ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η καλύβα του μπάρμπα-Θωμά

Kathimerini.com.cy

info@kathimerini.com.cy

«Για πολλά χρόνια απέφευγα να διαβάζω καθετί σχετικό με το ζήτημα της δουλείας, που ήταν πάρα πολύ οδυνηρό για μένα να το σκαλίζω. Πίστευα επίσης πως θα λυνόταν από μόνο του με την πρόοδο του πολιτισμού και με τη διαφώτιση του κοινού». Αυτά σημειώνει στα 1852 η Harriet Beecher Stowe (1811-1896), στην πρώτη έκδοση της Καλύβας του μπάρμπα-Θωμά (Πατάκης, 1995). Η συγγραφέας εκφράζει την κοινή δοξασία του Δυτικού πολιτισμού ότι η πρόοδος της επιστήμης και της τεχνικής, το πνεύμα των ανακαλύψεων και των εφευρέσεων είναι την ίδια στιγμή πορεία προς την ηθική τελείωση των ανθρώπινων κοινωνιών. Ξαφνιάζεται δυσάρεστα όταν βλέπει στα μέσα του 19ου αιώνα, ενός δηλαδή «πολιτισμένου» αιώνα, να υπάρχουν σκλάβοι, άνθρωποι από τους οποίους στερούν όχι μόνο την ελευθερία, αλλά κυρίως την ίδια την ανθρωπιά. Για τη χριστιανή αυτή συγγραφέα, το σοκ είναι μάλιστα διπλό. Πώς μπορούν οι χριστιανοί συμπολίτες της, άνθρωποι της εποχής του λόγου και της επιστήμης, να έχουν σκλάβους και να τους μεταχειρίζονται σαν ζώα, βάναυσα και απάνθρωπα; Ποια είναι η αρχή που νομιμοποιεί τη δουλεία σε μια εποχή και σε μια χώρα που τόσο το πολίτευμα όσο και η θρησκεία επιβάλλουν την ισότητα μεταξύ των ανθρώπων;

Η δουλεία κατά την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα είχε πολιτικό χαρακτήρα. Η ατομική ελευθερία ήταν αλληλέγγυα της πολιτικής. Όταν η πόλη έχανε τον πόλεμο ενάντια σε μια ξένη δύναμη, τότε ο πληθυσμός της υποδουλωνόταν στον νικητή. Το ίδιο συνέβαινε όταν το πλοίο στο οποίο επέβαιναν ελεύθεροι πολίτες έπεφτε θύμα πειρατείας: οι επιβαίνοντες πωλούνταν ως δούλοι, κάτι που έζησε και ο Πλάτων, ο μεγάλος Αθηναίος φιλόσοφος και γόνος παλαιάς αριστοκρατικής οικογένειας με καταγωγή από τον Σόλωνα. Χαρακτηριστικές ωστόσο είναι οι θέσεις τόσο του Πλάτωνα όσο και του Αριστοτέλη για τους «φύσει» δούλους. Η κατάσταση δουλείας προσιδίαζε σε συγκεκριμένες ψυχές, από τη φύση τους είτε «κακές», κατά τον Πλάτωνα, είτε πνευματικά κατώτερες, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη. Ωστόσο και οι δύο φιλόσοφοι συμφωνούσαν ότι η πολιτική τάξη δεν ακολουθούσε τη φυσική τάξη. Με άλλα λόγια, στις πόλεις υπήρχαν δούλοι που ήταν φύσει ελεύθεροι και ελεύθεροι που ήταν φύσει δούλοι. Σύμφωνα με αυτούς, η φύση του καθενός είναι αυστηρά ατομική, δεν προκύπτει από την καταγωγή, το έθνος, τη φυλή ή την οικογένεια και δεν κληρονομείται στους απογόνους. Έτσι ο γιος του φύσει δούλου μπορεί να είναι φύσει ελεύθερος, και ο γιος του φύσει ελεύθερου, φύσει δούλος. Επομένως, η δουλεία στον αρχαίο κόσμο κατανοείται ως πολιτική σχέση εξουσίας, ηθικά αυθαίρετη, που στηρίζεται στην ισχύ.

Με την έλευση του χριστιανισμού η κατάσταση αυτή αλλάζει άρδην. Κανείς δεν κατανόησε καλύτερα την πολιτική αλλαγή στις σχέσεις των ανθρώπων που επέφερε ο χριστιανισμός από τον Nicolò Machiavelli (1469-1527). Η πολιτική αρετή των αρχαίων, γράφει, διεφθάρη από τον χριστιανισμό. Στην αρχαιότητα οι πολίτες μιας πόλης πολεμούσαν μέχρι εσχάτων για να μην υποδουλωθεί η πόλη τους, γιατί αυτό θα σήμαινε υποδούλωση και αυτών των ίδιων. Με τον χριστιανισμό όμως και την κατάργηση ουσιαστικά της αρχαίας δουλείας η μοίρα των πολιτών ήταν ανεξάρτητη από αυτή της πόλης τους. Από πού πηγάζει λοιπόν η δουλεία στη νεότερη εποχή, εφόσον δεν είναι κατάλοιπο της αρχαιότητας; Η δουλεία στους νεότερους χρόνους δεν κατανοείται υπό το πρίσμα της ισχύος και της πολιτικής, αλλά μέσω της αλήθειας και της γνώσης. Ο αφρικανός σκλάβος των Νέων Χρόνων που ξεριζώνεται από τη γη του για να πουληθεί στον Νέο Κόσμο από το 1441 και μετά δεν είναι πολιτικό ον που υπόκειται πολιτικά στη δεσποτική εξουσία ενός άλλου ανθρώπινου όντος, όπως ο δούλος της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας, αλλά κατώτερο ον, υποζύγιο.

Στα 1537, ο Πάπας Παύλος Γ΄ καταδικάζει στο όνομα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας τη δουλεία των Ινδιάνων της Λατινικής Αμερικής, καθώς και των άλλων λαών τους οποίους οι χριστιανοί «ανακάλυψαν» ή θα «ανακαλύψουν». Γράφει ότι οι λαοί αυτοί είναι «πραγματικά ανθρώπινα όντα», ότι η ελευθερία και η περιουσία τους πρέπει να γίνονται σεβαστές και ότι πρέπει να προσκληθούν όλοι στην πίστη του Χριστού με το κήρυγμα και το παράδειγμα ενάρετης ζωής. Οι αρχαίοι γνώριζαν ότι οι σκλάβοι τους ήταν ανθρώπινα όντα, χωρίς αυτό να τους εμποδίσει να τους υποδουλώσουν. Οι νεότεροι, για να υποδουλώσουν κάποιον λαό, έπρεπε να του στερήσουν την ανθρώπινη ιδιότητα, υποβιβάζοντάς τον σε αγέλη ζώων. Η δουλεία δεν ήταν πλέον υπόθεση βίας και ισχύος, αλλά διάκρισης ανάμεσα σε ανθρώπινο και μη ανθρώπινο. Ήταν υπόθεση αλήθειας και γνώσης. Αυτό συνέβη με τους Μαύρους της Αφρικής, οι οποίοι, την ίδια εποχή, άρχισαν να καταφθάνουν κατά εκατομμύρια στον Νέο Κόσμο υπό απάνθρωπες συνθήκες. Δεν θεωρήθηκαν «πραγματικά ανθρώπινα όντα», ικανά να κατηχηθούν στην πίστη του Ιησού Χριστού.

Το μεγαλείο της Harriet Beecher Stowe ήταν να θεωρήσει αυτή την πίστη ως αδιαμφισβήτητο κριτήριο της ανθρωπιάς των Αφροαμερικανών σκλάβων. «Υπάρχουν άνθρωποι που δεν πιστεύουν ότι γίνονται θρήσκοι οι νέγροι», λέει ο δουλέμπορος Χέιλυ. Αλλά «ο Θωμάς είναι πραγματικά καλός και θρησκευόμενος άνθρωπος. Βαφτίστηκε χριστιανός πριν από τέσσερα χρόνια». Μάλιστα στην καλύβα του συγκεντρώνονται οι Μαύροι για να προσευχηθούν και να κατηχηθούν στο Ευαγγέλιο. Η καλύβα του είναι στην ουσία κρυφή εκκλησία, που σημαίνει ότι αυτοί που δεν θεωρούνται «πραγματικά ανθρώπινα όντα» και δεν κρίθηκαν άξιοι για κατήχηση από Λευκούς χριστιανούς, ανακάλυψαν μόνοι τους την πίστη και κατηχούνται σε κρυφές εκκλησίες στην αλήθεια του Κυρίου. Τραγουδούσαν θρησκευτικούς ύμνους και «μιλούσαν συνέχεια για τις όχθες του Ιορδάνη, τη Γη της Χαναάν και για τη Νέα Ιερουσαλήμ». Μέσα από τις περιπέτειες του μπάρμπα-Θωμά, της Ελίζας και του γιου της, αλλά και του μικρού Λευκού Τζωρτζ Σέλμπυ, αναδύεται ένας κόσμος μυστικός, ορατός μόνο στα μάτια της καρδιάς, ένας κόσμος ανθρωπιάς και ελέους, ειλικρινούς φιλίας, μητρικής αγάπης και αδερφικής και συζυγικής αφοσίωσης, το πρότυπο δηλαδή του χρηστού βίου.

Την ίδια εποχή, στα 1859, ο Δαρβίνος δημοσιεύει την περίφημη πραγματεία του Περί της καταγωγής των ειδών και ο «κοινωνικός δαρβινισμός» οδηγεί ένα σημαντικό μέρος της επιστημονικής κοινότητας στον ρατσισμό και τον ευγονισμό. Ο ίδιος ο Δαρβίνος, στο έργο του Η Καταγωγή του Ανθρώπου και η φυσική επιλογή σε σχέση με το σεξ (1871), προβλέπει την εξαφάνιση των «κατώτερων φυλών» στις Ευρωπαϊκές αποικίες λόγω ενός ανελέητου φυσικού ανταγωνισμού. Στο βιβλίο του Η έκφραση των συναισθημάτων στον άνθρωπο και στα ζώα (1872), υποστηρίζει ότι οι ανθρώπινες κοινωνίες υπόκεινται και αυτές στη φυσική επιλογή. Η επιστημονική αλήθεια διαχωρίζει πλέον το ανθρώπινο από το μη ανθρώπινο, την «ανώτερη» από την «κατώτερη» φυλή, τον ελεύθερο από τον σκλάβο. Στη Γερμανία, ο κοινωνικός δαρβινισμός θα εισαχθεί από τον διάσημο τότε βιολόγο και κοινωνικό φιλόσοφο Ernst Haeckel (1834-1919), ο οποίος θα δημοσιεύσει στα 1883 την Πάλη των φυλών, ένα μείγμα επιστημονισμού, παγγερμανιστικών ιδεών και φανατικού αντιχριστιανισμού. Θα υποστηρίξει ότι οι μαύρες φυλές βρίσκονται πιο κοντά στον πίθηκο, ενώ οι Γερμανοί, οι Αγγλοσάξονες και οι Σκανδιναβοί αποτελούν την πιο εξελιγμένη μορφή του ανθρώπου.

Η Harriet Beecher Stowe αγνόησε τον λόγο και την επιστήμη και επέλεξε την καρδιά ως κριτήριο της ανθρωπιάς. Το ίδιο θα κάνει και ο αιδεσιμότατος Martin Luther King έναν αιώνα αργότερο στον περίφημο λόγο του Έχω ένα όνειρο, στις 28 Αυγούστου 1963. Η καρδιά του μπάρμπα-Θωμά έγινε πολιτικός λόγος και όνειρο συναδέλφωσης. Όπως έγραφε ένα από τα μεγαλύτερα πνεύματα της ανθρωπότητας, ο Γάλλος φιλόσοφος, φυσικομαθηματικός και θεολόγος Blaise Pascal (1623-1662), «η καρδιά έχει τη δική της λογική, που η λογική δεν γνωρίζει».

Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου και εταίρος του ερευνητικού κέντρου «Ευρωπαϊκές Δυναμικές» του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.com.cy

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση

X