ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ

Γενιά Άλφα: το άλμα από τη γη στο νερό (ΙII)

Του Παναγιώτη Χριστιά

Του Παναγιώτη Χριστιά

Ο Γάλλος συγγραφέας Ρομαίν Ρολάν (Νόμπελ Λογοτεχνίας 1915) πρότεινε τον όρο «ωκεάνιο συναίσθημα» (sentiment oceanique) σε μια προσπάθεια να κατανοήσει το θρησκευτικό φαινόμενο. Στην αλληλογραφία του με τον Φρόιντ (5 Δεκεμβρίου 1927), ο Ρολάν προσδιορίζει το θρησκευτικό συναίσθημα ως «το απλό και άμεσο γεγονός της αίσθησης του ‘αιώνιου’ (το οποίο μπορεί κάλλιστα να μην είναι αιώνιο, αλλά απλώς χωρίς αισθητά όρια και σαν ωκεάνιο)». Ο όρος όμως παραπέμπει σε μια ευρύτερη λογική από τη στενή εφαρμογή του στην ερμηνεία του θρησκευτικού φαινομένου. Άλλωστε, ο Φρόιντ απέρριψε την ιδέα ενός έμφυτου, μυστικιστικού θρησκευτικού συναισθήματος. Συνεπώς το «ωκεάνιο συναίσθημα», ανεξάρτητα από οποιαδήποτε θρησκευτική λογική, είναι η άμεση κοινωνία με την ολότητα ενός κόσμου. Δεν είναι το δέος που νιώθει ο άνθρωπος μπροστά σε κάτι που τον ξεπερνάει, αλλά μια διαισθητική επαφή με το σχετικό άπειρο κάποιου που αναπτύσσεται εντός του στοιχείου της θάλασσας. Ο νέος ωκεανός στον οποίο κολυμπάει η γενιά Α είναι ο διαδικτυακός κόσμος, ένας κόσμος χωρίς διακριτά όρια, του οποίου η απειρία εκτείνεται τόσο οριζόντια όσο και σε βάθος, όπως και αυτή των ωκεανών. Ταυτόχρονα, το ωκεάνιο συναίσθημα προσδιορίζεται από μια μόνιμη ανησυχία, μια διαρκή κινητικότητα, μια ατελείωτη ταλάντωση. Η γενιά Α δεν «σερφάρει» στην επιφάνεια, βυθίζεται και ταλαντώνεται με τις κινήσεις του διαδικτυακού ωκεανού και των σχετικά άπειρων εικονικών πραγματικοτήτων του. Για τη γενιά Α, άλλωστε, και ο ίδιος ο κόσμος, που εμείς αποκαλούμε «πραγματικό», δεν είναι τίποτε άλλο από την ορατή συνέχεια της εικονικότητας του διαδικτύου.

Ποια είναι επομένως η παιδεία, η ικανή να θρέψει και να προσανατολίσει το ωκεάνιο αυτό συναίσθημα της πρώτης γενιάς της θάλασσας αλλά και όλων των υπολοίπων που θα ακολουθήσουν; Οι ωκεάνιες γενιές δεν μπορούν να κατανοήσουν το ύψος, αφού ο κόσμος τους έχει μόνο έκταση και βάθος. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν κατανοούν την έννοια της εκπαιδευτικής προσπάθειας, απλά δεν την αντιλαμβάνονται ως «ανάβαση», για να θυμηθούμε την εικόνα της σπηλιάς του Πλάτωνα. Αντιλαμβάνονται το πολιτισμικό βάθος μέσα από μικρού μήκους προβολές στο TikTok, οι οποίες προέρχονται από όλες τις άκρες του κόσμου. Η εμπειρία τους είναι οπτική και ακουστική. Τροφοδοτούνται μέσα σε έναν ωκεανό πολιτισμικών αλληλεπιδράσεων μέσα από πλατφόρμες ανταλλαγής εμπειριών και αφηγήσεων. Η εμπειρία μπορεί να είναι μουσική, γλωσσική, αθλητική, μαγειρική ή να αφορά τρόπους ζωής σε μακρινούς για εμάς τόπους. Το ωκεάνιο συναίσθημα το οποίο διακατέχει τις γενιές αυτές, όμως, τις κάνει να μην νιώθουν καμία γεωγραφική ή πολιτισμική απόσταση ανάμεσα στη Λευκωσία και το Τόκιο ή ανάμεσα στην Αθήνα και τη Σιγκαπούρη ή το Χονγκ-Κονγκ. Όλα είναι κοντινά, άμεσα, όλα είναι γωνιές της ίδιας κοσμόπολης, γειτονιές του ίδιου ωκεανού.

Πρώτη διαφορά άρα στον τρόπο μάθησης είναι ο εμπειρικός προσανατολισμός της σχέσης τους με τη γνώση. Η μέχρι τώρα παιδεία, η δική μας παιδεία, η παιδεία των εκπαιδευτικών μας θεσμών και οργάνων, ακόμη και αυτή που αποκαλούμε «εμπειρική», έχει θεωρητική φύση. Ως άνθρωποι του «ύψους», εκτιμούμε τη «θεωρία» (θέαν οράν), την αφ’ υψηλού ενόραση της πραγματικότητας που βρίσκεται κάτω από εμάς. Για τους θεωρητικά προσανατολισμένους θεσμούς μας, η γνώση είναι η θέα του κόσμου που απολαμβάνει κάποιος που έχει ανέβει στην κορφή. Αυτού του τύπου η γνώση βέβαια είναι ακατανόητη και άχρηστη για τις ωκεάνιες γενιές. Είναι γενιές που μαθαίνουν μια γλώσσα με ήχους και εικόνες, όχι με γραμματική και συντακτικό. Η γνώση γι’ αυτές τις γενιές είναι πειραματισμός, παιχνίδι με κάτι το οποίο κινεί το ενδιαφέρον και τους προσφέρει κάποια νέα συγκίνηση, ένα ρίγος, μια αισθητική απόλαυση.

Μια δεύτερη διαφορά είναι ότι οι γενιές αυτές δεν αντιλαμβάνονται την αξία που αποδίδουμε εμείς στη μοναχικότητα. Στην ουσία, η σχολική παιδεία, για τους θεσμούς μας, ταυτίζεται με την εικόνα του μαθητή, μόνου, απομονωμένου δηλαδή από τα εκτελεστικά όργανα των εκπαιδευτικών μας θεσμών, στο θρανίο του στο σχολείο, ή στο γραφείο του, στο σπίτι, με το κεφάλι σκυμμένο πάνω από ένα βιβλίο. Ο ωκεανός είναι διάφανο νερό, δεν έχει τοίχους για να απομονωθεί κάποιος ούτε γωνιές για να κρυφτεί από τους άλλους. Η παιδεία για τις ωκεάνιες γενιές είναι υπόθεση συλλογική, κοινή εμπειρία, κάτι σαν άθλημα. Πώς θα μάθεις ποδόσφαιρο αν δεν παίξεις σε ομάδα;

Μία τρίτη διαφορά είναι η επιλογή του βασικού, αν όχι αποκλειστικού, μέσου της παιδείας. Η επαφή με το βιβλίο είναι απομόνωση, ενώ η επαφή με το διαδίκτυο είναι κοινωνία. Υπάρχει μια ρομαντική σχέση των γενιών της στεριάς για το βιβλίο. Υπήρξε το παράθυρό τους στον κόσμο, ταξίδι μιας μοναχικής φαντασίας. Τον ρομαντισμό αυτόν δεν τον νιώθουν όμως οι ωκεάνιες γενιές, οι οποίες προτιμούν την ομιλία από τη γραφή, την αμεσότητα της εμπειρίας από την ονειροπόληση της φαντασίας. Το βιβλίο είναι ένα πολιτισμικό μέσο, του οποίου το μεγαλείο ανήκει σε μια εποχή πολύ αρχαιότερη απ’ ό,τι νομίζουμε. Μιλάμε για την ανακάλυψη της γραφής σαν να μιλάμε για την ανακάλυψη της σκέψης και του πολιτισμού. Ξεχνάμε τον φιλοσοφικό σαρκασμό ενός Σωκράτη, ο οποίος ούτε διάβασε ούτε έγραψε ποτέ τίποτε, αλλά περνούσε τον χρόνο του στην αγορά, ασκούμενος στο δικό του ομαδικό παιχνίδι του ελέγχου και της κριτικής. Οι ωκεάνιες γενιές, προσανατολισμένες στον ζωντανό και όχι στον νεκρό λόγο, είναι περισσότερο σωκρατικές και λιγότερο πλατωνικές.

Ο Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παναγιώτη Χριστιά

Παναγιώτης Χριστιάς: Τελευταία Ενημέρωση