ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η ιδέα της Ευρώπης πίσω από το «παραπέτασμα πυρός»

Αναντίρρητα, το 1915 ήταν η χειρότερη χρονιά για την ευρωπαϊκή ιδέα, η χρονιά που έμελλε να αποκόψει τους κορμούς των ευρωπαϊκών εθνών από τις βαθιές ρίζες του ευρωπαϊκού πνεύματος. Από τις πρώτες κιόλας μέρες εκείνης της χρονιάς, ο γερμανικός στρατός κάνει για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία μαζική χρήση χημικών όπλων στο ανατολικό μέτωπο, και αυτό κατά παράβαση των ευρωπαϊκών συνθηκών. Ήδη από τον Αύγουστο του 1914, με την κήρυξη του πολέμου, οι γερμανικές βιαιοπραγίες κατά την απρόκλητη αιφνιδιαστική επίθεση εναντίον του Βελγίου, μιας ουδέτερης χώρας, είχαν τραυματίσει ανεπανόρθωτα την πνευματική ενότητα της Ευρώπης. Ο συμμαχικός Τύπος καταφερόταν αναφανδόν εναντίον των Γερμανών «βαρβάρων» που απειλούσαν τον πολιτισμένο κόσμο. «Ούνοι», στον βρετανικό Τύπο, ή «Γερμαναράδες», στον γαλλικό, οι Γερμανοί έγιναν συνώνυμο της κτηνωδίας και τέθηκαν εκτός Ευρώπης και ευρωπαϊκού πνεύματος.

Μπροστά σε αυτή την κατακραυγή, το φθινόπωρο του 1914, 93 Γερμανοί διανοούμενοι, καλλιτέχνες, στοχαστές και βραβευμένοι με Νόμπελ επιστήμονες συνυπογράφουν ένα μανιφέστο με το οποίο υπερασπίζονται το δικαίωμα της Γερμανίας να στέκεται ανάμεσα στα υπόλοιπα πολιτισμένα ευρωπαϊκά έθνη στο όνομα της απαράμιλλης συμβολής της στον πολιτισμό (Kultur). Το κείμενο, το οποίο θα καταγγείλει ο Albert Einstein, αναδημοσιεύει η γαλλική εφημερίδα Le Figaro στις 13 Οκτωβρίου του 1914 ως «μνημείο ψεύδους και υποκρισίας το οποίο πρέπει να διαφυλαχθεί». Όπως θα γράψει ο Sigmund Freud (1856-1939) στις Επίκαιρες σκέψεις για τον πόλεμο και τον θάνατο (Imago, Μάρτιος-Απρίλιος, 1915), «μας φαίνεται ότι ποτέ άλλοτε ένα γεγονός δεν έχει καταστρέψει τόσο πολύτιμη κληρονομιά, κοινή για την ανθρωπότητα, δεν έχει επιφέρει τέτοια σύγχυση στα καθαρότερα μυαλά, δεν έχει πληγώσει τόσο βαθιά τα υψηλότερα ιδανικά. Η ίδια η επιστήμη έχει χάσει την ήρεμη αμεροληψία της. Οι υπηρέτες της, εξοργισμένοι σε μέγιστο βαθμό, δανείζονται όπλα από αυτήν, προκειμένου να είναι σε θέση με τη σειρά τους να νικήσουν τον εχθρό (της πατρίδας τους). Ο ανθρωπολόγος προσπαθεί να αποδείξει ότι ο αντίπαλος ανήκει σε μια κατώτερη και εκφυλισμένη φυλή, ο ψυχίατρος διαγιγνώσκει από το σπίτι του πνευματικές και ψυχικές διαταραχές του εχθρού».

Στις 22 Απριλίου 1915 λαμβάνει χώρα μια τρομαχτική επίθεση με χλώριο στο δυτικό μέτωπο κατά τη δεύτερη μάχη της Ypres με φρικιαστικές συνέπειες για τον συμμαχικό στρατό. Ο τρόμος ήταν τέτοιος που ούτε οι Γερμανοί στρατιώτες δεν τόλμησαν να επιτεθούν εναντίον των συμμαχικών χαρακωμάτων όσο είχαν το τακτικό πλεονέκτημα. Τον Ιούλιο του 1917, κατά την τρίτη μάχη της Ypres, οι Γερμανοί θα κλιμακώσουν ακόμη περισσότερο τον απάνθρωπο πόλεμο με τη χρήση του αερίου «μουστάρδα». Οι συμμαχικές δυνάμεις θα απαντήσουν και αυτές με χημικά όπλα. Από τα χαρακώματα και τη φρίκη του Μεγάλου Πολέμου έως τα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ορθώνεται ένα «παραπέτασμα πυρός» που χωρίζει το παρελθόν από το μεταπολεμικό παρόν, όπως θα πει ο Γάλλος πολιτικός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Raymond Aron (1905-1983). Η σκληρότητα και φρικαλεότητα των δύο παγκοσμίων πολέμων μας εμποδίζουν να βιώσουμε και να διαβάσουμε ορθά τη σχέση της Ευρώπης με τα έθνη της, καθώς και τις σχέσεις των εθνών μέσα από το ευρωπαϊκό βίωμα. Ως εκ τούτου, έχουμε μια στρεβλή ιδέα του έθνους και της Ευρώπης. Οι γενιές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, από το 1950 και μετά, δεν θα γνωρίσουν ποτέ το βάθος και τη γλυκύτητα αυτής της μοναδικής αίσθησης του να ανήκεις σε μια κοινότητα αξιών και αρχών, σμιλευμένης από τη σκέψη και την ιστορική εμπειρία αιώνων πολιτισμικής συνέχειας, την αίσθηση του «καλού Ευρωπαίου». Αντ’ αυτού, η Ευρώπη είναι απλώς και μόνο το γειτονικό τους διεθνές περιβάλλον.

Τον Μάρτιο του 1915, ο εβραϊκής καταγωγής Γερμανός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Georg Simmel (1858-1918) εκφράζει στην Ιδέα της Ευρώπης (Berliner Tageblatt, 7 Μαρτίου 1915) το αίσθημα αυτής της τεράστιας απώλειας: «διακυβεύσαμε και χάσαμε την έννοια του ‘καλού Ευρωπαίου’, με την οποία γαλουχηθήκαμε εμείς οι παλαιότεροι». Εκτός από το πανάκριβο κόστος σε ανθρώπινο αίμα, γράφει ο Simmel, πληρώνουμε ένα πολύ μεγαλύτερο τίμημα. «Η ενιαία πνευματική οντότητα που ονομάζουμε ‘Ευρώπη’ έχει διαλυθεί σε χίλια κομμάτια και πουθενά δεν διαφαίνεται η αποκατάστασή της». Κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι η Ευρώπη μπορεί να υπάρξει χωρίς τη Γερμανία και την Αυστρία, ούτε ότι ο «γερμανισμός» κερδίζει σε καθαρότητα αν ξεφορτωθεί την Ευρώπη, γράφει ο Simmel. Όντας «καλοί Ευρωπαίοι», συνεχίζει, δεν είχαμε την αίσθηση του διεθνισμού ή του κοσμοπολιτισμού, αλλά αντίθετα νιώθαμε ακόμη πιο βαθιά Γερμανοί. Ο Γάλλος, ο Άγγλος, ο Γερμανός, ο Έλληνας, ο Κύπριος, όταν είναι «Ευρωπαίος» είναι περισσότερο Γάλλος, Άγγλος, Γερμανός, Έλληνας, Κύπριος, όχι λιγότερο. Ο ευρωπαϊσμός δεν είναι διεθνισμός. Για τον Simmel, «o διεθνισμός, με το άγχος της παγκόσμιας μετακίνησης, είναι μια κακοποίηση, μια άμορφη και θολή μείξη συμφερόντων και συναισθημάτων». Στην καλύτερη περίπτωση είναι μια ανάμειξη πολλών εθνών συνδυασμένη με την αφαίρεση της ιδιαίτερης αξίας του καθενός. Είναι μια εντελώς δευτερεύουσα δομή, εχθρός της εθνικής υπόστασης, καταλήγει ο Γερμανός στοχαστής.

«Ο ευρωπαϊσμός, από την άλλη πλευρά, είναι μια ιδέα, κάτι απολύτως πρωτογενές, που δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσω σύνθεσης ή αφαίρεσης. Δεν στέκεται ανάμεσα στα ευρωπαϊκά έθνη, αλλά πέρα από αυτά και επομένως συνδέεται εύκολα με την εθνική ζωή τους. Αυτή η ιδεώδης Ευρώπη είναι ο τόπος των πνευματικών αξιών που λατρεύει και κατακτά ο σύγχρονος ανθρώπινος πολιτισμός, ακόμη και αν τον περιορίζει αλλά χωρίς να τον πνίγει ο εθνικός του χαρακτήρας». Η ιδέα της Ευρώπης αντλεί τους καλύτερους χυμούς από την πνευματική ανάπτυξη όλων των ευρωπαϊκών εθνών χωρίς να τα αποκόπτει από τις φυσικές τους ρίζες, όπως κάνει ο διεθνισμός. Όπως η ιδέα του αγαθού στην έβδομη επιστολή του Πλάτωνα, έτσι και η ιδέα της Ευρώπης «δεν μπορεί να αποδειχθεί, αλλά να βιωθεί μόνο σε μια διαίσθηση, η οποία έρχεται ως ανταμοιβή μακρών προσπαθειών και συνεχούς τριβής με τις πολιτισμικές αξίες του παρελθόντος και του παρόντος».

Η ευρωπαϊκή ταυτότητα, η ιδέα της Ευρώπης, χάθηκε στη φωτιά των δύο πολέμων και μόνος τρόπος ανάκτησής της είναι η τριβή μας με τα μνημειώδη έργα των ευρωπαϊκών εθνών, τις γλώσσες, τις τέχνες, τα γράμματα, τις επιστήμες, την ιστορία και τη φιλοσοφία. Εν ολίγοις, αυτό που ο καιρός μας απαιτεί είναι μια νέα Αναγέννηση. Ο Georg Simmel πέθανε στο Στρασβούργο, στις 26 Σεπτεμβρίου του 1918. Λίγες εβδομάδες αργότερα, υπεγράφη η ανακωχή της 11ης Νοεμβρίου, που σήμανε το τέλος του Μεγάλου Πολέμου. Το Στρασβούργο, όπου ο Simmel είχε εκλεγεί ως τακτικός καθηγητής φιλοσοφίας το 1914, θα περάσει στη γαλλική επικράτεια από επαρχία της Γερμανίας που ήταν μετά τον γαλλοπρωσικό πόλεμο του 1870. Γαλλικό ή γερμανικό, ήταν και παραμένει η καρδιά της Ευρώπης.

Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου και εταίρος ερευνητικών κέντρων των Πανεπιστημίων Λωρραίνης και Στρασβούργου.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση