
Του Απόστολου Κουρουπάκη
Αισθάνομαι πως όσον αφορά τα καλλιτεχνικά πράγματα της χώρας έχουμε αρχίσει και μπαίνουμε σε μια νέα περίοδο, κατά την οποία ο πολιτισμός μας μοιάζει να είναι μεταξύ σφύρας και άκμονος ή σε μία μέγγενη, από την οποία φαίνεται πως δεν μπορεί να ξεφύγει. Παρατηρώ πως εξασκούνται σε μεγάλη μερίδα της καλλιτεχνικής δημιουργίας, κάθε είδους, ισχυρές πιέσεις, που έχουν ως αφετηρία την ανάγκη του καλλιτεχνικού κόσμου να υπάρχει, όπως είναι λογικό, και φυσικά να επιβιώνει. Αυτές οι πιέσεις ασκούνται βέβαια με το γάντι, που όμως απλώνονται πολύ εύκολα, μιας και δεν βρίσκουν αντίσταση και φυσικά δεν συναντούν θεσμικά εμπόδια ή συστηματική πολιτιστική πολιτική από τα αρμόδια όργανα της Πολιτείας ή των καλλιτεχνικών φορέων.
Πασχίζει η Πολιτεία και τα αρμόδια όργανά της να οργανώσουν μεγάλα πράγματα, και αυτό συμβαίνει για τρεις λόγους κατά την άποψή μου. Ο πρώτος είναι η τραγική έλλειψη κρατικής χρηματοδότησης για μεγάλες πολιτιστικές διοργανώσεις αξιώσεων και έτσι αφήνεται πεδίον δόξης λαμπρόν για τα ιδιωτικά κεφάλαια να λάμψουν και να παραγάγουν πολιτιστικό αποτέλεσμα. Ο δεύτερος είναι η έλλειψη πολιτιστικών χώρων που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τέτοιους σκοπούς. Βέβαια και αυτούς που έχουμε πασχίζει το κράτος να τους κρατήσει ζωντανούς και λειτουργικούς. Για παράδειγμα δείτε την επί πέντε χρόνια κλειστή Πύλη Αμμοχώστου και πώς υπολειτουργεί η Αίθουσα Μελίνα Μερκούρη, ή πώς μένουν αναξιοποίητα τα κτήρια του ΣΟΠΑΖ, μέχρι να τα ζητήσουν επενδυτές και να τα αναδείξουν… και τα παραπάνω είναι μερικά μόνο παραδείγματα. Ελπίζω το μεγαλεπήβολο σχέδιο του Δήμου Λάρνακας με το Κέντρο Πολιτισμού στα πρώην διυλιστήρια να είναι σωστά και μακροπρόθεσμα σχεδιασμένο και να μην περιμένουν στον Δήμο να το ανεγείρουν για να έχει η πόλη θέατρο, που αυτή τη στιγμή δεν έχει… Το τρίτο είναι έλλειψη εμπιστοσύνης στις δημιουργικές δυνάμεις του τόπου, στις νέες ιδέες που μπορούν να έχουν άνθρωποι του πολιτισμού που δεν είναι στα εντός και στα επί τα αυτά. Δείτε για παράδειγμα τι γίνεται έξω από ένα θέατρο όπου ανεβαίνει έργο με ξένο σκηνοθέτη ή με θίασο από το εξωτερικό ή με πρωταγωνιστή μη Κύπριο και συγκρίνετε το με μία κυπριακή παραγωγή. Το χάος και εμείς ανάμεσό του. Αυτή έλλειψη εμπιστοσύνης έχει ως αποτέλεσμα να γίνεται πια πεποίθηση πως οι απέξω ξέρουν καλύτερα, και εμείς ως υποδεέστεροι δεν μπορούμε παρά να μαθητεύουμε. Και έτσι επιτήδειοι απ’ έξω και από μέσα κάνουν χαρές μεγάλες και ξεπηδούν σαν τα παραπούλια μαικήνες και χορηγοί, και τριήραρχοι.
Και με αυτές τις σκέψεις, μου ήλθε στον νου η λέξη απο-αποικιοποίηση, που τη συναντώ συχνά σε κείμενα πολιτιστικού περιεχομένου. Συνήθως μου παίρνει αρκετή ώρα για να αντιληφθώ την εγκυρότητα της χρήσης του. Πολλές είναι οι φορές που δεν καταλαβαίνω γιατί χρησιμοποιείται και ποιον ρόλο παίζει στο συγκείμενο. Συνήθως χρησιμοποιείται για να δείξει και επιτείνει την ανάγκη της χώρας και της πολιτιστικής σκηνής να αυτονομηθεί και να προχωρήσει με τη δική της αισθητική και αντίληψη, να ξεφορτωθεί βαρίδια που την κρατούν δέσμια σε ξένες ιδέες και θέσεις. Ομολογώ πως το αποτέλεσμα των καλλιτεχνικών δράσεων σπάνια με ελκύει… Μετά, σκέφτομαι πως ένας όρος που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στα καλλιτεχνικά πράγματα της χώρας είναι αυτός της εισπήδησης, κυρίως με δύο από τις έννοιές του, (α) ρεσάλτο ή εμβολής και (β) η τέλεση ακολουθίας ή λατρευτικής πράξης σε άλλη μητρόπολη ή χώρο ποιμαντικής και δικαιοδοσίας άλλου, χωρίς προηγούμενη εξασφάλιση άδειας ή έγκρισης.
Και μου ήλθε η λέξη αυτή, ακούγοντας την προηγούμενη εβδομάδα τη λέξη «αποτείχιση», έναν εκκλησιαστικό όρο, που χρησιμοποιήθηκε από την Ιερά Σύνοδο για τον τέως μητροπολίτη Πάφου.
Αλλά ας επιστρέψω στον συλλογισμό μου. Έχουμε λοιπόν μέρος της καλλιτεχνικής κοινότητας της Κύπρου να αγωνίζεται για την απο-αποικιοποίηση της χώρας, ενώ ταυτόχρονα παρακολουθούμε μάλλον αμήχανα ή και αδιάφορα την εισπήδηση (με αμφότερους τους παραπάνω ορισμούς που παρέθεσα) διαφόρων στα καθ’ ημάς και είτε δεν μας αφορά και μας είναι αδιάφορο, είτε μας βολεύει οπότε βρίσκουμε τρόπο να εξευμενιζόμαστε και να εξευγενίζουμε την κατάσταση. Και έτσι μπερδευόμαστε ποιος αποτειχίζει ποιον και ποιος εντός των τειχών παραμένει.