ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Νύξεις περί ευθανασίας μέσα από τρεις ταινίες: Triage, You Don’t Know Jack και Blackbird (μέρος B΄)

Του δρος ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΘΩΜΑ

Στην ταινία «You don’t know Jack» (2011) ο πολύπειρος, πειστικότατος Al Pacino ενσαρκώνει πραγματικό πρόσωπο, τον Jack Kevorkian, έναν συνταξιοδοτημένο γιατρό στο Detroit των ΗΠΑ, αρχές της δεκαετίας του 1990, που αποφασίζει να φτιάξει τη δική του μηχανή («mercitron»=μηχανή του ελέους…) και να δίνει τη δυνατότητα –με χορήγηση μονοξειδίου του άνθρακα ή θανατηφόρας ένεσης– σε ανθρώπους που είναι σοβαρά ασθενείς από ανίατη ασθένεια και το επιθυμούν, να δώσουν τέρμα στη ζωή τους. Προηγείται συνέντευξή του με όλους, ώστε να βεβαιωθεί για τη σοβαρότητα της κατάστασης, να αποκλείσει περιπτώσεις απλής κατάθλιψης και να πάρει την ξεκάθαρη συγκατάθεση. Ολόκληρη η ταινία αξίζει αναλυτικού σχολιασμού. Θα σταθώ όμως σε φράση του Kevorkian, από συνέντευξή, που συμπεριλαμβάνεται στην ταινία, η οποία δίνει την ευκαιρία να κάνουμε αναγκαίες θεολογικές διασαφηνίσεις, καθώς φαίνεται πως όσα λέει ο πρωταγωνιστής αντιπροσωπεύουν στο βάθος μια εμπεδωμένη –σε Ανατολή και Δύση– στρεβλή εικόνα για τον Θεό και τη δράση του, θυμίζοντας αρκετά και τους αντιφρονούντες της ευθανασίας που, μεταξύ άλλων, συχνά τονίζουν πως «μόνον ο Θεός είναι αυτός που δίνει και παίρνει τη ζωή»:

-Όταν ξεκίνησαν οι πρώτες μεταμοσχεύσεις καρδιάς υπήρχε το ίδιο κυρίαρχο συναίσθημα, ακόμα και μεταξύ γιατρών, ότι ήταν λάθος, ότι ήταν ενάντια στο θέλημα του Θεού, κόντρα στη φύση. Ο αιθέρας είναι η ίδια ιστορία. Ήταν γνωστό πως υπήρχε για αιώνες, αλλά δεν τον χρησιμοποιούσαν. […] χειρουργούνταν όλοι χωρίς αναισθησία […] Ξέρετε γιατί απαγορευόταν; Λόγω του θρησκευτικού δόγματος. Λόγω μιας ανόητης ιδέας, ότι υπάρχει ένας παντοδύναμος Θεός που θέλει να υποφέρουμε.

-Τι απαντάτε σε αυτούς που λένε «Δόκτορα Κεβόρκιαν, το παίζετε Θεός;»

-Τους απαντώ: και τι μ’ αυτό; Όταν ένας γιατρός σου δίνει ένα χάπι το παίζει Θεός. Γιατί επεμβαίνει στις φυσικές διαδικασίες. Όλοι οι γιατροί πιστεύουν πως είναι Θεοί. Δεν θα έπρεπε, αλλά το πιστεύουν. Βέβαια το προτιμώ αυτό από εκείνους που ενδιαφέρονται περισσότερο για το χρηματικό όφελός τους παρά για τους ασθενείς τους.

Ας υπενθυμίσω ότι ο Kevorkian επιχειρηματολογεί υπέρ του ενεργητικού ρόλου που κατ’ αυτόν πρέπει να έχει ο γιατρός στην ευθανασία, επισημαίνοντας, πως εδώ διαφαίνεται η θεώρηση του Θεού ως απόλυτου κυρίαρχου επάνω στην ανθρώπινη ζωή, είτε γιατί επιβάλλει ότι ο άνθρωπος πρέπει να υποφέρει, είτε γιατί είναι ο μόνος που μπορεί ή πρέπει να ρυθμίζει τη φύση. Και στα δύο μία σωστή θεολογία οφείλει να απαντήσει με έμφαση πως τα πράγματα δεν είναι έτσι ή, πως δεν είναι –σε καμία περίπτωση–, ακριβώς έτσι. Με το ενδεχόμενο η ακόλουθη συμπύκνωση μιας πιο ακριβούς κατανόησης να φαντάζει συνθηματική, σημειώνω, πως σύμφωνα με τη σύνολη παράδοση της Εκκλησίας (και τη σύγχρονη θεολογική ματιά), έστω και αν υπάρχουν κείμενα που μοιάζει να την παρουσιάζουν έτσι, η πρόνοια του Θεού για τα δημιουργήματά του (γιατί δεν είναι μόνον Δημιουργός αλλά και Προνοητής) δεν χωράει σε στεγανά που τον προβάλλουν είτε να θέλει με αγαθότητα κάτι, είτε να το «παραχωρεί», έστω κι αν δεν το θέλει, γιατί όλα τα κακά και τραγικά συμβάντα μπορεί αυτομάτως και μηχανιστικά να οδηγήσουν στο καλό, στη σωτηρία. Απεναντίας, ο Θεός έχει ενώπιόν του ένα ανθρώπινο δημιούργημα που είναι εξ αρχής και εκ φύσεως φθαρτό, μεταβλητό, υποφέρει και τραυματίζεται, πραγματικότητα που δεν ελέγχει ολοκληρωτικά, έστω κι αν δεν είναι απλός διακοσμητής ή ουδέτερος θεατής των φυσικών πραγμάτων. Νόμος φυσικός, λοιπόν, η ασθένεια, η νόσηση, ο θάνατος και αυτό δεν μπορεί παρά να είναι και σύγχρονη επιστημονική θέση, ενώ η επιστήμη δεν θέλει να υποκαταστήσει τον Θεό, αλλά σίγουρα, με υψηλή ευθύνη, θα μπορούσε να συνεχίζει το δημιουργικό-θεραπευτικό έργο του. Αυτονόητο δε είναι πως η ιατρική επιστήμη έχει όρια, ο πόνος της ασθένειας κάποτε ξεχειλίζει και ο γιατρός σηκώνει τα χέρια…

Αν η προηγούμενη ταινία μας παρέχει την ευκαιρία να εξερευνήσουμε ορθότερα το μυστήριο του Θεού, ή τα όρια του Θεού, το έργο «Blackbird» (2019) μας καλεί –εξίσου προκλητικά– να αναστοχαστούμε επάνω στα όρια του ανθρώπου και πρωτίστως επάνω στο δικαίωμά του στην αξιοπρέπεια, η οποία έχει σχεσιακή και μυστηριώδη φύση. Η πρωταγωνίστρια, που την υποδύεται εκπληκτικά η Suzan Sharandon, πάσχει από εκφυλιστική νόσο και βιώνει συμπτώματα δυσκινησίας, ημιπαράλυσης και αδυναμίας. Έχει ήδη αποφασίσει, με τη βοήθεια του άντρα της, που είναι γιατρός και της εξασφαλίζει την κατάλληλη ουσία, να την πάρει από μόνη της κοντά στον σύζυγο, τις κόρες και την καλύτερη της φίλη σε εξοχική κατοικία όπου περνούν τις τελευταίες της μέρες. Τα παιδιά της συγκατατίθενται, σέβονται την απόφασή της, έστω κι αν οι τελευταίες μέρες (κατά τις οποίες η ασθενούσα βλέπει συχνά μέσα από τη γυάλινη, μεθοριακή παραθυρόπορτα της βεράντας τη ζωή των υπολοίπων να συνεχίζεται ερήμην της) αποκαλύπτουν τραύματα που εκκρεμούσαν ή μυστικά που έψαχναν ερμηνεία, γιατί όλα λύνονται και βρίσκουν τον δρόμο τους. Ακόμα και τον σύζυγό της φροντίζει να τον σπρώξει στη στοργική αγκαλιά της καλύτερής της φίλης. Θέλει να φύγει –και φεύγει– με ευθανασία, χωρίς να αφήσει εκκρεμότητες. Κι ενώ ο θεατής ταυτίζεται με τον πόνο και την αγωνία της πρωταγωνίστριας ή την κραυγή της μικρής κόρης της «Δεν είμαι έτοιμη…!», δεν μπορεί εύκολα να δεχθεί, πως μια γυναίκα που ακόμα δεν δείχνει να έχει ηττηθεί από την ασθένεια, που δεν χωλαίνει εντελώς, παίρνει και εκτελεί μια τέτοια απόφαση.

Δεν είμαστε όμως εμείς οι σταυρωμένοι στην περίπτωση αυτή και σε τόσες άλλες της πραγματικής ζωής. Να θυμίσω πως η Εκκλησία εύχεται στη θεία λειτουργία για «χριστιανά τέλη […] ανώδυνα, ανεπαίσχυντα…». Θεμιτό και ποθούμενο σίγουρα το ανώδυνο τέλος, το χωρίς ντροπή. Πού μπαίνει λοιπόν στον καθένα το προσωπικό όριο της αντοχής και κυρίως της αξιοπρέπειας; Ας επιτρέψουμε σε τούτες τις κινηματογραφικές ταινίες να κρατήσουν ζωντανή μια συζήτηση περί ευθανασίας που σίγουρα μπορεί να αποβεί γόνιμη.

Ο κ. Παναγιώτης Θωμά είναι δρ Θεολογίας (Α.Π.Θ.), εκπαιδευτικός.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση

X