
Του Παναγιώτη Χριστιά
Η γενιά άλφα (alpha generation), όσοι και όσες γεννήθηκαν, δηλαδή, μεταξύ των ετών 2010 και 2024, είναι η πρώτη γενιά που γεννήθηκε εξ ολοκλήρου εντός του 21ου αιώνα και χαρακτηρίζεται από τη βύθισή της στην ψηφιακή τεχνολογία από τη βρεφική κιόλας ηλικία. Αν υπάρχει μια λέξη που χαρακτηρίζει αυτά τα παιδιά που μεγαλώνουν σε ένα αβέβαιο και διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον είναι η ρευστότητα. Στοιχείο της γενιάς άλφα δεν είναι η γη, το στέρεο έδαφος, αλλά το νερό. Είναι δε η πρώτη γενιά με την οποία η ανθρωπότητα μεταβαίνει από το πρώτο στο δεύτερο στοιχείο, με την οποία πραγματοποιεί το άλμα από τη στέρεη γη στο νερό, από το στερεό στο υγρό στοιχείο. Η εικόνα αυτή δεν πρέπει να κατανοηθεί ως μια απλή μεταφορά. Η μετατόπιση του κέντρου βάρους της ανθρωπότητας από την ξηρά στο νερό δεν θα αφήσει αδιάφορη καμία ανθρώπινη τάξη, πολιτική, ηθική, νομική, οικονομική ή πολιτισμική.
Στα 1942, ο Καρλ Σμιτ δημοσιεύει ένα σύντομο αλλά πυκνό δοκίμιο με τίτλο «Ξηρά και θάλασσα (Land und Meer)». Στο δοκίμιο αυτό, ο Γερμανός στοχαστής συνδυάζει τη γεωπολιτική ιστορία, την πολιτισμική θεωρία και ένα είδος μυθικοϊστορικού διαλογισμού πάνω στον ανθρώπινο πολιτισμό. Το έργο αυτό διαφέρει από τα κυρίως νομικοπολιτικά έργα του όπως η «Πολιτική Θεολογία», «Η έννοια του πολιτικού» ή η «Θεωρία του συντάγματος», καθώς πέρα από τα αμιγώς επιστημονικά στοιχεία της ιστορίας και του φιλοσοφικού στοχασμού εμπεριέχει αναφορές και σε μυθικά στοιχεία με βαθύ συμβολικό νόημα. Η βασική ιδέα αυτού του έργου είναι ότι κατανοεί την παγκόσμια ιστορία ως πάλη μεταξύ δύο στοιχειωδών προσανατολισμών, χερσαίων και θαλάσσιων δυνάμεων, οι οποίες αντιστοιχούν σε τελούριανους, από το λατινικό tellus, που σημαίνει γη, και θαλασσοκρατικούς πολιτισμούς.
Ξηρά και θάλασσα δεν αποτελούν απλά γεωγραφικά στοιχεία, αλλά βαθιά πολιτιστικά και πολιτικά αρχέτυπα που διαμορφώνουν το δίκαιο, την οικονομία, τον πόλεμο και την εικόνα του κόσμου ή το κοσμοείδωλο (Weltbild). Ο Σμιτ ξεκινάει την ανάλυσή του με τις συμβολικές και πρακτικές διαφορές μεταξύ ξηράς και θάλασσας. Οι χερσαίες δυνάμεις όπως η αρχαία Αίγυπτος και οι ηπειρωτικές αυτοκρατορίες, όπως η Κίνα, η Ρωσία ή η Πρωσία, είναι σταθερά δεμένες στο έδαφός τους. Είναι σταθερές, αργές στις αλλαγές και επικεντρώνονται στα σύνορα, την άμυνα και την παράδοσή τους. Αντίθετα, οι θαλάσσιες δυνάμεις, όπως η αρχαία Αθήνα, η Βενετία ή η Μεγάλη Βρετανία, χαρακτηρίζονται από μια διαρκή κινητικότητα. Είναι ρευστές, επεκτατικές και προσανατολισμένες στο εμπόριο και την εξερεύνηση. Αυτή η δυαδικότητα απηχεί την κλασική μυθολογία του Ποσειδώνα εναντίον των χθόνιων θεών ή τη βιβλική αντίθεση ανάμεσα σε Λεβιάθαν, το θαλάσσιο τέρας, και Βεεμώθ, το τέρας της στεριάς.
Ο Σμιτ ερευνά τις ιστορικές μετατοπίσεις εξουσίας, τη μετάβαση από τον μεσογειακό κόσμο της αρχαιότητας στον ατλαντικό κόσμο της νεωτερικότητας. Σύμφωνα πάντα με τον συγγραφέα, η εποχή των ανακαλύψεων σηματοδοτεί την αποφασιστική μετάβαση από τις χερσαίες ηπειρωτικές δυνάμεις στις ωκεάνιες αυτοκρατορίες. Η Βρετανία γίνεται το κορυφαίο παράδειγμα θαλάσσιας ισχύος, συνδυάζοντας τη ναυτική κυριαρχία με το παγκόσμιο εμπόριο. Ταυτόχρονα, θάλασσα και ξηρά δημιουργούν διαφορετικές νομοταξικές έννοιες. Το χερσαίο δίκαιο επικεντρώνεται στην κυριαρχία επί του εδάφους. Το δίκαιο που βασίζεται στη θάλασσα δίνει έμφαση στην ελευθερία της ναυσιπλοΐας, στους ανοικτούς εμπορικούς δρόμους και στις χαλαρότερες εδαφικές διεκδικήσεις. Η περίφημη αντίθεση του Hugo Grotius μεταξύ ελεύθερης και κλειστής θάλασσας, mare liberum και mare clausum, αντανακλά τους πολιτικοστρατιωτικούς ανταγωνισμούς της εποχής της θάλασσας.
Ο Σμιτ συνδέει την τεχνολογική αλλαγή με τις αλλαγές στην κυριαρχία των στοιχείων. Τα μηχανοκίνητα πλοία, τα υποβρύχια και η αεροπορική ισχύς μεταβάλλουν την παλιά ισορροπία ξηράς-θάλασσας. Παράλληλα, ο βιομηχανικός καπιταλισμός ευνοεί τα συστήματα με προσανατολισμό στη θάλασσα και τα υβριδικά, αμφίβια, μοντέλα ανάπτυξης. Στο έργο αυτό σημασία έχει η μυθική και συμβολική διάσταση, η οποία διαπνέει όλο το κείμενο και με την οποία ο συγγραφέας ολοκληρώνει τον σύντομο στοχασμό του. Ο Σμιτ παρουσιάζει τη στεριά και τη θάλασσα ως διαχρονικά σύμβολα της τάξης έναντι της κίνησης, της σταθερότητας έναντι της αλλαγής. Σύμφωνα με αυτόν, η στοιχειώδης αυτή σύγκρουση δεν είναι «επιλύσιμη». Αποτελεί τον διαρκή κινητήριο μοχλό της ιστορίας.
Αυτό που αλλάζει με τη γενιά άλφα είναι ο μη επιλύσιμος χαρακτήρας της σύγκρουσης. Τάξη και σταθερότητα χάνουν οριστικά τον στοιχειακό πόλεμο ενάντια στην κίνηση και την αλλαγή. Ο Σμιτ έχει δίκιο όταν αναφέρει τις αλλαγές της τεχνολογίας ως μοχλό των ιστορικών και πολιτισμικών εξελίξεων. Η βύθιση της γενιάς άλφα στις ψηφιακές τεχνολογίες και στους ψηφιακούς κόσμους την απομακρύνει ουσιωδώς από την πολιτική, νομική και πολιτισμική ξηρά. Η άλφα δεν είναι αμφίβια, όπως οι γενιές Χ, Υ και Ζ, αλλά εξ ολοκλήρου θαλάσσια. Οι δεξιότητες που απαιτούνται στο θαλάσσιο περιβάλλον είναι εντελώς διαφορετικές από εκείνες που απαιτούνται στην ξηρά ή ακόμη και σε αμφίβιο περιβάλλον. Τις δεξιότητες αυτές η γενιά άλφα πρέπει να τις αποκτήσει μόνη της διότι κανείς από τις προηγούμενες γενιές δεν τις διαθέτει για να τις της διδάξει. Οι νέες δεξιότητες και προτεραιότητες στη μάθηση καθορίζονται από μια αοριστία, εφόσον ο ανθρώπινος πολιτισμός για τον οποίο απευθύνονται δεν έχει ακόμη αποκτήσει σχήμα και μορφή. Η νέα μορφή θα σχηματιστεί μέσα από πολιτισμικές συγκρούσεις των φορέων της αλλαγής (γενιές Α, Β και επόμενες) με τις παλαιές νοοτροπίες των απερχόμενων γενεών.
Ο Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.