
Του Γιάννου Σταυρινίδη
Η 17η Σεπτεμβρίου ήταν η μέρα που συνεδρίασε η νομισματική επιτροπή της FED, για να μειώσει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης. Αυτή ήταν η πρώτη μείωση εντός του 2025 που διαμόρφωσε το εύρος στο 4-4,25%. Η απόφαση ελήφθη με 11 θετικές έναντι μίας αρνητικής ψήφου και μάλλον συνδέεται με το μέλος που πρόσφατα διόρισε ο Τραμπ.
Η FED, ως γνωστόν, επιβαρύνεται με τον διπλό ρόλο της διατήρησης των τιμών και της ενίσχυσης της απασχόλησης. Αυτή τη φορά τα μακροοικονομικά στοιχεία δεν ήταν ξεκάθαρα, προκαλώντας προβληματισμό. Η ανάπτυξη είναι υποτονική όπως και η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, με αποτέλεσμα η ανεργία να είναι «σκαρφαλωμένη» στο 4,3%, την υψηλότερη τιμή από τον Οκτώβριο του 2021. Σε πρόσφατη αναθεώρηση των στοιχείων, το γραφείο απασχόλησης ανακοίνωσε ότι οι νέες θέσεις εργασίας που ανακοινώθηκαν κατά τον τελευταίο χρόνο ήταν στην πραγματικότητα ένα εκατομμύριο λιγότερες.
Όσον αφορά στον πληθωρισμό, οι τιμές βρίσκονται πλησίον του 3% και, αν και είναι μακριά από τον στόχο του 2%, δεν στάθηκαν εμπόδιο για τη μείωση των επιτοκίων που ανακοινώθηκε. Και για να δικαιολογηθεί χαρακτηρίστηκε ως μια κίνηση «διαχείρισης κινδύνων» που είχε ως στόχο ενίσχυση της αγοράς εργασίας με τον λιγότερο επηρεασμό στον πληθωρισμό.
Η κατάσταση στο μέτωπο του πληθωρισμού είναι ανησυχητική. Εδώ και τεσσεράμισι χρόνια κινείται εκτός στόχων νομισματικής πολιτικής, ενώ τις προάλλες που είχαν να αποφασίσουν για μειώσεις, οι τάσεις στον πληθωρισμό τόσο σε δομικό όσο και σε γενικό επίπεδο ήταν ανοδικές. Οι κεντρικοί τραπεζίτες μάλιστα ανησυχούν για την πίεση των τιμών στις υπηρεσίες.
Οι προσδοκίες των αγορών για αποφασιστικές κινήσεις στα επιτόκια δεν επιβεβαιώνονται, παρόλο που επικρατούν εκτιμήσεις για δύο μειώσεις το 2025 και μια το 2026. Για να προστατευθούν, οι κεντρικοί τραπεζίτες είναι έτοιμοι να υιοθετήσουν την πολιτική Λαγκάρντ που κάθε φορά που είχε ερώτηση για το ύψος των επιτοκίων, απαντούσε πως τα στοιχεία αξιολογούνται μήνα με μήνα.
Η FED καλείται να λύσει ένα δύσκολο γρίφο προσεγγίζοντας το ουδέτερο επιτόκιο, αν υπάρχει κάτι τέτοιο, δηλαδή το σημείο όπου ο πληθωρισμός δεν πιέζεται και τα επίπεδα απασχόλησης ενισχύονται. Δύσκολη δουλειά όταν την ίδια ώρα θα πρέπει να διαχειριστείς την πίεση των αγορών, του προέδρου Τραμπ και της ακρίβειας.
Γιατί όμως ο πρόεδρος Τραμπ επιθυμεί τη μείωση των επιτοκίων; Ο λόγος έχει να κάνει με την προσπάθεια μείωσης του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους. Μια προσπάθεια που περιλαμβάνει την επαναγορά μακροπρόθεσμου χρέους (treasury bills) και την αντικατάστασή του με βραχυπρόθεσμο χρέος (tbills). Χρειάζεται συνεπώς η FED να μειώσει τα βραχυχρόνια επιτόκια με νομισματικές αποφάσεις για να προκύψει πτώση στο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και της επιβάρυνσης που προκαλεί στα ομοσπονδιακά έσοδα.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο Τραμπ, θέση με την οποία συμφωνεί και ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπεσέντ, τα επιτόκια μέχρι το τέλος του έτους θα πρέπει να βρίσκονται στο 3%. Αναμένουν συνεπώς δύο ισόποσες μειώσεις ύψους 0,5% κατά τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο. Κάτι που όμως δεν προκύπτει από τα μακροοικονομικά δεδομένα, με αποτέλεσμα η ρήξη Λευκού Οίκου και FED (πρόεδρος ο Τζέρομ Πάουελ) να πλησιάζει. Στις 17 Σεπτεμβρίου απλώς αποφεύχθηκε με μια αιφνιδιαστική κίνηση να χαρακτηριστεί η νομισματική απόφαση ως μια κίνηση διαχείρισης κινδύνων, ό,τι και αν σημαίνει αυτό.