαύλος κύκλος. Όσοι εξακολουθούν να βλέπουν την πολυπλοκότητα της σύγκρουσης, όσοι δεν ταυτίζουν τους λαούς με τις ηγεσίες τους, ούτε ταυτίζουν την κριτική με το μίσος, ας μείνουν ενεργοί. Όχι γιατί έχουν την απάντηση, αλλά γιατί αρνούνται να δεχτούν πως δεν υπάρχει καμία.
Ζούμε σε καιρούς πολωμένους. Η δημόσια συζήτηση για την Παλαιστίνη και το Ισραήλ έγινε πεδίο μάχης στην Ευρώπη (και όχι μόνο). Ναι μεν ξεκίνησε ένας νέος κύκλος βίας την 7η Οκτωβρίου με ευθύνη της Χαμάς, αλλά η άλυτη σύγκρουση είναι βαθιά ριζωμένη σε ιστορικές αδικίες, γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις, θρησκευτικές ταυτότητες και πραγματικές απειλές ασφαλείας, οι οποίες λειτουργούν αθροιστικά. Οι φωνές των μετριοπαθών χάνονται.
Κι όμως, η πολυπλοκότητα αυτής της σύγκρουσης απαιτεί ακριβώς αυτούς: όσους μπορούν να δουν τη σκοτεινή αλήθεια και των δύο πλευρών. Είχα την ευκαιρία να επισκεφθώ το δικοινοτικό σχολείο Hand in Hand στην Ιερουσαλήμ, όπου Άραβες και Εβραίοι μαθητές μαθαίνουν μαζί, και το χωριό ειρήνης Neve Shalom/Wahat al-Salam έξω από το Τελ Αβίβ, όπου οικογένειες από τις δύο πλευρές επιλέγουν να ζήσουν πλάι πλάι. Είναι εξαιρέσεις, αλλά αποδείξεις ότι είναι δυνατό. Νιώθει κανείς δέος για αυτούς τους ανθρώπους που επιμένουν να παλεύουν για μια ουτοπία σε μια περιοχή που καθημερινά στάζει μίσος και αίμα. Είμαι με αυτούς. Είναι λίγοι αλλά στέκονται στη μόνη ερώτηση που μπορεί να οδηγήσει σε κάθαρση: πώς σταματά αυτή η τραγωδία; Πώς φτάνουμε σε μια πολιτική λύση, έστω ατελή, έστω επίπονη; Όπως είπε ο Ισραηλινός συγγραφέας Άμος Οζ, «Αυτή η σύγκρουση είναι τραγωδία — όχι γουέστερν. Στο γουέστερν υπάρχουν καλοί και κακοί. Στην τραγωδία, όλοι έχουν λίγο δίκιο και λίγο άδικο».